Γιώργος Σκαφιδάς
Ουδείς εξεπλάγη. Η «Σούπερ Τρίτη» εξελίχθηκε, άλλωστε, ακριβώς όπως αναμενόταν: με τον Τραμπ να επικρατεί στη συντριπτική πλειονότητα των προκριματικών εκλογικών αναμετρήσεων έναντι των εσωκομματικών αντιπάλων του, τον Μπάιντεν να παίζει χωρίς αντίπαλο στην πλευρά των Δημοκρατικών και τη 52χρονη Χέιλι να αποσύρεται από την κούρσα για το προεδρικό χρίσμα της Ρεπουμπλικανικής παράταξης, αφήνοντας πίσω της έναν 77χρονο και έναν 81χρονο ως προεδρικούς υποψηφίους, τους γηραιότερους που έχουν διεκδικήσει ποτέ την αμερικανική προεδρία.
Ο 77χρονος Ντόναλντ Τραμπ έχει μέχρι στιγμής, από την αρχή της χρονιάς, επικρατήσει σε συνολικά 23 προκριματικές εκλογικές αναμετρήσεις, εξασφαλίζοντας 995 εκλέκτορες. Συγκριτικά, ως αντίπαλός του η Νίκι Χέιλι, κατάφερε να εξασφαλίσει την πρωτιά μόνον σε δύο Πολιτείες, συγκεντρώνοντας υποπολλαπλάσιο αριθμό εκλεκτόρων: μόλις 89.
Η διαφορά είναι πια τόσο μεγάλη υπέρ του Τραμπ που δεν έχει νόημα για τη Χέιλι να συνεχίσει. Ο 77χρονος απέχει, άλλωστε, μόλις 220 εκλέκτορες από τους συνολικά 1.215 που χρειάζεται, προκειμένου να εξασφαλίσει το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών. Κι αυτό, ενώ έχουμε ακόμη μπροστά μας τρεις μήνες προκριματικών εκλογικών αναμετρήσεων (σ.σ. οι σχετικές ψηφοφορίες ολοκληρώνονται στις αρχές Ιουνίου).
Στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών από την άλλη πλευρά, ο Τζο Μπάιντεν παίζει χωρίς αντίπαλο, έχοντας απέναντί του ως μοναδικό εσωκομματικό «ανταγωνιστή» όχι κάποιον προεδρικό υποψήφιο αλλά τις ψήφους διαμαρτυρίας όσων τσεκάρουν την επιλογή «uncommitted», ψηφίζοντας μεν αλλά χωρίς να ψηφίζουν κάποιον προεδρικό υποψήφιο.
«Οι προκριματικές επί της ουσίας τελείωσαν», γράφει ο Νέιτ Κον στους NY Times, θεωρώντας ότι οι υποψηφιότητες έχουν πια «κλειδώσει».
Ως έχουν πλέον τα πράγματα, όλα δείχνουν ότι οδεύουμε προς μια «επανάληψη» των προεδρικών εκλογών του 2020, με το τότε «Τραμπ vs Μπάιντεν» να δίνει πια τη θέση του σε ένα νέο «Τραμπ vs Μπάιντεν», επιβεβαιώνοντας τις προβλέψεις όσων αντιμετώπιζαν ήδη από πέρυσι την εν λόγω εξέλιξη ως το πιο πιθανό σενάριο.
«Για την ιστορία, εάν οι κ.κ. Τραμπ και Μπάιντεν όντως εξασφαλίσουν το προεδρικό χρίσμα των παρατάξεών τους, θα είναι το πρώτο δίδυμο προεδρικών υποψηφίων που κοντράρεται για δεύτερη φορά στην κάλπη… μετά τη δεκαετία του 1950 και τις προεδρικές μάχες των Αϊζενχάουερ και Στίβενσον. Παράλληλα, θα είναι και το με διαφορά μεγαλύτερο σε ηλικία δίδυμο προεδρικών υποψηφίων στα αμερικανικά χρονικά», γράφαμε στην «Κ» τον Απρίλιο του 2023.
Οπως και αν ιδωθεί, ως ρεβάνς ή ως απλό σίκουελ, η επικείμενη αναμέτρηση προβληματίζει. Στην πλειονότητά τους άλλωστε, οι Αμερικανοί ψηφοφόροι δεν προσεγγίζουν με ενθουσιασμό αυτήν τη νέα αναμέτρηση μεταξύ Τραμπ και Μπάιντεν, όπως προκύπτει μέσα από σειρά δημοσκοπήσεων (Monmouth University poll, Decision Desk HQ/NewsNation poll κ.ά.).
Τι θα κάνουν οι υποστηρικτές της Χέιλι
Τι θα κάνουν οι ψηφοφόροι της Νίκι Χέιλι τώρα που η εκλεκτή τους αποσύρθηκε από την κούρσα; Αυτό είναι ένα πολύ πρακτικό ζήτημα που θα μπορούσε να επηρεάσει, σε έναν βαθμό, το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα. Η ίδια η Χέιλι άφησε πάντως σήμερα να εννοηθεί ότι δεν πρόκειται να στηρίξει την προεδρική υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ.
Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση (Quinnipiac University) στην οποία αναφέρεται η Washington Post, από όσους υποστήριζαν μέχρι πρότινος τη Χέιλι, περίπου το 50% τώρα θα στηρίξει τον Τραμπ, το 37% θα «ρίξει» Μπάιντεν και το 12% δεν θα πάει καν να ψηφίσει.
Με βάση τις μέχρι τώρα σφυγμομετρήσεις, ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσιάζεται, πάντως, να διατηρεί προβάδισμα, «όχι μεγάλο αλλά ξεκάθαρο», έναντι του Μπάιντεν.
