Kathimerini.gr
Για «ημέρα ντροπής για το βρετανικό κράτος», έκανε λόγο ο πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, με αφορμή τα ευρήματα της έκθεσης για το σκάνδαλο με το μολυσμένο αίμα στο οποίο εμπλέκονταν υπουργοί, κυβερνητικοί αξιωματούχοι και εργαζόμενοι στις υπηρεσίες υγείας.
Σύμφωνα με την έκθεση, μέσα σε 20 χρόνια, μεταγγίσεις μολυσμένου αίματος οδήγησαν σε 3.000 θανάτους, ενώ χιλιάδες πολίτες προσβλήθηκαν από ηπατίτιδα ή HIV.
«Η σημερινή είναι ημέρα ντροπής για το βρετανικό κράτος», είπε ο Σούνακ τη Δευτέρα, κατά την ομιλία του στο κοινοβούλιο, ζητώντας επίσημα συγγνώμη «για αυτήν τη φρικτή αδικία».
Ο πρωθυπουργός είπε ότι την Τρίτη η κυβέρνησή του θα παρουσιάσει ένα πρόγραμμα αποζημίωσης των θυμάτων για τη «χειρότερη ιατρική καταστροφή» στην ιστορία του εθνικού συστήματος υγείας της Βρετανίας, του NHS.
«Oποιο και αν είναι το κόστος για την υλοποίηση, θα το πληρώσουμε», διαβεβαίωσε, υποσχόμενος ότι τα θύματα και οι οικογένειές τους «θα αποζημιωθούν πλήρως».
Επί είκοσι χρόνια, από τη δεκαετία του ’70 μέχρι εκείνη του ’90, χιλιάδες αιμορροφιλικοί και ασθενείς που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση έλαβαν αίμα μολυσμένο με τον ιό της ηπατίτιδας C ή τον HIV.
Επειτα από έρευνα επτά ετών, σήμερα δόθηκε στη δημοσιότητα η έκθεση που επιρρίπτει ευθύνες σε διαδοχικές κυβερνήσεις για το σκάνδαλο και τη συγκάλυψή του.
Το NHS καθυστέρησε να ενημερώσει όσους μολύνθηκαν (κάποιες φορές το έκανε έπειτα από χρόνια), ενώ οι αρχές δεν απέσυραν τα ύποπτα προϊόντα αίματος όταν εκφράστηκαν αμφιβολίες για την ποιότητά τους.
Επίσης, το NHS δεν προσπάθησε να μειώσει τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, ενώ το αίμα που προερχόταν από δότες στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν ελεγχόταν επαρκώς.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