ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Πώς Κύπρος και Ελλάδα βρέθηκαν στο στόχαστρο του Ιράν

Η εξιχνίαση τρομοκρατικού πυρήνα που συνδέεται με το Ιράν στην Αθήνα και πώς η Τεχεράνη διεισδύει στη Δύση στο κυνήγι ευκαιριακών στόχων

Του Γιάννη Ιωάννου

Του Γιάννη Ιωάννου

H δράση του βαθέως κράτους του Ιράν και δη του συμπλέγματος ασφάλειας της χώρας ή των proxies του («Ιρανοί Φρουροί της Επανάστασης» ή “al-Quds Force”, VAJA, Χεζμπολάχ του Λιβάνου, σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις σε Ιράκ και Συρία) δεν είναι άγνωστη ούτε στους μελετητές του φαινομένου της βίαιης ριζοσπαστικοποίησης και της τρομοκρατίας αλλά ούτε και στη σύγχρονη γεωπολιτική ανάλυση στον τομέα του ανταγωνισμού της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν και του κράτους του Ισραήλ. Εξάλλου ο ακήρυχτος πόλεμος είτε στο τριεθνές Ισραήλ-Λιβάνου-Συρία στα υψίπεδα του Γκολάν είτε διεθνώς ή ακόμη κι εντός ιρανικού ή ισραηλινού εδάφους (ανατολική Ιερουσαλήμ, Γάζα) μεταξύ της Μοσάντ και των «Ιρανών Φρουρών» διαρκεί εδώ και δεκαετίες με εκατέρωθεν απώλειες, συνεχείς clandestine επιχειρήσεις, με επιμέρους επιτυχίες κι αποτυχίες, καθώς και στο επίπεδο των μυστικών υπηρεσιών σε έναν μικρόκοσμο ο οποίος φαντάζει μεν συναρπαστικός για τον μέσο παρατηρητή στη Δύση αλλά παραμένει, σχετικά, άγνωστος σε σχέση με την παγκόσμια τζιχαντιστική τρομοκρατία (takfirism) του -κυρίαρχου στο Ισλάμ- δόγματος του σουνιτισμού.

Η «σιιτική τζιχάντ» ήρθε ως απότοκο της κοσμοϊστορικής για το Ιράν πολιτικής και ιδεολογικής μετάβασης προς την Θεοκρατία, μετά την Ιρανική Επανάσταση του 1979, στη Τεχεράνη και την πτώση του Σάχη και παράλληλα σφυρηλατήθηκε ως προς την βίαιη ιδεολογία της, τον τρόπο οργάνωσης και δράσης της και τους επιχειρησιακούς της στόχους σε δύο «ξεχασμένους» πλέον πολέμους: Τον μακρύ και κατακερματισμένο Εμφύλιο του Λιβάνου (1975-1990) και τον εξαιρετικά βίαιο Ιρανοιρακινό Πόλεμο (1980-1988) -ο οποίος καθιέρωσε την δύναμη “al-Quds” ως τον κατεξοχήν θεματοφύλακα του ιρανικού καθεστώτος.

Τα βίαια γεγονότα της Αραβικής Άνοιξης (2011) που έφεραν ως απότοκο τους τον πόλεμο της Συρίας καθώς και τα γεγονότα του Ιράκ μετά το 2003 όπως και η σεκταριστική δίωξη Σιιτών από αραβικά κράτη ή μοναρχίες του Κόλπου με κυρίαρχο το σουνιτικό Ισλάμ επανακαθόρισαν την «σιιτική τζιχάντ» που παραμένει μια terra incognita σε σχέση με οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος (ISIS, Daesh, ISIL) ή η αλ-Κάιντα που υπεραναλύθηκαν τα τελευταία χρόνια. Η «σιιτική τζιχάντ», σαφώς πιο οργανωμένη σε σχέση με το σουνιτικό παράδειγμα και με την επίσημη κρατική στήριξη που λαμβάνει από το Ιράν και την Χεζμπολάχ του Λιβάνου παραμένει πιο sophisticated όσον αφορά το αποτύπωμα της γεωγραφικά καθώς και την διοικητική και οικονομική της δομή.

