ΠΗΓΗ: Reuters
Επαίνους αντάλλαξαν την Τετάρτη ο Γερμανός καγκελάριος Σολτς και ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν μετά την ανακοίνωση για αποστολή αρμάτων μάχης στην Ουκρανία. Πίσω από τη συμφωνία, όμως, κρύβεται άφθονο παρασκήνιο, γεμάτες ένταση συνομιλίες και μεταβολές της τελευταίας στιγμής, που δοκίμασαν στο έπακρον τις αμερικανογερμανικές σχέσεις.
Η υπόθεση των αρμάτων απέδειξε επίσης ότι, παρά τους κομπασμούς της, η Ευρώπη παραμένει εξαρτημένη από τις ΗΠΑ για την άμυνά της, όπως επισημαίνει σε άρθρο της η εφημερίδα Financial Times. Για πολλούς στην Ουάσιγκτον, η αντιπαράθεση αποκάλυψε τις δυσκολίες προκειμένου να πεισθεί η Γερμανία να ξεπεράσει τις ιστορικές αναστολές της για προβολή στρατιωτικής ισχύος στην ανατολική Ευρώπη.
Η επιμονή του Γερμανού καγκελαρίου για ταυτόχρονη αποστολή Abrams και Leopard υποχρέωσε τις ΗΠΑ σε αλλαγή πορείας.
Για την επιτυχή έκβαση της διαπραγμάτευσης ιδιαίτερη μνεία αξίζει στον Αμερικανό σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν και στον Γερμανό ομόλογό του –και πρώην πρέσβη της Γερμανίας στην Αθήνα– Γενς Πλέτνερ.
Σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν Σολτς και Μπάιντεν στις 17 Ιανουαρίου, η διάσταση απόψεων γύρω από τα άρματα μάχης ήταν εμφανής. Ο Σολτς είπε ότι δεν θα έστελνε Leopard, εφόσον οι ΗΠΑ δεν έστελναν πρώτες άρματα Abrams. Ο Μπάιντεν εξήγησε στον Γερμανό καγκελάριο ότι οι ΗΠΑ δίσταζαν εξαιτίας των τεχνικών δυσκολιών που θα αντιμετώπιζαν τα Abrams στην Ουκρανία. Ο Σολτς παρέμεινε άτεγκτος. Ο Αμερικανός πρόεδρος στράφηκε τότε στον ΥΠΕΞ Αντονι Μπλίνκεν, ο οποίος όρισε τον Σάλιβαν επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας.
Σε σειρά πολύωρων συσκέψεων, ο Σάλιβαν και ο Πλέτνερ προσπάθησαν να εκπονήσουν κοινώς αποδεκτή συμφωνία. Κατά τη διάρκεια συνάντησής του με Αμερικανούς νομοθέτες στο Νταβός στις 18 Ιανουαρίου, ο Σολτς συνέχισε να επιμένει στην αρχική του άρνηση. «Ηταν απόλυτα ξεκάθαρος. Η γερμανική θέση ήταν λογική και αιτιολογημένη», είπε ο Δημοκρατικός βουλευτής της Μασαχουσέτης Σεθ Μόλτον.
Πίσω από τη γερμανική επιμονή κρυβόταν η πεποίθηση πως η ταυτόχρονη παράδοση αρμάτων μάχης στην Ουκρανία από πολλά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ θα περιόριζε τις πιθανότητες ρωσικών αντιποίνων.
Πίεση για συμφωνία
Την Παρασκευή 20 Ιανουαρίου, ημέρα της επίσκεψης του υπουργού Αμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Οστιν, στο Ράμσταϊν της Γερμανίας, η πίεση προς τις δύο πλευρές να φθάσουν σε συμφωνία είχε γίνει ασφυκτική. Παρότι η σύνοδος του Ράμσταϊν επρόκειτο να δώσει την ευκαιρία για επίδειξη ενότητας μεταξύ των συμμάχων, η απουσία συμφωνίας διέψευσε τις ελπίδες, προκαλώντας την οργή του Κιέβου και των κρατών της ανατολικής Ευρώπης.
Το παρασκήνιο
Ακόμη και το πρωί της Δευτέρας, κυβερνητικοί αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον συνέχιζαν να υποβαθμίζουν σε δηλώσεις τους την επιχειρησιακή αξία των Abrams. Η Δευτέρα αποδείχθηκε, πάντως, η αποφασιστική ημέρα της διαπραγμάτευσης. Ο Σάλιβαν και ο Πλέτνερ συνομίλησαν τρεις φορές, ενώ τελικά ο Οστιν παρουσίασε νέο σχέδιο στον Μπάιντεν, από το οποίο είχαν αφαιρεθεί κάποια από τα προσκόμματα για την αποστολή των αρμάτων μάχης στην Ουκρανία. Ο Μπάιντεν ενέκρινε τη συμφωνία την Τρίτη.
Η επιτυχία αυτή επιβεβαίωσε την ορθότητα της προσέγγισης του Μπάιντεν προς τον καγκελάριο Σολτς, την οποία ορισμένοι αναλυτές έχουν περιγράψει ως «στρατηγική υπομονή» απέναντι στο Βερολίνο. Οι ΗΠΑ απέφυγαν έτσι κάθε δημόσια καταγγελία της γερμανικής κωλυσιεργίας σε ό,τι αφορά τις οικονομικές κυρώσεις ή τη στρατιωτική βοήθεια. Η μεταστροφή του Μπάιντεν σήμανε ότι ο Σολτς θα μπορούσε να πιστωθεί πολιτικά την ταυτόχρονη αποστολή των αρμάτων. Κυβερνητικοί κύκλοι στο Βερολίνο εκτιμούν ότι οι επικρίσεις που δέχεται η χώρα τους είναι άδικες, καθώς το Βερολίνο παραμένει από τους σημαντικότερους δωρητές στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία.