Kathimerini.gr
Δέσποινα Κόντη , Δημήτρης Δελεβέγκος
Τις προοπτικές για επιστροφή στην ανάκαμψη τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως τορπιλίζει η καθυστέρηση στη διανομή εμβολίων κορωνοϊού, με την Παγκόσμια Τράπεζα να εκτιμά ότι η μεγέθυνση του παγκόσμιου ΑΕΠ θα περιοριστεί φέτος στο 1,6%, εάν η ανοσοποίηση του πληθυσμού προχωρήσει αργά. Για την Ελλάδα, παρότι διαθέτει ένα από τα πιο ολοκληρωμένα προγράμματα εμβολιασμών, πανευρωπαϊκά, με τη δεύτερη δόση να είναι εξασφαλισμένη, ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος. Απομένουν μόλις τέσσερις μήνες προκειμένου η κανονικότητα να αποκατασταθεί, ώστε από τον Ιούνιο οι αφίξεις να πυκνώσουν και ο στόχος για τουριστικές εισπράξεις στο 50% του 2019 να μην μοιάζει ουτοπικός.
Παρ’ όλα αυτά, η επιτάχυνση των εμβολιασμών αποτελεί άθλο, καθώς υπολογίζεται ότι, σε επίπεδο Ευρώπης, αντιστοιχούν δύο δόσεις ανά 100 άτομα, έναντι έντεκα και επτά σε Μεγάλη Βρετανία και Ηνωμένες Πολιτείες, αντίστοιχα. Τα προβλήματα που υποστηρίζει ότι αντιμετωπίζει η AstraZeneca ως προς την έγκαιρη προμήθεια των εμβολίων κι ενώ έχουν προ παραγγελθεί 300 εκατομμύρια δόσεις, με επιλογή για απόκτηση επιπλέον 100 εκατ. από την βρετανο-σουηδική φαρμακοβιομηχανία έχουν τροφοδοτήσει τις επικρίσεις για λάθος τακτική από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Εδωσε δηλαδή όλα τα… καρότα και έμεινε χωρίς μαστίγιο, δεδομένου ότι, ακόμη και μετά τη δημοσιοποίηση της σχετικής σύμβασης με την AstraZeneca, διαθέτει ιδιαίτερα στενά περιθώρια για άσκηση πίεσης προς τη φαρμακοβιομηχανία. Ολα αυτά, ενώ αγνοούνται οι πραγματικές αιτίες των καθυστερήσεων και γι’ αυτό οι Βρυξέλλες διέταξαν την περασμένη Πέμπτη έφοδο στο εργοστάσιο της AstraZeneca στη βελγική πρωτεύουσα, ώστε να διαπιστωθεί εάν πράγματι υφίσταται πρόβλημα ως προς τη δυναμικότητα της εν λόγω μονάδας. Τα προβλήματα αυτά, όμως, δεν αποτελούν παρά τη μία όψη του νομίσματος.
Η άλλη όψη αφορά τις AstraZeneca, Pfizer/Biontech και Moderna, τις τρεις εταιρείες που προηγούνται στην κούρσα των εμβολίων και πρόκειται, ανεξαρτήτως των χρόνων παράδοσης, να δουν τα μεγέθη τους να εκτοξεύονται. Ενδεικτικά, όπως προκύπτει από έκθεση της Bank of America, τα εκτιμώμενα έσοδα των Pfizer/Biontech και της Moderna ανέρχονται σε περίπου 19 δισ. ευρώ. Οσον αφορά την AstraZeneca με την οποία η Ε.Ε. βρίσκεται σε πόλεμο, η μετοχή της, από περίπου 44,6 ευρώ που διαπραγματευόταν στις 11 Μαρτίου του 2020, οπότε η COVID-19 κηρύχθηκε ως πανδημία από τον ΠΟΥ, έχει αυξηθεί άνω του 17%. Και παρότι στη λίστα των προμηθευτών αναμένεται να προστεθούν η CureVac, η Sanofi κι ενδεχομένως η Johnson & Johnson, οι Astra Zeneca, Pfizer/Biontech και Moderna αποτελούν τις «τρεις αδελφές» της φαρμακοβιομηχανίας από τις οποίες εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Και αυτό δεδομένου ότι τα εμβόλια που θα παραδοθούν στη χώρα μας, έως το τέλος του πρώτου τριμήνου, ανέρχονται σε 1,4 εκατ. από την Pfizer, σε 240.000 από τη Μοderna και σε 700.000 από την AstraZeneca με ενδεχόμενη παράδοση 140.000 εμβολίων επιπλέον.