Ο λεγόμενος «Άξονας Αντίστασης» του Ιράν εκτείνεται σε πολλά κράτη της Μέσης Ανατολής με proxies που μάχονται είτε σε ενεργές συγκρούσεις ή που προωθούν, σε πολιτικό επίπεδο, την γεωπολιτική ατζέντα του Ιράν. Το στρατιωτικό αποτύπωμα των συγκρούσεων των τελευταίων χρόνων καθώς και η εμπειρία που έχει αποκτηθεί έχουν καταστήσει τις δυνατότητες του Ιράν για clandestine επιχειρήσεις στο εξωτερικό μεγαλύτερη. Πηγή: ELINT NEWS

Kύπρος και Ελλάδα

Η Κύπρος και η Ελλάδα βρέθηκαν στο επίκεντρο της ιρανικής τρομοκρατίας με ξεκάθαρο επιχειρησιακό στόχο τα πλήγματα σε ανθρώπινους στόχους ή υποδομές ισραηλινών συμφερόντων. Η πρόσφατη μάλιστα εξάρθρωση του δικτύου Πακιστανών στην Ελλάδα, που θα στοχοποιούσαν εβραϊκό εστιατόριο στο κέντρο της Αθήνας, ομοιάζει ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της με την περίπτωση του Αζέρου εκτελεστή στη Λευκωσία ο οποίος θα εκτελούσε Ισραηλινό επιχειρηματία (σ.σ. τον Ισραηλινό μεγιστάνα Tέντι Σάγκι) καθώς και με την δραστηριοποίηση, παλιότερα, δικτύου της Χεζμπολάχ του Λιβάνου στη Λάρνακα -που για χρόνια αποθήκευε ποσότητες νιτρικής αμμωνίας. Η «σιιτική τζιχάντ», εκτός χωρών ΜΕΝΑ, διατηρεί πλούσιο ιστορικό δράσης σε χώρες της Λατινικής Αμερικής αλλά και, στα νεότερα χρόνια, σε χώρες όπως η Βουλγαρία και η Τουρκία -όπου πρόσφατα εξαρθρώθηκε μετά από συνεργασία της Μοσάντ με την τουρκική ΜΙΤ, μεγάλο τρομοκρατικό δίκτυο. Τελευταίως, ιρανικά δίκτυα έχουν αναπτυχθεί και σε αφρικανικές χώρες με πιο πρόσφατο το παράδειγμα Ιρανού κατασκόπου που δρούσε στη Τανζανία.

Οι περιπτώσεις της Ελλάδας και της Κύπρου ως προς την ξαφνική μετατόπιση τους, γεωγραφικά κι αναφορικά με το επιχειρησιακό πεδίο, στο «ραντάρ» του Ιράν για δυνητικές τρομοκρατικές επιχειρήσεις ή συγκαλυμμένες επιχειρήσεις κατασκοπείας αποτελεί κάτι που δεν πρέπει να προκαλεί έκπηξη. Καταρχάς, η Κύπρος -λόγω εγγύτητας και ιδεολογικών προσανατολισμών στον Ψυχρό Πόλεμο, υπήρξε ανέκαθεν, ιδίως στη δεκαετία του ’80, τερέν στο οποίο ξεδιπλώθηκε σε πλήρη ισχύ πτυχή της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης ενώ και η Αθήνα διατηρούσε για χρόνια μια παρελκυστική στάση ως προς τις διμερείς της σχέσεις με το Ιράν -με ενεργειακό μάλιστα αποτύπωμα.

Ωστόσο η ενίσχυση τα τελευταία χρόνια των σχέσεων Ισραήλ-Ελλάδας-Κύπρου δημιουργεί αντικειμενικές συνθήκες για την ιρανική, επιχειρησιακή, διείσδυση για σκοπούς ευκαιριακής στόχευσης ισραηλινών στόχων:

  • Έχουν αυξηθεί σε Ελλάδα και Κύπρο οι ισραηλινές κοινότητες, πολίτες δηλαδή του Ισραήλ ή άνθρωποι εβραϊκής καταγωγής που, πλέον, διαμένουν μόνιμα και εργάζονται (ή επιλέγουν να μετακομίσουν ως συνταξιούχοι) με επιχειρηματική ή λογιστική έδρα τους στις εν λόγω χώρες
  • Έχει αυξηθεί θεαματικά, ολόχρονα μάλιστα, η επισκεψιμότητα Ισραηλινών τουριστών στις εν λόγω χώρες για σκοπούς διακοπών
  • Πολύ πιθανόν το ιρανικό πλέγμα ασφάλειας, κάπως υποτιμητικά μάλιστα, θεωρεί πως στις εν λόγω χώρες τα μέτρα αντιτρομοκρατικής ασφάλειας και εν γένει η κουλτούρα ασφάλειας είναι χαλαρότερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες

Σε καμία περίπτωση, η υπόθεση του τρομοκρατικού δικτύου που εξιχνιάστηκε στην Ελλάδα -τόσο για σκοπούς ανάλυσης όσο και σε σχέση με την συζήτηση στη δημόσια σφαίρα- δεν πρέπει να αποτελεί πεδίο υπερβολής, αυθαίρετων συνδέσεων, μικροπολιτικής αντιπαράθεσης και γνωσιακής αμάθειας. Η σύγχρονη τρομοκρατία κάθε μορφής και δη η ισλαμική αποτελεί εξάλλου ένα σύνθετο ζήτημα που χρήζει θεωρητικής, κοινωνιολογικής και ψυχολογικής μελέτης και η συζήτηση περί ασφάλειας πρέπει να γίνεται τόσο με τεχνοκρατικούς όρους όσο και με πλήρη επίγνωση την συναφούς αβεβαιότητας που απορρέει από την ίδια την επιχειρησιακή φύση της τρομοκρατίας, την σύγχρονη προσέγγιση σε σχέση με την αντιτρομοκρατία και τον επαγγελματισμό που πρέπει να διακρίνει τις κοινότητες ασφάλειας, την αστυνόμευση, τις αρμόδιες υπηρεσίες και, τέλος, την περιφερειακή και διεθνή συνεργασία.

Την περίοδο 2011-2017 καταγράφεται επίσημα ένας μεγάλος αριθμός Πακιστανών μαχητών, σιιτικού θρησκευτικού υποβάθρου, που πολεμούν με φιλοασαντικές militias στον συριακό εμφύλιο πόλεμο. Πηγή: Γιάννης Ιωάννου

Το modus operandi του Ιράν

Αν και οι δύο υποθέσεις μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου δεν συνδέονται per se ως προς το επιχειρησιακό σκέλος, συνδέονται αναπόφευκτα στα πλαίσια λειτουργίας του Ιράν και του modus operandi του επί του πεδίου. Πρόκειται για δύο διαφορετικά terrorist plots που ωστόσο δείχνουν προς την κατεύθυνση δράσης συγκεκριμένων διευθύνσεων του ιρανικού συμπλέγματος ασφάλειας και δη των «Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης», των μυστικών υπηρεσιών του Ιράν (VAJA) και τμημάτων του υπουργείου Εσωτερικών της χώρας. Πιο συγκεκριμένα σε αμφότερες τις περιπτώσεις:

  • Έχουμε να κάνουμε με στρατολόγηση, σε χώρα εκτός του Ιράν, ξένων δυνητικών τρομοκρατών. Η δύναμη “al-Quds” φέρεται πως λειτουργεί τις μονάδες “840” -που βασίζεται σε ξένους και την μονάδα “400” -που βασίζεται σε Ιρανούς μαχητές. Η υψηλή εποπτεία και η διαχείριση αυτών των ομάδων γίνεται σε κεντρικό επίπεδο από αρμόδια υπηρεσία του ιρανικού ΥΠΕΣ («διεύθυνση 853»), συνεπώς ο handler των υπό στρατολόγηση ατόμων βρίσκεται επί ιρανικού εδάφους. Η «διεύθυνση 853» έχει γεωγραφικό οργανόγραμμα με την Ελλάδα και την Τουρκία να ανήκουν στο ίδιο «υποσύστημα»
  • Και στις δύο περιπτώσεις η πλειοψηφία των στρατολογημένων εν δυνάμει τρομοκρατών προέρχεται από χώρες με σιιτικό αποτύπωμα. Στις δύο περιπτωσιολογίες η κυρίαρχη εθνοτική ομάδα ήταν Πακιστανοί, σιιτικής καταγωγής -που στη περίπτωση της Ελλάδας, με μεγάλη συγκέντρωση Πακιστανών οικονομικής μεταναστευτικής γεωγραφίας, αποτελεί παραδοξότητα λόγω του κυρίαρχου σουνιτικού θρησκευτικού αποτυπώματος των Πακιστανών που διαμένουν μόνιμα ή παράτυπα στη χώρα (σ.σ. στη Κύπρο εκτός των Πακιστανών υπήρχε και φοιτητής λιβανικής καταγωγής, και φυσικά ο Αζέρος, ρωσόφωνος, εκτελεστής) και τέλος
  • Και στις δύο περιπτώσεις η στρατολόγηση πέραν του όποιου συγκείμενου ιδεολογικής ριζοσπαστικοποίησης, αντισημιτικής φύσης στην προκείμενη, αφορούσε σε ένα διαχρονικό κίνητρο της τρομοκρατίας: Την υψηλή χρηματική αμοιβή αυτού που θα φέρει εις πέρας την αποστολή. Με την συνήθη πρακτική, στη συνέχεια, της επόπτευσης του χώρου-στόχου, την απόπειρα εξεύρεσης οπλισμού και την εν δυνάμει καταγραφή του χτυπήματος για σκοπούς προπαγάνδας

