Kathimerini.gr
Η τρέχουσα κατάσταση στη Γαλλία δίνει προς τα έξω την εικόνα μιας χώρας που φαίνεται να βρίσκεται «στα πρόθυρα μιας επανάστασης», σχολιάζει το Politico.
Σε μεγάλες πόλεις, από το Παρίσι έως τη Λυών, ξέσπασαν ταραχές τη νύχτα της Πέμπτης, με μαυροντυμένους διαδηλωτές να ανάβουν φωτιές και να εκτοξεύουν αντικείμενα κατά των δυνάμεων ασφαλείας, αφού ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν πέρασε από το κοινοβούλιο μια αντιδημοφιλή μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Περισσότεροι από 400 αστυνομικοί τραυματίστηκαν.
Τα βίαια επεισόδια ήρθαν μετά από εβδομάδες μαζικών διαδηλώσεων, καθώς εκατομμύρια άνθρωποι διαμαρτυρήθηκαν σε γαλλικές πόλεις για να αντιταχθούν στη μεταρρύθμιση, που ανεβάζει την ηλικία συνταξιοδότησης στα 64 έτη από τα 62 έτη που ήταν μέχρι σήμερα. Περισσότερες διαδηλώσεις έχουν ήδη προγραμματιστεί για την επόμενη εβδομάδα, εντείνοντας έτσι την πίεση στην κυβέρνηση Μακρόν.
Ενδεικτική της εικόνας που παρουσιάζεται στο εξωτερικό ήταν και η απόφαση του Άγγλου βασιλιά Καρόλου να ακυρώσει την πολυαναμενόμενη επίσκεψή του στη Γαλλία.
Ωστόσο, «παρά τη μανία των διαδηλώσεων, οι οποίες θα μπορούσαν μάλιστα να επιδεινωθούν αν συμμετάσχουν και φοιτητές, ο Μακρόν διατρέχει σχεδόν μηδενικό ρίσκο να αναγκαστεί να εγκαταλείψει το αξίωμά του», σχολιάζει το Politico. «Αφού βγήκε οριακά σώος από την πρόταση μομφής, μπορεί να επιχειρήσει κάποιον ανασχηματισμό στο υπουργικό συμβούλιο και να παύσει την πρωθυπουργό του, την Ελιζαμπέτ Μπορν, αλλά το προεδρικό σύστημα είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε ο ηγέτης να είναι σχεδόν εγγυημένο πως θα παραμείνει πρόεδρος μέχρι την τελευταία ημέρα της θητείας του, το 2027».
Το μεγαλύτερο ερώτημα, λοιπόν, είναι τι θα συμβεί αφού ο Μακρόν, του οποίου το στυλ ηγεσίας έχει συχνά περιγραφεί και ως «βασιλικό», εγκαταλείψει οριστικά την πολιτική σκηνή.
Το σύνταγμα του απαγορεύει να διεκδικήσει και τρίτη θητεία, και ο Μακρόν θα αφήσει πίσω του ένα «ακυβέρνητο κυβερνών κόμμα το οποίο μπορεί να πάψει να υπάρχει χωρίς αυτόν, δημιουργώντας έτσι ένα κενό εξουσίας που ακροαριστεροί και ακροδεξιοί ηγέτες, συμπεριλαμβανομένης της Μαρίν Λεπέν (που έχει θέσει τρεις φορές υποψηφιότητα για προεδρία), θέλουν διακαώς να καλύψουν».
Και μπορεί ο Μακρόν να διατηρεί την εξουσία για την ώρα, αλλά η κοινοβουλευτική «εξέγερση» που αντιμετώπισε η κυβέρνησή του αυτήν την εβδομάδα – και το χάος που κατακλύζει τη χώρα – εγείρουν δυσοίωνα ερωτήματα για το μέλλον, για όποιον ελπίζει πως η Γαλλία θα παραμένει ακλόνητα προσδεδεμένη στο φιλελεύθερο «στρατόπεδο» υπέρ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. «Με άλλα λόγια, μετά τον Μακρόν, ο κατακλυσμός», σχολιάζει το Politico.
«Το πρώτο σημάδι κινδύνου πάνω από τη γαλλική δημοκρατία είναι η κατάσταση του ίδιου του κόμματος του Μακρόν, της κεντρώας πολιτικής ομάδας της Αναγέννησης. Σε πολλά συστήματα, τα κόμματα εξουσίας έχουν βαθιές ρίζες και ιδεολογικά θεμέλια που, τουλάχιστον θεωρητικά, τους δίνουν λόγο ύπαρξης πέρα από την άσκηση της εξουσίας», σημειώνει ο συντάκτης του Politico, Nicholas Vinocur.
«Αλλά αυτό δεν ισχύει για το κόμμα του Μακρόν, το οποίο γεννήθηκε με μοναδικό σκοπό να οδηγήσει τον ιδρυτή του στο προεδρικό μέγαρο των Ηλυσίων και ακολούθως να υποστηρίξει την κυβέρνησή του (…) Με λίγες εξαιρέσεις, δεν έχει αναδείξει τολμηρές προσωπικότητες που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν φυσικοί διάδοχοι του προέδρου.»
Και ενώ το κόμμα ήδη αντιμετωπίζει προβλήματα με την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, η «εξέγερση» κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού αυτήν την εβδομάδα, αποκάλυψε ότι η Αναγέννηση είναι πολύ πιο αδύναμη ακόμη και από ό,τι πιστευόταν προηγουμένως – «περισσότερο μια κούφια πλατφόρμα για να σταθεί ο Μακρόν παρά ένα εφαλτήριο για μελλοντικούς ηγέτες».
Η πρωθυπουργός Μπορν πίστευε ότι θα μπορούσε να βασιστεί στην υποστήριξη του κεντροδεξιού κόμματος Les Républicains για να της παράσχει τις απαραίτητες ψήφους για να περάσει τη μεταρρύθμιση, στο πλαίσιο μιας άτυπης συμφωνίας συνασπισμού.
Ωστόσο, αυτή η ελπίδα εξανεμίστηκε ξαφνικά και απροσδόκητα όταν μια ομάδα 19 Ρεπουμπλικανών, με επικεφαλής τον Aurélien Pradié, αψήφησαν τις εντολές της ηγεσίας του κόμματός τους και ανακοίνωσαν ότι θα υποστηρίξουν την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Μακρόν. Το γεγονός αυτό αποκάλυψε όχι μόνο την αδυναμία της Αναγέννησης, αλλά και τη συνεχιζόμενη αποδιοργάνωση της κεντροδεξιάς στη Γαλλία – από την οποία αναδείχτηκαν οι περισσότεροι ηγέτες της χώρας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και που «τώρα είναι σκιά του παλιού της εαυτού».
«Το πολιτικό σκηνικό δεν είναι απλώς κατακερματισμένο – δεν προσφέρει καμία ελπίδα για τον πρόεδρο, την κυβέρνηση ή τους υποστηρικτές τους», σχολίασε ο Jean-Daniel Lévy, πολιτικός αναλυτής της εταιρείας δημοσκοπήσεων Harris Interactive. «Δεν υπάρχει ένα δόγμα Μακρόν ή ένας ιδεολογικός διάδοχος του Μακρόν».
Το δεύτερο «καμπανάκι κινδύνου» είναι το πόσο πολύ η συνταξιοδοτική κρίση έχει ενθαρρύνει τις ακροδεξιές και ακροαριστερές παρατάξεις στο κοινοβούλιο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ζαν Λικ Μελανσόν, ενός ακροαριστερού που έχει θέσει δύο αποτυχημένες υποψηφιότητες για την προεδρία και είναι τώρα το πιο αναγνωρίσιμο πρόσωπο στο NUPES, έναν πρόσφατα σχηματισμένο αριστερό συνασπισμό που συγκεντρώνει ό,τι έχει απομείνει από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, τη ακροαριστερή ομάδα του Μελανσόν «Ανυπότακτη Γαλλία» και τους Πράσινους.
Από το παρασκήνιο, ο Μελανσόν επανήλθε στο προσκήνιο εν μέσω της διαμάχης για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, με διαδοχικές εμφανίσεις στα μέσα ενημέρωσης. Ένας ευρωσκεπτικιστής κατά του ΝΑΤΟ, ο πρώην σοσιαλιστής κλίνει περισσότερο προς τη Βενεζουέλα παρά προς τις Βρυξέλλες και αναπαράγει «επαναστατικά» μηνύματα. Με τη συνταξιοδοτική του μεταρρύθμιση, ο Μακρόν «άναψε φωτιά και μπλόκαρε όλες τις εξόδους», σχολίασε ο Μελανσόν στα μέσα της εβδομάδας.