PFIZER
Μετά τα Viagra και Lipitor στο εμβόλιο κατά του ιού
Κατακτώντας τα τελευταία χρόνια μία θέση μεταξύ των κορυφαίων φαρμακευτικών εταιρειών παγκοσμίως, η αμερικανική φαρμακοβιομηχανία Pfizer δεν έγινε γνωστή μόνο από το εμβόλιο που ανέπτυξε για τον κορωνοϊό.
Η εταιρεία είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη μερικά χρόνια πριν, συγκεκριμένα το 1998, όταν λάνσαρε στην αγορά το δημοφιλές φάρμακο Viagra. Ενώ αρχικά προοριζόταν για την αντιμετώπιση της υπέρτασης, τελικά το συγκεκριμένο σκεύασμα χρησιμοποιήθηκε για προβλήματα που σχετίζονται με τη στυτική δυσλειτουργία, γνωρίζοντας γρήγορα μεγάλη επιτυχία. Ηδη από το πρώτο τρίμηνο κυκλοφορίας του, σύμφωνα με το CNBC, το Viagra έφερε στην εταιρεία έσοδα που άγγιξαν τα 400 εκατ. δολ., ποσό που λίγο αργότερα ανήλθε στο 1,8 δισ. δολ. Εκτός όμως από το Viagra, η Pfizer έγινε ευρέως γνωστή και για άλλα brand, μεταξύ άλλων για το αγχολυτικό φάρμακο Xanax αλλά και το Lipitor, φάρμακο για τη μείωση της χοληστερόλης του οποίου οι πωλήσεις έφθασαν το 2011 κοντά στα 9,6 δισ. δολ. Το συγκεκριμένο φάρμακο θεωρείται «blockbuster» και αποτελούσε ίσως ένα από τα πιο σημαντικά σκευάσματα του χαρτοφυλακίου της. Σημειώνεται ότι μετά την πρόσφατη συγχώνευση της Mylan και της Upjohn, θυγατρικής της Pfizer, τα συγκεκριμένα φάρμακα ανήκουν πλέον στη νέα εταιρεία που δημιουργήθηκε μετά τη συνένωσή τους, τη Viatris, με την Pfizer να επικεντρώνεται στη βιοφαρμακευτική έρευνα.
Οι επιτυχείς φαρμακευτικές συνταγές οδήγησαν την κεφαλαιοποίησή της σε επίπεδα που σήμερα ξεπερνούν τα 200 δισ. δολ., με τα έσοδά της πλέον να υπερβαίνουν το ποσό των 51 δισ. δολ. Η εταιρεία απασχολεί κοντά στους 90.000 εργαζομένους, έχει παρουσία σε 180 χώρες και περιλαμβάνεται στη λίστα με τις 10 κορυφαίες φαρμακευτικές εταιρείες παγκοσμίως. Βέβαια, υπάρχουν και ορισμένα μελανά σημεία στην 172χρονη ιστορία της. Σύμφωνα με παλαιότερα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, το 2009 η εταιρεία συμφώνησε να πληρώσει 2,3 δισ. δολ. για τη διευθέτηση ποινικών και αστικών υποθέσεων που σχετίζονταν με την κυκλοφορία φαρμάκου της, ποσό που αποτελούσε ρεκόρ στον χώρο της υγείας. Σήμερα, τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στις εξελίξεις σχετικά με το εμβόλιο της Pfizer και της γερμανικής BionNTech, αλλά και στις γενικότερες καθυστερήσεις που παρατηρούνται κατά τη διαδικασία διανομής των εμβολίων. Το εμβόλιο της Pfizer, γνωστό με την ονομασία BNT162b2, ήταν το πρώτο που έλαβε τον Δεκέμβριο του 2020 έγκριση από τον αμερικανικό FDA και αποτελεί το πρώτο –μαζί με της Moderna– με τεχνολογία RNA που χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση κάποιου ιού.
Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του αμερικανικού κολοσσού είναι τα τελευταία δύο χρόνια ο Ελληνας Αλμπερτ Μπουρλά, ο οποίος έζησε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, ενώ σημαντική παρουσία έχει η εταιρεία και στη χώρα μας υλοποιώντας μία μεγάλη επένδυση στη συμπρωτεύουσα, μέσα από την ανάπτυξη ενός από τα έξι digital hub που δρομολογεί παγκοσμίως.
ASTRAZENECA
Η «χρυσή» συνεργασία με την Οξφόρδη
«Φιλοδοξούμε ότι το 2020 θα αποτελέσει άλλο ένα έτος προόδου», επισήμανε ο μη εκτελεστικός πρόεδρος της βρετανικής φαρμακευτικής εταιρείας AstraZeneca, Leif Johansson, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης των οικονομικών αποτελεσμάτων της για τη χρήση του 2019. Λίγες ημέρες μετά, ο στόχος που έθεσε ο κ. Johansson δείχνει να υλοποιείται καθώς η βρετανική εταιρεία, μαζί με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, εισήλθε στην κούρσα για την ανάπτυξη του εμβολίου κατά του κορωνοϊού.
Με το σύνολο του κύκλου εργασιών της να ανέρχεται το 2019 στα 24,4 δισ. δολ., η AstraZeneca δραστηριοποιείται σε θεραπευτικές κατηγορίες όπως η ογκολογία, που αντιπροσωπεύει το 37% του τζίρου της, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, παθήσεις που αφορούν το αναπνευστικό κ.ά. Τα δε ογκολογικά φάρμακά της σημείωσαν άνοδο της τάξεως του 44% το 2019 σε σύγκριση με το 2018, ενώ πλέον η κεφαλαιοποίησή της προσεγγίζει τα 100 δισ. δολ. και διαμορφώνεται στα 99,4 δισ. δολάρια.
Η εταιρεία Αstra A.B. ιδρύθηκε το 1913 στη Σουηδία προκειμένου η χώρα να καταφέρει να ανταγωνιστεί χώρες που παράγουν φάρμακα, όπως η Γερμανία και η Ελβετία. Αρχισε να γίνεται κερδοφόρος από το 1929, με τις πωλήσεις της σταδιακά να εκτοξεύονται και να εκατονταπλασιάζονται έως το 1957. Μετά τη συγχώνευση της Astra με τη βρετανική Ζeneca συστάθηκε η AstraZeneca, ένας κολοσσός των 67 δισ. δολ., που αποτέλεσε μία από τις πέντε μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες παγκοσμίως σε επίπεδο πωλήσεων, με έδρα τη Βρετανία.
Η ίδια έχει έρθει κατά καιρούς αντιμέτωπη με τη μήνιν των αμερικανικών αρχών. Σύμφωνα με τον διεθνή Τύπο, το 2010 συμφώνησε να καταβάλει πρόστιμο 520 εκατ. δολ. και να διευθετήσει κατηγορίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σχετικά με τη χορήγηση αντιψυχωσικού φαρμάκου για χρήση σε παιδιά και ηλικιωμένους ασθενείς χωρίς την έγκριση του αμερικανικού οργανισμού φαρμάκων (FDA).
Εκτός από τις διαδικασίες ανάπτυξης του εμβολίου, ορόσημο αποτέλεσε πέρυσι για την εταιρεία η εξαγορά-μαμούθ της αμερικανικής φαρμακευτικής Alexion έναντι 39 δισ. δολ., επιτρέποντας στην πρώτη να ενισχύσει την παρουσία της στην κατηγορία της ανοσολογίας και των σπάνιων ασθενειών.
«Η εξαγορά αυτή μας επιτρέπει να ενισχύσουμε την παρουσία μας στην ανοσολογία», δήλωσε ο CEO της AstraZeneca, Πασκάλ Σοριό. Οπως μεταδίδουν ξένα μέσα ενημέρωσης, η βρετανική φαρμακοβιομηχανία είχε αναφέρει ότι τα διοικητικά συμβούλια των δύο εταιρειών έχουν εγκρίνει το deal, το οποίο αναμένεται να κλείσει το πρώτο τρίμηνο του 2021.