Οι λόγοι που θα μπορούσαν να εξηγήσουν την ιρανική παρουσία σε Κύπρο, Τουρκία και Ελλάδα την περίοδο 2021-2023 για σκοπούς συνωμοτικής τρομοκρατικής δράσης απορρέει ξεκάθαρα από την κλιμάκωση του ακήρυχτου πολέμου Ιράν-Ισραήλ τα τελευταία χρόνια με το Ισραήλ να έχει καταφέρει σημαντικά πλήγματα ακόμη κι εντός της ιρανικής επικράτειας -σε σχέση με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν (σ.σ. στοχευμένες εξουδετερώσεις εμπλεκόμενων επιστημόνων) καθώς και στο επίπεδο της προσβολής στόχων στο επίπεδο της κυβερνοασφάλειας και, τέλος, των αεροπορικών προσβολών στόχων ιρανικών συμφερόντων επί συριακού εδάφους από την ισραηλινή πολεμική αεροπορία.

Η Liwa Zainebiyoun (σ.σ. δηλαδή η «Ταξιαρχία Ακολούθων της Zaynab», της μεγαλύτερης κόρης του Προφήτη Αλί των Σιιτών, και πρώτης ιμάμη, γνωστής και ως ηγέτιδαε του τέταρτου χαλιφάτου μετά την ιστορική για το σιιτικό Ισλάμ μάχη της Καρμπάλα) αποτελεί militia με δράση σε Ιράκ και Συρία που μιμείται το ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο της Χεζμπολάχ του Λιβάνου κι απαρτίζεται από Πακιστανούς σιίτες μαχητές με καταγωγή από το Πακιστάν, το Ιράν και την περιοχή Khyber Pass . Τα τελευταία χρόνια αποτελεί πόλο έλξης της βίαιης ριζοσπαστικοποίησης Πακιστανών σε αρκετά μέρη των χωρών ΜΕΝΑ. Η φωτογραφία που μνημονεύει πεσόντες «μάρτυρες» σε Συρία και Λίβανο προέρχεται από το επίσημο σάιτ του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη του Ιράν, Αγιατόλαχ, Αλί Χαμενέϊ.

Αντί επιλόγου

Και η Κύπρος και η Ελλάδα (σ.σ. με πλούσιο ιστορικό πολιτικής βίας, ακροαριστερής και ακροδεξιάς τρομοκρατίας) θα μπορούσαν δυνητικά να αποτελέσουν πεδία εκδήλωσης τρομοκρατικών χτυπημάτων διεθνών δικτύων -με βαρύτατες μάλιστα συνέπειες για την οικονομική τους δραστηριότητα λόγω του υψηλής αξίας τουριστικού τους προϊόντος. Έστω και σε ευκαιριακό επίπεδο. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Χωρίς βέβαια κάτι τέτοιο να οδηγεί στο άλλο άκρο και δη σε αυτό της αναπαραγωγής δημοφιλών μύθων «περί μη ελκυστικότητας των χωρών λόγω του Χ ή Ψ ιστορικού λόγου», αυθαίρετων προσεγγίσεων αντιμεταναστευτικής ή αντι-ισλαμικής ρητορικής ή ετεροπροσδιορισμών όπου όλα ανάγονται σε «υβριδικές απειλές εκ μέρους της Τουρκίας» (σ.σ. κανείς δεν αμφισβητεί πως κι αυτές υφίστανται). Στην κατανόηση του φαινομένου της τρομοκρατίας εξάλλου προέχει η γνώση και δη, στο επιχειρησιακό επίπεδο, η πρόληψη.

Ας ελπίσουμε πως τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος ιδιαίτερα, λόγω μεγέθους αλλά και της ιδιαιτερότητας του μη αποτελεσματικού ελέγχου λόγω του κατεχόμενου από την Τουρκία τμήματος, όχι μόνο αντιλαμβάνονται το σύνθετο φαινόμενο της τρομοκρατίας αλλά εργάζονται με συνέπεια, αξιοκρατία και επίγνωση για την θωράκιση τους -σε επίπεδο κρατικών χωρητικοτήτων.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Γιάννη Ιωάννου

Κύπρος: Τελευταία Ενημέρωση