David E. Sanger και Eric Schmitt/New York Times
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ. Τα δισεκατομμύρια δολάρια σε νέα όπλα για την Ουκρανία που ανακοινώθηκαν αυτό τον μήνα –συμπεριλαμβανομένων βρετανικών αρμάτων μάχης, αμερικανικών οχημάτων και οβίδων από τη Δανία και τη Σουηδία– αποτελούν απόδειξη της αποτυχίας του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να διασπάσει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ έπειτα από σχεδόν έναν χρόνο πολέμου. Ωστόσο, οι μικρές και σημαντικές ρωγμές γίνονται πολύ μεγάλες για να κρυφτούν.
Η πραγματική ανησυχία του Σολτς, υποπτεύονται, είναι ότι δεν πιστεύει ότι ο κόσμος είναι έτοιμος να δει γερμανικά τανκς κοντά στα σύνορα της Ρωσίας
Οι διαφορές αφορούν τη στρατηγική για το επόμενο έτος και το πιο άμεσο ερώτημα για το τι χρειάζεται η Ουκρανία τους επόμενους μήνες, καθώς και οι δύο πλευρές προετοιμάζονται για μεγάλες επιθέσεις την άνοιξη. Και ενώ οι περισσότερες από αυτές τις συζητήσεις διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών, η ανυπομονησία της Βρετανίας με τον τρέχοντα ρυθμό της βοήθειας και η άρνηση της Γερμανίας να παράσχει άρματα μάχης Leopard 2 στην Ουκρανία ξέσπασαν σε κοινή θέα αυτή την εβδομάδα.
Όταν ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, Τζέιμς Κλέβερλι, επισκέφθηκε προσφάτως την Ουάσιγκτον, συγκέντρωσε δημοσιογράφους για μεσημεριανό γεύμα και υποστήριξε ότι είναι δυνατό για την Ουκρανία να σημειώσει μια «νίκη» στον πόλεμο φέτος, εάν οι σύμμαχοι κινηθούν γρήγορα για να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες της Ρωσίας. Αξιωματούχοι στην Πολωνία, τις χώρες της Βαλτικής και τη Φινλανδία συμφώνησαν σε μεγάλο βαθμό με τη βρετανική αξιολόγηση.
Αμερικανοί αξιωματούχοι ήταν διστακτικοί, λέγοντας ότι είναι κρίσιμο να επιταχυνθεί η βοήθεια και να μην πλημμυρίσει η Ουκρανία με εξοπλισμό που δεν μπορούν ακόμη να λειτουργήσουν τα στρατεύματά της. Και υποστηρίζουν ότι σε έναν κόσμο περιορισμένων πόρων, θα ήταν σοφό να κρατήσουμε κάτι στο αποθεματικό γι’ αυτό που το Πεντάγωνο πιστεύει ότι πιθανότατα θα είναι μια παρατεταμένη σύγκρουση, στην οποία η Ρωσία θα προσπαθήσει να καταστρέψει την Ουκρανία με ανελέητα μπαράζ επιθέσεων και τακτικές που θυμίζουν Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την Παρασκευή, στο τέλος της συνάντησης στη Γερμανία των δεκάδων χωρών που προμηθεύουν την πολεμική προσπάθεια, ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ, επανέλαβε την αξιολόγηση που έχει κάνει ήδη από το φθινόπωρο.
«Για φέτος θα ήταν πολύ, πολύ δύσκολο να εκδιωχθούν στρατιωτικά οι ρωσικές δυνάμεις», είπε. Το καλύτερο που θα μπορούσαμε να ελπίζουμε είναι να πιέσουμε τη Ρωσία σε μια διπλωματική διαπραγμάτευση –με τον τρόπο που τελειώνουν οι περισσότεροι πόλεμοι– αν και ανώτεροι Αμερικανοί διπλωμάτες λένε ότι διατηρούν χαμηλές προσδοκίες για τις προθέσεις Πούτιν να ξεκινήσει σοβαρές συνομιλίες.
Στη συνέχεια ήρθε το μεγάλο «μπαμ» από τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς και την άρνησή του να στείλει αυτό που πολλοί στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες πιστεύουν ότι θα μπορούσε να είναι ένα αποφασιστικό όπλο στα χέρια της Ουκρανίας: τα γερμανικής κατασκευής τανκς Leopard 2.
Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Λόιντ Όστιν ΙΙΙ πέρασε αρκετές ημέρες προσπαθώντας να πείσει τους Γερμανούς να τα στείλουν ή τουλάχιστον να επιτρέψουν στην Πολωνία και σε άλλα κράτη που χρησιμοποιούν τα τανκς να τα επανεξαγάγουν. Αλλά μέχρι να τελειώσει η συνάντηση, ο Γερμανός υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, ανέφερε ότι δεν είχε επιτευχθεί συμφωνία, αν και είπε ότι θα λάβουν μια απόφαση «το συντομότερο δυνατό». Αυτός και ο Όστιν προσπάθησαν να επικεντρωθούν στην ενότητα της προσπάθειας για την αντιμετώπιση της Ρωσίας, παρά στο προφανές ρήγμα για τα όπλα.
Ο κανόνας της διαφορετικής στρατηγικής
Οι διαφορές στρατηγικής μεταξύ των συμμάχων εν καιρώ πολέμου είναι ο κανόνας, όχι η εξαίρεση. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξαν μεγάλες συζητήσεις σχετικά με το αν έπρεπε πρώτα να επικεντρωθούμε στην ήττα της ναζιστικής Γερμανίας και να στραφούμε αργότερα στην Ιαπωνία, η οποία είχε πραγματικά επιτεθεί σε αμερικανικό έδαφος. Παρόμοιες συζητήσεις έγιναν κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας, του Βιετνάμ και των πολέμων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν τον κύριο όγκο της μαχητικής δύναμης, συνήθως επικρατούσαν.
Αλλά από συνεντεύξεις με Αμερικανούς, Βρετανούς και άλλους Ευρωπαίους αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένων ανώτερων στρατιωτικών ηγετών, είναι σαφές ότι η Ουκρανία είναι διαφορετική περίπτωση. Μόνον οι Ουκρανοί είναι στην πρώτη γραμμή και κανείς δεν θέλει να τους πει πώς να δώσουν μια μάχη στην οποία οι δυνάμεις τους, οι μόνες που εμπλέκονται στην καθημερινή βαρβαρότητα, έχουν επιδείξει σθένος και αποφασιστικότητα. Ωστόσο, με τη Ρωσία και την Ουκρανία να σχεδιάζουν νέες επιθέσεις, η συζήτηση για τη στρατηγική και τα όπλα έχει φτάσει σε αυτό που ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ αποκάλεσε «σημείο καμπής».
Οι Ουκρανοί δεν έχουν κρύψει ότι, όσο κι αν εκτιμούν την υποστήριξη των συμμάχων τους, αυτό που παίρνουν δεν είναι αρκετό. Όταν η Βρετανία ανακοίνωσε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι θα έστελνε άρματα μάχης Challenger 2, ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας και οι υπουργοί Άμυνας εξέδωσαν κοινή δήλωση ευχαριστώντας τη βρετανική κυβέρνηση, προσθέτοντας όμως ότι «δεν αρκεί για την επίτευξη επιχειρησιακών στόχων».
Ο ηγέτης της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ήταν κατά τα ειωθότα ωμός. Αφού ευχαρίστησε τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη συνεισφορά των όπλων των 2,5 δισ. δολαρίων και των τουλάχιστον 3 δισ. που ανακοινώθηκαν πριν από μερικές εβδομάδες, είπε: «Οι εκατοντάδες ευχαριστίες δεν είναι εκατοντάδες τανκς».
Μάλιστα, σε μια εμφάνισή του στη γερμανική τηλεόραση, δήλωσε: «Αν έχετε Leopard, τότε δώστε τα σε εμάς».
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι ήταν εμφανώς απογοητευμένοι μετά τις διαπραγματεύσεις τους με τη γερμανική κυβέρνηση αυτή την εβδομάδα. Η Γερμανία είχε αρχίσει λέγοντας ότι θα έστελνε άρματα μάχης Leopard και θα εξουσιοδοτούσε άλλους, εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες έστελναν άρματα M-1 Abrams.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνήθηκαν, λέγοντας ότι το καίει τόσο καύσιμο –χρησιμοποιεί κινητήρα τζετ– και απαιτεί τέτοια γραμμή ανεφοδιασμού για να συνεχίσει να λειτουργεί, που δεν θα ήταν χρήσιμη στο περιβάλλον της Ουκρανίας. (Οι αξιωματούχοι απέφυγαν ερωτήσεις σχετικά με το γιατί ένα τανκ τόσο δύσκολο να λειτουργήσει σε ευρωπαϊκά πεδία μάχης βρίσκεται στο αμερικανικό οπλοστάσιο.) Τα βρετανικά Challenger και τα γερμανικά Leopard είναι πιο ευέλικτα και ταχύτερα.