Τα βλέμμα της Λεπέν στο «στέμμα»
Ωστόσο, οι πιθανότητες του Μελανσόν να ανέλθει στην εξουσία το 2027 φαίνονται ισχνές. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του IFOP που δημοσιεύθηκε στις αρχές Μαρτίου, μόλις το 21% των Γάλλων πιστεύει ότι είναι ο καταλληλότερος για να ηγηθεί της αντιπολίτευσης – γεγονός που υποδηλώνει ότι δεν είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους υπόλοιπους οπαδούς των κομμάτων του συνασπισμού NUPES.
Πολύ καλύτερη είναι η θέση της Μαρίν Λεπέν, της επικεφαλής της ακροδεξιάς που ο Μακρόν νίκησε δύο φορές στους τελικούς γύρους δύο προεδρικών εκλογών. Ύστερα από την τελευταία ήττα της, η Λεπέν έχει κάνει βήματα καλλιεργώντας ένα κάπως πιο προεδρικό προφίλ, ενώ συνεχίζει την προσπάθεια να «αποτοξινώσει» την εικόνα του κόμματός της.
Όχι μόνο εγκατέλειψε το όνομα του κόμματος «Εθνικό Μέτωπο» που συνδέθηκε με τον πατέρα της, Ζαν-Μαρί Λεπέν, αλλά άφησε πίσω της και το σχέδιο εξόδου από την ευρωζώνη, έχοντας καθιερωθεί ως επικεφαλής της 88μελούς αντιπροσωπείας του κόμματός της στο γαλλικό κοινοβούλιο. Όλα αυτά την τοποθετούν στο επίκεντρο των εξελίξεων κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης.
«Δεν έχει επιβεβαιώσει ότι θα θέσει για τέταρτη φορά υποψηφιότητα για την προεδρία. Αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι δεν θα το κάνει. Και αυτή τη φορά, ο Μακρόν δεν θα είναι εκεί για να την σταματήσει.»
«Μετά τον Μακρόν, θα ακολουθήσουμε εμείς», δήλωσε η Λεπέν αυτήν την εβδομάδα στο BFMTV, αναφερόμενη στο κόμμα της, τον Εθνικό Συναγερμό.
Εκτός από τη Λεπέν, η προφανής επιλογή διαδοχής του Μακρόν θα ήταν ο Εντουάρ Φιλίπ – «ο αξιοσημείωτα αγαπητός πρώην πρωθυπουργός». Από τότε που εγκατέλειψε το αξίωμά του το 2017, ο Φιλίπ περνά «αθόρυβα» τον χρόνο του ως δήμαρχος της Χάβρης, μιας μεσαίου μεγέθους πόλης στη βόρεια ακτή της Γαλλίας, και αναπτύσσει τη δική του κεντροδεξιά πολιτική πλατφόρμα, τους Ορίζοντες.
Σε συνέντευξή του νωρίτερα μέσα στον μήνα, μίλησε για το γεγονός ότι πάσχει τόσο από αλωπεκία όσο και από λεύκη, και αυτό φάνηκε να ενισχύει τη δημοτικότητά του στους Γάλλους, οι οποίοι τον αξιολογούν ως την «προτιμώμενη πολιτική προσωπικότητα».
Αλλά η στάση του Φιλίπ σχετικά με τη συνταξιοδότηση – υποστηρίζει την αύξηση του νόμιμου ορίου ηλικίας στα 67 έτη, πέρα και πάνω από την πρόταση του Μακρόν – δεν τον ωφελεί. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Odoxa, το 61% των Γάλλων δεν ήταν ικανοποιημένο από την προσπάθειά του να υπερασπιστεί τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Ο ίδιος δεν έχει ακόμη δηλώσει με βεβαιότητα αν θα είναι υποψήφιος το 2027, και όσα διαδραματίστηκαν την περασμένη εβδομάδα υποδηλώνούν ότι η σχέση του με τον Μακρόν θα μπορούσε να αποδειχθεί τροχοπέδη στις προοπτικές του όταν ξεκινήσει η προεκλογική εκστρατεία, αν τελικά αποφασίσει να συμμετάσχει στην κούρσα.
Πηγή: Politico