Οι New York Times υπογραμμίζουν σχετικά: «Στη θεωρία, ο Μπάιντεν θα έπρεπε να είναι το φαβορί, ως ένας εν ενεργεία πρόεδρος που διεκδικεί την επανεκλογή του με φόντο μια αρκετά υγιή οικονομία, εναντίον ενός αντιπάλου που κατηγορείται για σειρά ομοσπονδιακών εγκλημάτων […] Ο Τραμπ ξεκινά με προβάδισμα ωστόσο, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις».
Η μεγάλη αντίφαση
«Με βάση τα συνήθη κριτήρια, ο Μπάιντεν θα έπρεπε να οδεύει προς μια άνετη επανεκλογή. Το βίαιο έγκλημα έχει υποχωρήσει σε χαμηλό σχεδόν 50ετίας στις ΗΠΑ, η ανεργία κινείται κάτω από το 4% και τον Ιανουάριο οι χρηματιστηριακοί δείκτες S&P 500 και Dow έφτασαν σε επίπεδα ρεκόρ, ενώ περισσότεροι Αμερικανοί από ποτέ έχουν πια ασφάλιση υγείας και η χώρα παράγει πια περισσότερη ενέργεια από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή στα αμερικανικά χρονικά», γράφει ο Εβαν Οσνος στο περιοδικό New Yorker, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι όσα θεωρούνταν άλλοτε «συνήθη» δεν αρκούν πια για να εξηγήσουν τις εξελίξεις σε μια βάση αιτίου-αιτιατού.
«Ο Τραμπ παρουσιάζεται να κερδίζει, κι αυτό για έναν πολύ απλό λόγο: επειδή ο Μπάιντεν είναι ιδιαίτερα αντιδημοφιλής. Η δημοτικότητά του έχει κολλήσει κάτω από το 40% και οι εκλογείς δεν τον βλέπουν θετικά όπως άλλοτε. Σχεδόν τα 3/4 των ψηφοφόρων, μεταξύ αυτών και η πλειονότητα των Δημοκρατικών, λένε ότι είναι πολύ μεγάλος σε ηλικία για να είναι αποτελεσματικός ως πρόεδρος», γράφει από την πλευρά του ο Νέιτ Κον στους New York Times, θεωρώντας ωστόσο περισσότερο πιθανή μια τελική νίκη Μπάιντεν κι όχι Τραμπ στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Οι πρώιμες δημοσκοπήσεις τείνουν να μην είναι πάντοτε ενδεικτικές όσων ακολουθούν· και ο Μπάιντεν μπορεί να καταφέρει, τελικώς, να ανακάμψει, «επενδύοντας» σε ζητήματα όπως εκείνα του δικαιώματος στην άμβλωση και της προάσπισης της αμερικανικής δημοκρατίας. Οι Δημοκρατικοί μπορούν, άλλωστε, να καυχιούνται ότι κατάφεραν να αποφύγουν τη συντριβή στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022 για το Κογκρέσο, διαψεύδοντας όσους ανάμεναν τότε μια σαρωτική νίκη (βλ. «red wave») των Ρεπουμπλικανών. Θα μπορούσε, άραγε, κάτι ανάλογο να γίνει και στις κάλπες του ερχόμενου Νοεμβρίου;
Ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν παρουσιάζεται, πάντως, να πιστεύει στην προοπτική της επανεκλογής του, όπως σημειώνει ο Εβαν Οσνος μέσα από τις σελίδες του New Yorker.
Στον αντίποδα ωστόσο, έχουν κυκλοφορήσει στις ΗΠΑ το τελευταίο διάστημα και άλλου τύπου σενάρια… που θέλουν τους Δημοκρατικούς να αντικαθιστούν τον Μπάιντεν με κάποιον άλλον νεότερο προεδρικό υποψήφιο (ή κάποια άλλη υποψήφια όπως για παράδειγμα… τη Μισέλ Ομπάμα) πριν από το μεγάλο συνέδριο των Δημοκρατικών στο Σικάγο τον Αύγουστο του 2024.
Ποντάροντας… στον αντίπαλο
Προς το παρόν πάντως, τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Τραμπ παρουσιάζονται να αναζητούν πολιτική σωτηρία ο ένας στις αδυναμίες του άλλου.
Σύμφωνα με την εν λόγω ανάγνωση, το ακραία διχαστικό προφίλ του Τραμπ θα μπορούσε να συσπειρώσει ψηφοφόρους υπέρ του Μπάιντεν· αλλά και, στον αντίποδα, η μεγάλη ηλικία του Μπάιντεν θα μπορούσε να συσπειρώσει ψηφοφόρους υπέρ του (μόνο λίγα χρόνια νεότερου) Τραμπ.
Οσα άλλαξαν
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν, πάντως, συμβεί πολλά:
- ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ακραία υποτροπή του Παλαιστινιακού,
- η κρίση στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού και η όξυνση των μεταναστευτικών προκλήσεων στις ΗΠΑ,
- ο αμερικανικός «εμφύλιος» για τις αμβλώσεις έπειτα από τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου το 2022 και τα επεισόδια που είχαν προηγηθεί στις 6 Ιανουαρίου του 2021 με την εισβολή των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο,
- οι στιγμές αδυναμίας του γηραιού Μπάιντεν και οι απαγγελίες κατηγοριών σε βάρος ενός πρώην προέδρου όπως είναι ο Ντόναλντ Τραμπ…
Τα πρόσωπα, με άλλα λόγια, μπορεί να είναι ίδια αλλά το πλαίσιο έχει πια σε μεγάλο βαθμό αλλάξει. Πώς και αν θα μπορέσει αυτό να επηρεάσει το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα, μένει να φανεί. Είναι, ακόμη, νωρίς.