Γράφει η Μάρω Βασιλειάδου
«Οι Ελληνες στη Μαύρη Θάλασσα από την εποχή του Χαλκού ώς τις αρχές του 20ού αιώνα», το έργο της ιστορικού, συγγραφέως και ακαταπόνητης ταξιδιώτισσας Μαριάννας Κορομηλά επανεκδίδεται. Το γεγονός αποτελεί ούτως ή άλλως είδηση: το βιβλίο που πρωτοκυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1991 στα αγγλικά για να συνοδεύσει τότε μία έκθεση στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, και πάλι το 2001, έχει βραβευτεί από την Ακαδημία Αθηνών, ενώ οι δυο του εκδόσεις στα ελληνικά –με τις ανατυπώσεις– πούλησαν συνολικά 19.000 αντίτυπα. Να όμως τώρα που οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις το επαναφέρουν στο προσκήνιο, αναδεικνύοντας τη σημασία της γεωγραφίας και της ιστορικής γεωγραφίας στη διαμόρφωση του παρόντος. Το απόσπασμα που η «Κ» αναδημοσιεύει σήμερα αναφέρεται στο ουκρανικό Φιδονήσι / Zmiinyi (αρχαία Λεύκη) –μια βραχονησίδα μικρότερη από 1 τετρ. χλμ. μπροστά στον Δούναβη–, που τα πρόσφατα πολεμικά γεγονότα έφεραν στην επικαιρότητα. Στις 24 Φεβρουαρίου το ρωσικό πολεμικό «Μόσκβα» διέταξε τους 19 Ουκρανούς φαντάρους που το φρουρούσαν να παραδοθούν. Εκείνοι αρνήθηκαν, οι Ρώσοι κατέλαβαν το νησάκι και αιχμαλώτισαν τους υπερασπιστές του. Η Ουκρανία τους ανακήρυξε ήρωες και εξέδωσε γραμματόσημο με έναν φαντάρο που κάνει το γνωστό νόημα στο «Μόσκβα». Το βιβλίο εκδίδεται από το Αρχείο της Πολιτιστικής Εταιρείας «Πανόραμα» (apan.gr), και αναμένεται στις αρχές Ιουνίου.
ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Στον Ποντάρχη Αχιλλέα αντί Προλόγου
Οταν ξεψύχησε ο λαβωμένος ήρωας Αχιλλέας, μια βοή συντάραξε το βόρειο Αιγαίο και έφριξαν τα πλήθη των πολεμιστών στην Τροία. Μέσα από τα ανταριασμένα κύματα αναδύθηκε η μάνα του η Θέτις και οι θαλασσινές νύμφες Νηρηίδες, που ήρθαν να μοιρολογήσουν τον θεόμορφο νεκρό. Σχημάτισαν έναν κύκλο γύρω από το κουφάρι, έσυραν την κραυγή του θρήνου κι έψαλαν μαζί με τις εννέα Μούσες ελεγεία και ωδές. Δεκαεπτά μερόνυχτα κράτησε το μοιρολόι. Τη δέκατη όγδοη μέρα άναψε η νεκρική πυρά. Την ώρα που καιγόταν η σορός και οι αρχηγοί των Ελλήνων λάβαιναν μέρος σε αθλητικούς αγώνες προς τιμήν του νεκρού, η Θέτις πλησίασε την πυρά κι έκλεψε την ψυχή του μονάκριβου παιδιού της. Βούτηξε στα νερά του Αιγαίου, διέσχισε τον Ελλήσποντο και την Προποντίδα, πέρασε τον Βόσπορο και, ακολουθώντας τα ετήσια περάσματα των ψαριών που πάνε να γεννήσουνε στις εκβολές του Δούναβη, έφτασε στην ακατοίκητη νησίδα Λεύκη. Μέσα στην άγρια ερημιά της Μαύρης Θάλασσας η πελαγίσια μάνα εναπόθεσε στα λευκά βράχια την αθάνατη ψυχή του νεκρού Αχιλλέα κι επέστρεψε στην Τροία για να παραστεί στην ταφή. Ηταν ο δέκατος χρόνος του Τρωικού Πολέμου.