Δημοσίως ωστόσο, ο Όστιν και άλλοι απέφυγαν να επικρίνουν τον Σολτς, ο οποίος κατά την άποψή τους κατάφερε τη μεγαλύτερη ανατροπή της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής –αρχής γενομένης από την αναστολή δύο αγωγών που φέρνουν φυσικό αέριο από τη Ρωσία– αρκετά επιδέξια.
Η πραγματική ανησυχία του Σολτς
Η πραγματική ανησυχία του Σολτς, υποπτεύονται, είναι ότι δεν πιστεύει ότι ο κόσμος είναι έτοιμος να δει γερμανικά τανκς κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, μια υπενθύμιση της ναζιστικής εισβολής στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένας ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος είπε αυτή την εβδομάδα ότι αν ο Σολτς και το γερμανικό κοινό ανησυχούν γι’ αυτό, υπό αυτές τις συνθήκες «είναι οι μόνοι που ανησυχούν».
Ενώ η Γερμανία δεν είπε το «ναι» στην αποστολή Leopard αυτή την εβδομάδα, δεν είπε ούτε «όχι» – τουλάχιστον όχι ακόμη. Αλλά η Ουκρανία έχει ένα πολύ στενό χρονικό περιθώριο για να ξεκινήσει μια δυνητικά αποφασιστική εαρινή επίθεση πριν το κάνουν οι Ρώσοι, και τα τανκς αποτελούν βασικό μέρος αυτής της προσπάθειας.
Πριν από ένα τέτοιο πολεμικό ξέσπασμα, η Ουκρανία πρέπει να συγκεντρώσει χιλιάδες ετοιμοπόλεμα στρατεύματα, να λάβει νέα προηγμένα όπλα από τη Δύση και να εκπαιδεύσει τους στρατιώτες της στο πώς να χρησιμοποιούν και να συντηρούν αυτά τα όπλα. Το να γίνουν όλα αυτά θα ήταν, σύμφωνα με τον στρατηγό Μίλεϊ, «μια πολύ, πολύ δύσκολη επιχείρηση».
Γι’ αυτό η καθυστέρηση της Γερμανίας στην έγκριση των τανκς ήταν τόσο απογοητευτική για τον Όστιν και άλλους ανώτατους Δυτικούς αξιωματούχους που προσπαθούσαν όλη την εβδομάδα να καταλήξουν σε συμφωνία με τους Γερμανούς ομολόγους τους για να παράσχουν ό,τι χρειάζεται τώρα η Ουκρανία για να ανακτήσει εδάφη.
«Αν σταματήσουμε, περιορίσουμε ή μειώσουμε τη βοήθεια, όλα θα ήταν μάταια», δήλωσε ο Βόπκε Χούκστρα, ο Ολλανδός υπουργός Εξωτερικών, σε συνέντευξή του. «Πρέπει να διπλασιάσουμε τη βοήθεια. Δεν υπάρχει υποκατάστατο της νίκης στο πεδίο της μάχης».
Μιλώντας για την τρέχουσα γερμανική θέση, ένας Βρετανός αξιωματούχος είπε ότι η δέσμευση του Λονδίνου να στείλει άρματα μάχης Challenger είχε σκοπό να ενθαρρύνει άλλα κράτη να κάνουν το ίδιο και ότι η βρετανική κυβέρνηση εξακολουθούσε να ελπίζει ότι και η Γερμανία θα το κάνει.
Σε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση της Παρασκευής, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας προσπάθησε να υποτιμήσει τη σημασία των Leopard και να υπογραμμίσει τι έχει προσφέρει η Γερμανία –μαχητικά οχήματα, αεράμυνα και πεδία εκπαίδευσης για Ουκρανούς στρατιώτες–, αναμφίβολα ελπίζοντας ότι το Βερολίνο τελικά θα ανταποκριθεί στο κύριο αίτημα της Ουκρανίας.
«Δεν πρόκειται στην πραγματικότητα για έναν ενιαίο σύστημα», είπε ο Όστιν, σπεύδοντας να σημειώσει ότι η Ουκρανία θα λάβει περισσότερα από 100 οχήματα μάχης Bradley και σχεδόν 90 οχήματα μάχης Stryker από τις Ηνωμένες Πολιτείες, κάτι που ισοδυναμεί με «δύο ταξιαρχίες μάχιμης δύναμης».
Ωστόσο, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας σημείωσε ότι ο χρόνος δεν είναι στο πλευρό της Ουκρανίας. «Έχουμε ένα παράθυρο ευκαιρίας τώρα, από σήμερα μέχρι την άνοιξη», είπε. «Δεν είναι πολύς καιρός».