MODERNA
Εκπληξη από μία startup βιοτεχνολογίας
Η αμερικανική Moderna άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστή από τον Ιανουάριο του 2020, οπότε εξασφάλισε χρηματοδότηση από τον Συνασπισμό Καινοτομίας και Προετοιμασίας κατά των Επιδημιών (CEPI). Στην Ελλάδα, τα πρώτα δημοσιεύματα άρχισαν να εμφανίζονται από τον Φεβρουάριο, οπότε ερευνητές της αμερικανικής κυβέρνησης ξεκίνησαν τις πειραματικές δοκιμές σε εμβόλιό της. Μέχρι τότε, η Moderna, μία από τις εταιρείες όπου στηρίζει τις προσδοκίες για ανάκαμψη η παγκόσμια οικονομία, τοποθετούνταν ως μια startup βιοτεχνολογίας που έχει καταφέρει να εξασφαλίσει ρεκόρ χρηματοδοτήσεων και κοινών συμφωνιών με μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες, όπως η AstraZeneca, η Alexion, η Merck και η Vertex.
Η εταιρεία ιδρύθηκε το 2010 ως Moderna Therapeutics, το 2018 μετονομάστηκε σε Moderna Inc. και τέλη τα ίδιας χρονιάς κατέστη ως η εταιρεία βιοτεχνολογίας που πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη, στην ιστορία, δημόσια πρόταση: άντλησε 621 εκατ. δολάρια στο χρηματιστήριο του Nasdaq, με τη συνολική κεφαλαιοποίησή της να διαμορφώνεται τότε στα 7,5 δισ. δολάρια. Σήμερα η κεφαλαιοποίησή της έχει εκτοξευθεί στα 63 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η εταιρεία, όπως υποστηρίζουν αναλυτές, παραμένει υποτιμημένη εάν ληφθεί υπόψη ότι η κεφαλαιοποίηση της Johnson & Johnson ξεπερνάει τα 440 δισ. ευρώ και αυτή της Pfizer αγγίζει τα 200 δισ. δολάρια. Τα μεγέθη αυτά γίνονται περισσότερο αντιληπτά εάν ληφθεί υπόψη ότι το 2013 η αποτίμηση της εταιρείας στο χρηματιστήριο ήταν μόλις προς 124 εκατ. δολάρια. Εκτός από ιδιωτικά κεφάλαια, έχει λάβει από την αμερικανική κυβέρνηση περίπου 2,5 δισ. δολάρια, ποσό που αφορά τη χρηματοδότηση των ερευνών της, αλλά και την αγορά δόσεων του εμβολίου της. Οσον αφορά τις επιδόσεις της Moderna κατά το εννεάμηνο του 2020, εμφάνισε κύκλο εργασιών 192 εκατ. ευρώ, έναντι 38 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2019, αλλά αυξημένες, κατά 21%, καθαρές ζημίες, στα 391 εκατ. ευρώ.
Την εταιρεία ελέγχουν εκτός από τον Γάλλο δισεκατομμυριούχο Στεφάν Μπανσέλ, που διαθέτει το 9% του μετοχικού κεφαλαίου και είναι διευθύνων σύμβουλος της Moderna, πέντε ακόμη επενδυτές και συνιδρυτές της. Να σημειωθεί εδώ ότι ο Μπανσέλ μέχρι το 2007, οπότε ανέλαβε τα ηνία της γαλλικής εταιρείας βιοτεχνολογίας BioMerieux, ως απόφοιτος του Harvard Business School, δεν είχε καμία ενασχόληση με τον χώρο της υγείας.
Η εταιρεία περιβάλλει με πέπλο μυστικότητας τις έρευνές της, το είδος των πατεντών και των τεχνολογικών μεθόδων που υιοθετεί, με την εξωστρέφειά της να έχει ενισχυθεί, ώς ένα βαθμό, μόνο μετά τη δημιουργία του εμβολίου για την COVID-19.