Χιλιάδες γλάροι, θαλασσοπούλια και διαβατάρικα πουλιά, που ‘ρχονται από το στόμα του Δούναβη, τις εκβολές του Δνείστερου, τον κόλπο του Δνείπερου ή τις ρηχαδιές στα βορειοδυτικά της Κριμαίας, σταματούν μεσοπέλαγα για να ξεκουραστούν στα βράχια της Λεύκης. «Είναι οι σύντροφοι του Αχιλλέα», έλεγαν οι ναυτικοί. […]
Ηταν Αύγουστος του 1991 όταν οι Σοβιετικοί στρατιώτες, που φρουρούσαν τον βόρειο βραχίονα του δέλτα του Δούναβη, διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν το παραδουνάβιο σύνορο των Σοβ. Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών της Ουκρανίας και της Μολδαβίας με τη Ρουμανία. Πίσω τους άφησαν τον πελώριο υδροβιότοπο του Δέλτα. Μέσα στις προσχώσεις και στα βαλτοτόπια το ποτάμι σχηματίζει τρεις βαθιές διακλαδώσεις, τρεις διεξόδους των νερών προς τη Μαύρη Θάλασσα. Ο βορειότερος από τους τρεις βραχίονες, το επί δεκαετίες αμφισβητούμενο ρουμανοσοβιετικό σύνορο, ονομάζεται Chilia. Ενας παγερός και αυστηρά ελεγχόμενος χώρος ώς τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Μόνον τσακάλια, βίδρες κι αγριοπούλια κινούνταν στη νεκρή ζώνη, ενώ οι απομονωμένες κοινότητες των ψαράδων βούλιαζαν στα έλη, παγιδευμένες ανάμεσα στα σοβιετικά και τα ρουμανικά φυλάκια. Τίποτα δεν είχε μείνει να θυμίζει την αλλοτινή ζωή. Η μόνη ανάμνηση από το απώτατο παρελθόν ήταν το παραφθαρμένο ελληνικό όνομα του πλωτού βραχίονα. Αχίλλεια τον έλεγαν οι Ελληνες τιμώντας τον Ποντάρχη Αχιλλέα. Ακίλια και Κίλια τον είπαν οι Ρουμάνοι κι όλοι οι άλλοι λαοί της περιοχής. Και 20 μίλια ανατολικότερα από το στόμιό του βρίσκεται η μοναχική βραχονησίδα Λεύκη (το ουκρανικό Zmiinyi ή Φιδονήσι). «Οι λαοί που ζουν κοντά στη Λεύκη θα τιμούν αιώνια τον γιο σου», είχε πει ο θεός Ποσειδώνας στη Θέτιδα, όταν της παραχώρησε τη νησίδα. Αλλά από τον δέκατο χρόνο του Τρωικού Πολέμου μέχρι σήμερα έχουν περάσει περισσότερα από τρεις χιλιάδες εκατό χρόνια. Να υποθέσει λοιπόν κανείς ότι ο Ποσειδώνας κράτησε απλώς την υπόσχεσή του και να αρκεστεί στην παντοδυναμία των ολύμπιων θεών ή να παρακολουθήσει το ιστορικό της μεγάλης ελληνικής περιπέτειας στη Μαύρη Θάλασσα, ξεκινώντας από τον Αξενο Πόντο των θεών και των ηρώων; Η πεισματική επιμονή των καθαγιασμένων τοπωνυμίων και το μυκηναϊκό σπαθί που βρέθηκε στην πεδιάδα κοντά στους βαλτότοπους του Δούναβη δεν αφήνουν πολλά περιθώρια επιλογής.