ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ο Τραμπ παίζει το «χαρτί» της οικονομίας για να πιέσει τον Πούτιν

Το σκεπτικό όσων εισηγούνται στην Ουάσιγκτον να αυξήσει το κόστος του πολέμου για τη Μόσχα

Βασίλης Κωστούλας

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ απείλησε τη Ρωσία με κυρώσεις αν δεν προσέλθει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με ειλικρινείς προθέσεις για μια ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία. Η πραγματικότητα που διαμορφώνεται στη ρωσική οικονομία φαίνεται να συνηγορεί στη διαπραγματευτική στρατηγική της Ουάσιγκτον, ανεξάρτητα από το αν ο Ντόναλντ Τραμπ ενδιαφέρεται πραγματικά να πετύχει μια συμφωνία με ευνοϊκούς όρους για την Ουκρανία. Η ανατομία μιας εμπόλεμης οικονομίας των δύο ταχυτήτων μέσα από τις αναλύσεις διεθνών εμπειρογνωμόνων καταδεικνύει τους λόγους για τους οποίους ο Λευκός Οίκος θα πρέπει τώρα να παίξει το χαρτί της ρωσικής φθοράς ως απόρροια του τριετούς πολέμου.

Ενδεικτική έκφραση της οικονομικής πρόκλησης για τον Πούτιν είναι σήμερα ο υψηλός πληθωρισμός, ο οποίος κινείται στην περιοχή του 10% –τον Δεκέμβριο του 2024 ήταν 9,6%–, χωρίς να εμφανίζει σημάδια βελτίωσης. Η δυσπιστία απέναντι στις επίσημες στατιστικές της Ρωσίας τοποθετεί μάλιστα ακόμη ψηλότερα τον δείκτη. Φορείς κοινωνικής πολιτικής, όπως η Romir, καταγράφουν αύξηση της δαπάνης για τα ρωσικά νοικοκυριά της τάξης του 20% το περασμένο έτος. Εξάλλου, σύμφωνα με τις ρωσικές αρχές, ο λεγόμενος αντιληπτός πληθωρισμός ανέρχεται περίπου στο 15%.

Τα υψηλότερα επιτόκια

Ως αποτέλεσμα, η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας εφαρμόζει σήμερα την πιο σφιχτή νομισματική πολιτική στον κόσμο με επιτόκιο στο δυσθεώρητο 21%. «Το επιτόκιο πολιτικής της τουρκικής κεντρικής τράπεζας στο 47,5% φαίνεται πολύ υψηλότερο από το επιτόκιο της Ρωσίας στο 21%. Ομως, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το πραγματικό ή προσαρμοσμένο στον πληθωρισμό επιτόκιο. Δεδομένου ότι ο πληθωρισμός στην Τουρκία είναι επί του παρόντος λίγο κάτω από το 45%, το πραγματικό επιτόκιο πολιτικής είναι περίπου 2,5%. Ωστόσο, ο πληθωρισμός στη Ρωσία κυμαίνεται στο 9%, γεγονός που καθιστά το πραγματικό επιτόκιο σε κάτι πάνω από 10% – εξαιρετικά υψηλό από κάθε άποψη», σχολίαζε ο ανώτερος οικονομικός ερευνητής του Chatham House Ντέιβιντ Λούμπιν.

Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μέσα σε αυτό το περιβάλλον «οι ρωσικές επιχειρήσεις αποθαρρύνονται να επενδύσουν, καθώς θεωρούν πλέον ότι είναι πιο κερδοφόρο και ασφαλές να τοποθετούν κεφάλαια σε τραπεζικές καταθέσεις με απόδοση 20%», όπως μεταφέρει ο Ρώσος δημοσιογράφος Μπόρις Γκροζόφσκι σε οικονομική ανάλυση για το Wilson Center – και με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις μελλοντικές προοπτικές της ρωσικής οικονομίας.

Ο λόγος για τον οποίο η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας αναγκάζεται να επιβάλει τόσο αυστηρή επιτοκιακή πολιτική δεν είναι άλλος από την ίδια την υπερθέρμανση της ρωσικής οικονομίας λόγω του πολέμου. Σύμφωνα με το σχέδιο προϋπολογισμού της Ρωσίας για το 2025, η αύξηση των δαπανών για την άμυνα και την εσωτερική ασφάλεια αντιπροσωπεύει το 43% του συνόλου των κρατικών δαπανών, με τον επιδοτούμενο κρατικό δανεισμό να ενισχύει ούτως ή άλλως την κατανάλωση στη ρωσική οικονομία, ως αποτέλεσμα όχι κάποιας βελτίωσης στην παραγωγικότητα αλλά μιας ξέφρενης χρηματοδότησης του πολέμου με αναπόφευκτες αρνητικές συνέπειες για τη μελλοντική ανάπτυξη.

