ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το δίλημμα της Ρώμης για τον Δρόμο του Μεταξιού

Η αποχώρησή της από το έργο της Κίνας μπορεί να βλάψει τις ιταλικές επιχειρήσεις

Αφού πρώτα προκάλεσε έντονες αντιδράσεις σε Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες όταν το 2019 αποφάσισε να προσχωρήσει στον νέο Δρόμο του Μεταξιού, η Ιταλία εξετάζει τώρα την αποχώρησή της από το τιτάνιο έργο επέκτασης της κινεζικής επιρροής.

Ανησυχώντας όμως για την αντίδραση της Κίνας, ακόμη και για το ενδεχόμενο αντιποίνων, σχεδιάζει συνομιλίες με το Πεκίνο σε μια προσπάθεια να διατηρήσει φιλικές σχέσεις και συνεργασία στον τομέα του εμπορίου. Η Ρώμη έχει υποστεί πιέσεις, και το περασμένο έτος στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι χαρακτήρισε «μεγάλο λάθος» τη συμμετοχή της Ιταλίας στο κινεζικό σχέδιο. Μέχρι στιγμής, πάντως, και παρά την υπόσχεση που έδωσε στην Ουάσιγκτον, η Μελόνι δηλώνει ότι δεν έχει αποφασίσει πλήρως αν θα αποχωρήσει η Ιταλία από τον Δρόμο του Μεταξιού και ότι «η συζήτηση είναι ανοικτή».

Μιλώντας, όμως, στους Financial Times, στελέχη της κυβέρνησης Μελόνι τόνισαν πως η ιδανική λύση θα ήταν να αποχωρήσει η Ιταλία, χωρίς όμως να προκαλέσει την οργή του Πεκίνου ή να υποστεί μέτρα αντεκδίκησης. «Θέλουμε να διατηρήσουμε καλές σχέσεις μαζί τους και να συνεργαστούμε ώστε να αποτρέψουμε την κλιμάκωση των προβλημάτων», τόνισε στέλεχος της κυβέρνησης και προσέθεσε πως η Ρώμη δεν έχει διάθεση να «ανταγωνιστεί την Κίνα». Για την κυβέρνηση Μελόνι έχει, πάντως, αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση και η πίεση είναι μεγάλη. Εχει συνάψει συμβόλαιο τετραετούς συνεργασίας στο πλαίσιο του Δρόμου του Μεταξιού, με την ιδιόρρυθμη πρόβλεψη όμως ότι θα ανανεωθεί αυτομάτως τον Μάρτιο του 2024 εκτός κι αν η Ρώμη ενημερώσει επισήμως το Πεκίνο τρεις μήνες πριν από την αποχώρησή της.

Η ιδανική λύση θα ήταν να φύγει, χωρίς όμως να προκαλέσει την οργή του Πεκίνου ή να υποστεί μέτρα αντεκδίκησης.

Αυτό σημαίνει πως η ακροδεξιά κ. Μελόνι, που θέλει να αποδείξει ότι είναι αξιόπιστος εταίρος και σύμμαχος των ΗΠΑ και της Ε.Ε., έχει μέχρι τον Δεκέμβριο προθεσμία για να διευθετήσει ένα από τα πλέον δυσεπίλυτα θέματα εξωτερικής πολιτικής και να ελαχιστοποιήσει τις διπλωματικές και οικονομικές συνέπειες.

Οπως επισημαίνει ο Στέφανο Στεφανίνι, πρώην πρέσβης της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ, «δεδομένων των εντάσεων στη σχέση των ΗΠΑ με την Κίνα, δεν μπορούμε να παραμείνουμε σύμμαχος της Ουάσιγκτον και ταυτοχρόνως να παραμένουμε μέλος του Δρόμου του Μεταξιού». Αλλα στελέχη της κυβέρνησης εκτιμούν, πάντως, πως έχει μειωθεί η πίεση προς τη Ρώμη εξαιτίας της αμέριστης στήριξης στην Ουκρανία. Στο μεταξύ, ο επιχειρηματικός κόσμος της Ιταλίας, που ήδη έχει πληγεί εξαιτίας των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ανησυχεί καθώς έχει στραφεί στην Κίνα: οι εξαγωγές της Ιταλίας στην Κίνα εκτοξεύθηκαν κατά 92,5% μέσα στο α΄ τρίμηνο του 2023 σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους κυρίως χάρη στις εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων.

Οπως τονίζει ο Μάριο Μποζέλι, πρόεδρος του Συμβουλίου Ιταλίας – Κίνας, «το ενδεχόμενο αποχώρησης από τον Δρόμο του Μεταξιού μπορεί να παγώσει τις διμερείς σχέσεις σε μια ιστορική στιγμή στην οποία επιχειρήσεις και επαγγελματίες επιθυμούν διακαώς να επιστρέψουν στην κινεζική αγορά».

Από κινεζικής πλευράς, το υπουργείο Εξωτερικών τόνισε προσφάτως ότι η Ρώμη «πρέπει να εξακολουθήσει να αξιοποιεί τις δυνατότητες συνεργασίας στο πλαίσιο του Δρόμου του Μεταξιού και να επιτρέψει στη συνεργασία των δύο χωρών να ωφελήσει και τις δύο». Μιλώντας στους Financial Times, ο Σι Γινχόνγκ, καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Renmin του Πεκίνου, τόνισε πως το δίλημμα της Ρώμης είναι προϊόν της «καιροσκοπικής προσέγγισης» που είχαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις της Ιταλίας ως προς την Κίνα.

Η Ιταλία συμφώνησε να συμμετάσχει στον Δρόμο του Μεταξιού το 2019 όταν πρωθυπουργός ήταν ο Τζουζέπε Κόντε και κυβερνών κόμμα το λαϊκιστικό κίνημα των Πέντε Αστέρων, ενώ η χώρα είχε πληγεί από τις επιπτώσεις της κρίσης χρέους. Εκτοτε η Ιταλία έχει απορροφήσει σημαντικά κινεζικά κεφάλαια από μεγάλες επενδύσεις της Κίνας στη χώρα σε κλάδους στρατηγικής σημασίας, όπως ο τομέας της ενέργειας και των τηλεπικοινωνιών. Ο διάδοχος του Κόντε, Μάριο Ντράγκι, επέδειξε μεγαλύτερη σύνεση και εμπόδισε σειρά εξαγορών ιταλικών επιχειρήσεων από κινεζικές, μεταξύ των οποίων και της ιταλικής εταιρείας μικροεπεξεργαστών Iveco.

Εξάλλου η κυβέρνηση Μελόνι προσπαθεί να περιορίσει την επιρροή της Sinochem στην Pirelli μολονότι η κινεζική εταιρεία είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος της ιταλικής βιομηχανίας ελαστικών κατέχοντας το 37% των μετοχών της.

Μεγάλο μέρος του ιταλικού πολιτικού κατεστημένου συμμερίζεται την αρνητική στάση της Μελόνι προς την Κίνα. Ο γερουσιαστής Ενρίοκο Μπόργκι, μέλος του κόμματος Italia Viva, τονίζει πως «στα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν από τη διακυβέρνηση των Πέντε Αστέρων έχουμε αντιληφθεί πολύ καλύτερα τους κινδύνους που απορρέουν από τον Δρόμο του Μεταξιού» και προσθέτει πως τα περισσότερα πολιτικά κόμματα της χώρας «δεν πιστεύουν πλέον πως η Κίνα μπορεί να λύσει τα προβλήματα της Ιταλίας».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση