ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Δεύτερη μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ – Δεν δεσμευόμαστε λέει η Lagarde

Στο 3,5% το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, την ώρα που ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη είναι 2,2%, πολύ κοντά στον στόχο του 2%.

Kathimerini.gr

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μείωσε εκ νέου το βασικό της επιτόκιο κατά 25 μονάδες βάσης στο 3,5%, καθώς ο πληθωρισμός επιβραδύνεται και η οικονομική ανάπτυξη παραπαίει, αλλά δεν έδωσε σχεδόν καμία ένδειξη για το επόμενο βήμα της παρά το γεγονός ότι οι επενδυτές στοιχηματίζουν σε σταθερή χαλάρωση της πολιτικής τους επόμενους μήνες.

Όπως είπε η Christine Lagarde στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε της ανακοίνωσης, η απόφαση ελήφθη ομόφωνα, ενω επανέλαβε ότι η νομισματική πολιτική πρέπει να παραμείνει περιοριστική για διάστημα αρκετό ώστε να επανέλθει ο πληθωρισμός στον στόχο του 2%. Απέφυγε δε να δώσει οποιοδήπτο guidance για τα επόμενα βήματα, ακολουθώντας την πρακτική της ΕΚΤ το τελευταίο διάστημα.

«Θα αποφασίσουμε από συνάντηση σε συνάντηση. Δεν δεσμεύομαι για καμία συγκεκριμένη ημερομηνία και η πορεία μας δεν είναι καθόλου προκαθορισμένη», ξεκαθάρισε η Chistine Lagarde. «Η πορεία μας, της οποίας η κατεύθυνση είναι αρκετά προφανής – μια φθίνουσα πορεία – δεν είναι προκαθορισμένη, ούτε η σειρά ούτε το ύψος των μειώσεων».

Στις νέες της προβλέψεις, η ΕΚΤ αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,5% το 2024, 2,2% το 2025 και 1,9% το 2026, όπως και στις προβολές του Ιουνίου. Ελαφρά προς τα κάτω αναθεωρεί τις προβλέψεις για την ανάπτυξη με 0,8% το 2024, επιτάχυνση σε 1,3% το 2025 και 1,5% το 2026.

«Ο πληθωρισμός των υπηρεσιών είναι σαφώς η συνιστώσα των τιμών που απαιτεί πολύ προσεκτική κατανόηση, παρακολούθηση», δήλωσε χαρακτηριστικά η Lagarde. «Οι προβλέψεις του προσωπικού μας για τον Σεπτέμβριο είναι ουσιαστικά αμετάβλητες σε σχέση με τον Ιούνιο για το outlook του πληθωρισμού. Συνεχίζει να βλέπει επιστροφή στο 2% πριν από το τέλος του (2025) και αυτή είναι… η πέμπτη συνεχής άσκηση προβολής που δείχνει ότι επιτυγχάνεται ο στόχος του 2% στο τέλος του 2025. Το γεγονός αυτό ενισχύει την εμπιστοσύνη μας στη σταθερότητα και την ευρωστία αυτών των προβολών», επισήμανε.

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε η επικεφαλής της ΕΚΤ στις αυξήσεις των μισθών, λέγοντας ότι «η αύξηση των μισθών από συλλογικές συμβάσεις θα παραμείνει υψηλή και ασταθής κατά το υπόλοιπο του έτους λόγω του σημαντικού ρόλου των εφάπαξ πληρωμών σε ορισμένες χώρες και του κλιμακωτού χαρακτήρα της μισθολογικής προσαρμογής». Ωστόσο, ανέφερε ότι «η συνολική αύξηση του κόστους εργασίας μετριάζεται».

Ερωτηθείσα για την έκθεση του Mario Draghi σχετικά με το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, δήλωσε ότι υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη για μεταρρύθμιση και παρέχει συγκεκριμένες προτάσεις για να συμβεί αυτό. Επανέλαβε δε την στήριξη της ΕΚΤ για νέους δημοσιονομικούς κανόνες και κάλεσε τα κράτη – μέλη να τους εφαρμόσουν χωρίς καθυστέρηση.

Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση για την εξαγορά από την ιταλική UniCredit του 4,5% της γερμανικής Commerzbank, με αποτέλεσμα να γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας μετά το γερμανικό κράτος, η Lagarde παρέπεμψε στον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ, τον SSM, επισημαίνοντας ότι είναι αρμόδιος προκειμένου να εξετάσει κατά πόσο η εξέλιξη αυτή επηρεάζει τους βασικούς εποπτικούς δείκτες των δύο τραπεζών, και υπενθύμισε ότι η ΕΚΤ κατά πάγια τακτική δεν σχολιάζει επιχειρηματικές κινήσεις μεταξύ ιδιωτικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Η απόφαση της ΕΚΤ

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να μειώσει το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων – το επιτόκιο μέσω του οποίου δίνει την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής – κατά 25 μονάδες βάσης. Σύμφωνα με την επικαιροποιημένη αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου όσον αφορά τις προοπτικές για τον πληθωρισμό, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική, κρίνεται τώρα ενδεδειγμένο να γίνει ένα ακόμη βήμα προς τον μετριασμό του βαθμού συσταλτικής μεταβολής της νομισματικής πολιτικής.

Τα πρόσφατα εισερχόμενα στοιχεία για τον πληθωρισμό συμβαδίζουν σε γενικές γραμμές με τις προσδοκίες και οι τελευταίες προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ επιβεβαιώνουν τις προηγούμενες προοπτικές για τον πληθωρισμό. Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,5% το 2024, 2,2% το 2025 και 1,9% το 2026, όπως και στις προβολές του Ιουνίου. Ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί πάλι προς το τέλος του τρέχοντος έτους, εν μέρει λόγω του ότι οι προηγούμενες απότομες μειώσεις των τιμών της ενέργειας δεν θα περιλαμβάνονται πλέον στους ετήσιους ρυθμούς. Στη συνέχεια ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδο που συγκλίνει προς τον στόχο μας κατά το β΄ εξάμηνο του επόμενου έτους. Όσον αφορά τον πυρήνα του πληθωρισμού, οι προβολές για το 2024 και το 2025 έχουν αναθεωρηθεί ελαφρώς προς τα πάνω, καθώς ο πληθωρισμός των τιμών των υπηρεσιών είναι υψηλότερος από ό,τι αναμενόταν. Ταυτόχρονα, οι εμπειρογνώμονες συνεχίζουν να αναμένουν ταχεία μείωση του πυρήνα του πληθωρισμού, από 2,9% φέτος σε 2,3% το 2025 και 2,0% το 2026.

Ο εγχώριος πληθωρισμός παραμένει υψηλός, καθώς οι μισθοί εξακολουθούν να σημειώνουν άνοδο με αυξημένο ρυθμό. Ωστόσο, οι πιέσεις από την πλευρά του κόστους εργασίας μετριάζονται και τα κέρδη αντισταθμίζουν εν μέρει την επίδραση των υψηλότερων μισθών στον πληθωρισμό. Οι συνθήκες χρηματοδότησης παραμένουν περιοριστικές και η οικονομική δραστηριότητα εξακολουθεί να είναι υποτονική, αντανακλώντας την υποτονικότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων. Οι εμπειρογνώμονες προβλέπουν τώρα ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 0,8% το 2024, ο οποίος θα επιταχυνθεί σε 1,3% το 2025 και 1,5% το 2026. Πρόκειται για ελαφρά προς τα κάτω αναθεώρηση σε σύγκριση με τις προβολές του Ιουνίου, η οποία οφείλεται κυρίως στη μικρότερη συμβολή της εγχώριας ζήτησης τα επόμενα τρίμηνα.

Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Θα διατηρήσει τα επιτόκια πολιτικής επαρκώς περιοριστικά για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που βασίζεται στα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και να λαμβάνει αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης έκτασης και διάρκειας της συσταλτικής μεταβολής της νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική. Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων για συγκεκριμένη πορεία των επιτοκίων.

Όπως ανακοινώθηκε στις 13 Μαρτίου 2024, ορισμένες αλλαγές στο λειτουργικό πλαίσιο για την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής θα τεθούν σε ισχύ από τις 18 Σεπτεμβρίου. Πιο συγκεκριμένα, η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα οριστεί στις 15 μονάδες βάσης. Η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου οριακής χρηματοδότησης και του επιτοκίου των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης θα παραμείνει αμετάβλητη στις 25 μονάδες βάσης.

Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να μειώσει το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων κατά 25 μονάδες βάσης. Το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων είναι το επιτόκιο με το οποίο το Διοικητικό Συμβούλιο δίνει την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, όπως ανακοινώθηκε στις 13 Μαρτίου 2024 μετά την αναθεώρηση του λειτουργικού πλαισίου, η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα οριστεί στις 15 μονάδες βάσης. Η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου οριακής χρηματοδότησης και του επιτοκίου των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης θα παραμείνει αμετάβλητη στις 25 μονάδες βάσης. Ως εκ τούτου, το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα μειωθεί σε 3,50%. Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και το επιτόκιο της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης θα μειωθούν σε 3,65% και 3,90% αντιστοίχως. Οι αλλαγές θα τεθούν σε ισχύ από τις 18 Σεπτεμβρίου 2024.

Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)
Το χαρτοφυλάκιο APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.

Το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον όλα τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αγοράστηκαν στο πλαίσιο του PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, μειώνοντας το μέγεθος του χαρτοφυλακίου PEPP κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπίζονται οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.

Πράξεις αναχρηματοδότησης

Καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης και η συνεχιζόμενη αποπληρωμή τους συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση