Kathimerini.gr
Ακόμη μία επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων για την παγκόσμια οικονομία ήρθε χθες να προστεθεί στο γενικότερα αρνητικό κλίμα. Αυτή τη φορά πρόκειται για τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s που επικαλούμενος το έμφραγμα στην εφοδιαστική αλυσίδα, την επιτάχυνση του πληθωρισμού μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τα lockdowns στην Κίνα αναθεώρησε προς τα κάτω τις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη τόσο για το τρέχον όσο και για το επόμενο έτος.
Σύμφωνα με τον εν λόγω οίκο, το ΑΕΠ των ανεπτυγμένων οικονομιών θα αυξηθεί μόλις 2,6% φέτος, ενώ η προηγούμενη πρόβλεψη μόλις τον Μάρτιο μιλούσε για ανάπτυξη 3,2%.
Σε ό,τι αφορά τις αναδυόμενες αγορές, η Moody’s υποβαθμίζει και πάλι την πρόβλεψή της στο 3,8% από την προηγούμενη για ανάπτυξη 4,2%. Προειδοποιεί μάλιστα πως ενδέχεται να υποβαθμιστούν περαιτέρω οι προοπτικές για ανάπτυξη σε περίπτωση «κλιμάκωσης της στρατιωτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία και μεγαλύτερης από τις προβλέψεις επιβράδυνσης της Κίνας».
Το ΑΕΠ των ανεπτυγμένων οικονομιών θα αυξηθεί κατά 2,6% φέτος, από 3,2% που προβλεπόταν τον Μάρτιο.
Το αισιόδοξο στοιχείο στις εκτιμήσεις της είναι πάντως ότι συμφωνεί με την πρόεδρο της ΕΚΤ αλλά και τη μερίδα των οικονομολόγων που εκτιμούν πως με την εξαίρεση μόνο της Ρωσίας, «σε καμία από τις χώρες του G20 δεν αναμένεται να σημειωθεί ύφεση το 2022 και το 2023».
Προειδοποιεί, πάντως, πως υπάρχει πλειάδα κινδύνων που μπορούν να απειλήσουν την παγκόσμια οικονομία και την ανάπτυξή της, όπως οι περαιτέρω πληθωριστικές πιέσεις στις τιμές των εμπορευμάτων, το παρατεταμένο έμφραγμα στην εφοδιαστική αλυσίδα και τα πλέον εκτεταμένα και μεγαλύτερης διάρκειας lockdowns στην Κίνα.
Η Moody’s εκφράζει την εκτίμηση ότι «θα είναι καθοριστικοί» οι επόμενοι μήνες, και το πόσο θα αποδειχθεί ανθεκτική η παγκόσμια οικονομία στη διάρκεια αυτής της περιόδου θα καταδείξει αν η ανάπτυξη θα είναι τελικά βιώσιμη το επόμενο έτος. Εχουν προηγηθεί αλλεπάλληλες επί τα χείρω αναθεωρήσεις εκτιμήσεων για την ανάπτυξη από πολλούς διεθνείς οργανισμούς, όπως το ΔΝΤ, ο ΟΟΣΑ και η ΕΚΤ.