Στο μεταξύ, η προσθήκη σχεδόν 500.000 στρατιωτών στην πολεμική προσπάθεια του Πούτιν από το 2022 και η φυγή ανθρώπινου κεφαλαίου από τη χώρα –κατά βάση νέων και καταρτισμένων– ακριβώς λόγω του πολέμου, έχουν περιορίσει την προσφορά στην αγορά εργασίας συντελώντας σε μια δημογραφική τάση η οποία συρρικνώνει το εργατικό δυναμικό της Ρωσίας. Με τη σειρά της, η υπερβολική ζήτηση για εργαζομένους έχει αυξήσει –μη βιώσιμα– τους μισθούς κατά περίπου 20%, γεγονός που δημιουργεί επιπλέον πρόβλημα για την κεντρική τράπεζα να μειώσει τον πληθωρισμό στον διακηρυγμένο στόχο του 4%.

Στρατεύματα

Δεν πρέπει να παραγνωριστεί ότι για να διατηρήσει αριθμητικό στρατιωτικό πλεονέκτημα στο μέτωπο και προκειμένου να αποφύγει μια νέα –υποχρεωτική– επιστράτευση, το ρωσικό καθεστώς προσφέρει γενναιόδωρα κίνητρα στους εθελοντές, όπως είναι τα μπόνους που αντιστοιχούν μέχρι και στον μέσο μισθό 4 ετών, κάτι που εντείνει και τις βαθιές οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες μεταξύ του κρατικού και ιδιωτικού τομέα της χώρας. Ομως, δεν είναι μόνο η υπερθέρμανση της οικονομίας.

Η σοβαρή έλλειψη δολαρίων μέσα από το ισοζύγιο πληρωμών της Ρωσίας, λόγω της επίδρασης του πολέμου στα νομίσματα που λαμβάνει η χώρα για τις εξαγωγές της, συνιστά τον δεύτερο και καίριο παράγοντα. Τον τελευταίο χρόνο το ρούβλι έχει υποτιμηθεί κατά 20% έναντι του δολαρίου. Σύμφωνα με το ΔΝΤ οι ρωσικές εξαγωγές σε προηγμένες οικονομίες –είναι αυτές που πληρώνουν σε σκληρά νομίσματα– είχαν μειωθεί στο τέλος του 2024 περίπου στο 10% του συνόλου έναντι 50% στις αρχές του 2022. Αυτό σημαίνει ότι, σε όρους δολαρίου, το εισόδημα της Ρωσίας σε μετατρέψιμα νομίσματα μειώθηκε από σχεδόν 300 δισ. δολάρια τον χρόνο σε λιγότερο από 60 δισ. δολάρια.

Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό, έχει αυξηθεί απότομα το εμπόριο της Ρωσίας με χώρες που δεν πληρώνουν σε μετατρέψιμα νομίσματα. Σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση από την κεντρική τράπεζα της Ρωσίας –σταμάτησε να δημοσιεύει στοιχεία στην αρχή του περασμένου έτους–, σχεδόν το 1/3 του ρωσικού εμπορίου διακανονιζόταν σε ρενμίνμπι, όπως είναι η επίσημη ονομασία του κινεζικού γουάν. Επιπλέον, οι εξαγωγές της Ρωσίας στην Ινδία –είναι τώρα ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της– διεξάγονται κατά σχεδόν 90% σε ρουπίες ή ρούβλια. Για τους λόγους αυτούς θεωρείται ότι μια απότομη κλιμάκωση των κυρώσεων εις βάρος της Ρωσίας θα ήταν τώρα πραγματικά αποτελεσματική.

Παραγωγή πετρελαίου

Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι εάν η κυβέρνηση Τραμπ υλοποιήσει την εξαγγελία για αύξηση της παραγωγής πετρελαίου κατά 3 εκατ. βαρέλια ημερησίως, το Κρεμλίνο θα έχει επιπρόσθετους και καθόλου αμελητέους λόγους να ανησυχεί, σε μια αγορά η οποία είναι ήδη προετοιμασμένη για πτώση στην τιμή τού –εξαγώγιμου και από τη Ρωσία– πετρελαίου το 2025.

Η διεθνής προσδοκία για το τρέχον έτος είναι ότι θα μπορούσε πραγματικά να σηματοδοτήσει τη λήξη του πολέμου. Σημαντικό μέρος του αφηγήματος είναι το γεγονός ότι η Ρωσία καταβάλλει πλέον υψηλό –οικονομικό και όχι μόνον– τίμημα για τη διατήρηση της εκστρατείας στην Ουκρανία. Δεν θα πρέπει άλλωστε να ξεχνάει κανείς τις απώλειες της χώρας αφενός σε ανθρώπινες ζωές στο μέτωπο αφετέρου σε όρους εξάντλησης στρατιωτικού αποθέματος και εξοπλισμών.

«Αν θέλεις ειρήνη χρειάζεσαι συμφωνία. Αν θέλεις συμφωνία χρειάζεσαι μοχλό πίεσης», είναι το σκεπτικό όσων εισηγούνται στην αμερικανική κυβέρνηση να αυξήσει το κόστος του πολέμου για τον Πούτιν. Η εκτίμηση είναι ότι μόνο έτσι θα συμμετάσχει ενεργά σε μια διαπραγμάτευση η οποία δεν θα καταστρατηγεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ουκρανίας, αν και εφόσον είναι αυτή μια προοπτική που ενδιαφέρει τελικά τον Τραμπ.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση