Kathimerini.gr
Για τον νομπελίστα Αμερικανό ακαδημαϊκό-οικονομολόγο Πολ Κρούγκμαν, η απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν να εισβάλει στρατιωτικά στην Ουκρανία συνοδεύτηκε από μια σειρά από «λάθος εκτιμήσεις» εκ μέρους της Μόσχας.
Ο Ρώσος ηγέτης υπερτίμησε τη ρωσική στρατιωτική ισχύ, ενώ υποτίμησε την ικανότητα αντίστασης και το ηθικό του αντιπάλου.
Παράλληλα, εκείνος απέτυχε να προβλέψει την αποφασιστικότητα με την οποία θα αντιδρούσαν οι δημοκρατικές κυβερνήσεις και ειδικότερα η διοίκηση Μπάιντεν, όπως σημειώνει ο Κρούγκμαν μέσα από την ιστοσελίδα των Τάιμς της Νέας Υόρκης.
Το ερώτημα ωστόσο ή μάλλον ένα από τα ερωτήματα που κυριαρχούν πια με φόντο τις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας είναι άλλο: το εάν, εν προκειμένω, θα μπορούσε η Κίνα, ως εναλλακτικός εμπορικός εταίρος της Ρωσίας, να διασώσει την οικονομία του Πούτιν;
Η απάντηση του Κρούγκμαν στο εν λόγω ερώτημα είναι κατηγορηματικά αρνητική. «Όχι, δεν μπορεί», γράφει ο ίδιος, αναφερόμενος στην ικανότητα της Κίνας να διασώσει τη ρωσική οικονομία τώρα που η τελευταία βλέπει τα δύσκολα.
Ο Αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος ξεκινά τον συλλογισμό του «υποβαθμίζοντας» ως «συμβολική κίνηση» την απόφαση της Ουάσιγκτον να επιβάλει εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου στις ΗΠΑ. «Οι αμερικανικές εισαγωγές από τη Ρωσία αντιστοιχούν μόλις στο 5% της ρωσικής παραγωγής», γράφει σχετικά, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι στον αντίποδα είναι «πολύ σημαντική» η κίνηση της Δύσης να αποκόψει σε μεγάλο βαθμό τη Ρωσία από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
«Οι Ρώσοι εξαγωγείς ίσως να μπορούν να βγάλουν τα πράγματά τους από τη χώρα αλλά τώρα είναι δύσκολο για αυτούς να πληρωθούν», όπως είναι παράλληλα δύσκολο και για τη Ρωσία πια να πληρώνει για εισαγωγές.
Πόσο σημαντικοί είναι πρακτικά αυτοί οι περιορισμοί;
Ο Πολ Κρούγκμαν γράφει στους NYTimes πως περίπου το 1/3 των ρωσικών εισαγωγών είναι καταναλωτικά αγαθά (consumer goods). Όλα τα υπόλοιπα είναι κεφαλαιουχικά και ενδιάμεσα αγαθά (capital goods, intermediate goods), αγαθά δηλαδή που χρησιμοποιούνται είτε για να παραχθούν άλλα αγαθά είτε για να μετατραπούν σε άλλα προϊόντα.
«Αυτά (σ.σ. τα κεφαλαιουχικά και ενδιάμεσα αγαθά) είναι πράγματα τα οποία χρειάζεται η Ρωσία για να διατηρήσει την οικονομία της σε λειτουργία και η απουσία τους μπορεί να αναγκάσει σημαντικούς τομείς της ρωσικής οικονομίας να σταματήσουν να λειτουργούν. Λέγεται, για παράδειγμα, ότι η διακοπή στις εισαγωγές ανταλλακτικών μπορεί να ακρωτηριάσει την εσωτερική εθνική αεροπορία της Ρωσίας, πρόβλημα μεγάλο για μια τόσο μεγάλη σε μέγεθος χώρα», γράφει ο Κρούγκμαν στους Τάιμς της Νέας Υόρκης.
Τι γίνεται όμως με την Κίνα; Μπορεί το Πεκίνο να παράσχει στον Πούτιν μια οικονομική γραμμή σωτηρίας;
Ο Πολ Κρούγκμαν υποστηρίζει πως «όχι» και, για να αιτιολογήσει την άρνησή του, επικαλείται τέσσερις βασικούς λόγους:
- Η Κίνα, παρά το γεγονός ότι είναι μια οικονομική υπερδύναμη η ίδια, δεν είναι σε θέση να προμηθεύσει ορισμένα πράγματα τα οποία χρειάζεται η Ρωσία, όπως ανταλλακτικά για αεροπλάνα δυτικής κατασκευής και high-end τσιπ-ημιαγωγούς.
- Ενώ η Κίνα δεν συμμετέχει στις κυρώσεις, η ίδια είναι βαθιά ενσωματωμένη στην παγκόσμια οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι οι κινεζικές τράπεζες και άλλες κινεζικές επιχειρήσεις ενδεχομένως να είναι στο μέλλον πιο διστακτικές στις συναλλαγές τους με τη Ρωσία υπό τον φόβο μήπως βρεθούν στο στόχαστρο αντιδράσεων είτε από την πλευρά των καταναλωτών είτε από την πλευρά των ρυθμιστικών Αρχών σε άλλες πιο σημαντικές για τις ίδιες αγορές.
- Η Κίνα και η Ρωσία απέχουν πολύ γεωγραφικά. Ναι, έχουν κοινά σύνορα. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας της Ρωσίας βρίσκεται δυτικά των Ουραλίων, και το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας της Κίνας βρίσκεται κοντά στις ανατολικές της ακτές. Το Πεκίνο απέχει 3.500 μίλια από τη Μόσχα και ο μόνος πρακτικός τρόπος για να μεταφερθούν φορτία με αγαθά από τη μία πλευρά στην άλλη είναι μέσω μιας χούφτας σιδηροδρομικών γραμμών οι οποίες ωστόσο υφίστανται ήδη τεράστια πίεση.
- Ένα στοιχείο στο οποίο δεν έχει δοθεί αρκετή έμφαση σύμφωνα με τον Κρούγκμαν είναι εκείνο της ακραίας διαφοράς στην οικονομική ισχύ μεταξύ Ρωσίας και Κίνας. «Μπορεί ο Πούτιν να ονειρεύεται να αποκαταστήσει το μεγαλείο της σοβιετικής εποχής, αλλά η οικονομία της Κίνας είναι τώρα δέκα φορές μεγαλύτερη» από εκείνη της Ρωσίας, γράφει ο Αμερικανός ακαδημαϊκός, σύμφωνα με τον οποίο η Ρωσία θα μπορούσε στο μέλλον να καταλήξει ακόμη και κράτος-μαριονέτα (client-state) στο έλεος του Πεκίνου πράγμα που φυσικά δεν συνάδει με τα οράματα αυτοκρατορικού μεγαλοϊδεατισμού του Πούτιν.
«Η Ρωσία πρόκειται να πληρώσει πολύ υψηλό τίμημα, σε χρήματα αλλά και σε αίμα, για τη μεγαλομανία του Πούτιν», καταλήγει ο Αμερικανός.
Πηγή: the New York Times