ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η Ε.Ε. αντιμέτωπη με το λεπενικό βραχυκύκλωμα

Η Γαλλία θα τεθεί εκτός παιχνιδιού στην ευρωπαϊκή σκηνή τα επόμενα χρόνια αν η Λεπέν ελέγχει την κυβέρνηση

Kathimerini.gr

Γιάννης Παλαιολόγος

Αρχικά είχαμε τηλεφωνικό ραντεβού το πρωί της Τετάρτης – θα μου μιλούσε από το λεωφορείο στον δρόμο για το αεροδρόμιο στο Λονδίνο. Το σχέδιο αυτό σκόνταψε, αλλά καταφέραμε τελικά να μιλήσουμε το απόγευμα, όταν είχε φτάσει στη Βιέννη, όπου είναι μόνιμος εταίρος στο Ινστιτούτο Ανθρωπίνων Επιστημών (IWM). Ο Ιβάν Κράστεφ, από τους πιο περιζήτητους και διεισδυτικούς αναλυτές της Ε.Ε., αφιέρωσε περίπου 25 λεπτά στην «Κ». Σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα, πρόλαβε να πει πολλά.

Ξεκινήσαμε με τη ριψοκίνδυνη –κάποιοι λένε απερίσκεπτη– ζαριά του Εμανουέλ Μακρόν, που έχει ανοίξει το Κουτί της Πανδώρας στη γαλλική πολιτική και έχει προκαλέσει κάτι μεταξύ οργής και πανικού στις Βρυξέλλες. «Δεν είχε πολλές επιλογές», λέει ο Κράστεφ. «Θα αντιμετώπιζε ψήφο εμπιστοσύνης και, ακόμη και αν την κέρδιζε, θα μάτωνε. Και φόβος του, ως φιλόδοξου πολιτικού, ήταν ότι θα τον έθαβαν ζωντανό. Οτι για τα επόμενα 2-3 χρόνια, θα ήταν στο πουθενά, δεν θα είχε καμία επιρροή, είτε στη Γαλλία είτε στην Ευρώπη».

Ο Κράστεφ, που είναι ιδρυτικό μέλος του European Council on Foreign Relations και πρόεδρος του Centre for Liberal Studies στη Σόφια, θεωρεί ενδεικτική τη διαφορετική αντιμετώπιση πολιτικών κρίσεων από τη Γαλλία και τη Γερμανία. «Ο Μακρόν ριζοσπαστικοποιήθηκε. Η αντίδρασή του είναι ακραιφνώς γαλλική – και δεν θεωρώ ότι το ένστικτό του ήταν εσφαλμένο. Αυτό θα έκανε και ο Ντε Γκωλ, ενδεχομένως και ο Μιτεράν. Η γαλλική προεδρία είναι γόνος της Μοναρχίας και της Επανάστασης, συνεπώς κάθε φορά που προκύπτει κρίση, η φυσική τάση είναι προς τη ριζοσπαστικοποίηση».

Το φόβητρο

Ο Γάλλος πρόεδρος, σύμφωνα με τον Βούλγαρο αναλυτή, δεν τρέφει αυταπάτες ότι το κόμμα του θα διαπρέψει στις επερχόμενες εκλογές. Η προσδοκία του –εξηγεί– είναι ότι ο γαλλικός λαός, αντιμέτωπος με το πραγματικό ενδεχόμενο η Λεπέν να βρεθεί στη διακυβέρνηση της χώρας, δεν θα της δώσει την πλειοψηφία, ανακόπτοντας το momentum της και επιτρέποντάς του να ανακτήσει, σε κάποιο βαθμό, την πρωτοβουλία.

Εναλλακτικά, αν ο Εθνικός Συναγερμός κερδίσει την πλειοψηφία και κάποιος σαν τον 28χρονο Ζορντάν Μπαρντελά εκλεγεί πρωθυπουργός, ο Μακρόν «φαντάζεται ότι η σύγκρουση μεταξύ της προεδρίας και της κυβέρνησης θα δυσχεράνει την πορεία της Λεπέν» προς το Μέγαρο των Ηλυσίων.

Αντιθέτως, συνεχίζει ο Κράστεφ, ο στόχος της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν «δεν είναι να ενισχύσει την πόλωση απέναντι στην άκρα Δεξιά, αλλά να τη διασπάσει». Αυτό σημαίνει «ότι θα υπάρχουν εντάσεις μεταξύ των Βρυξελλών και του Παρισιού».

Η πρόεδρος της Κομισιόν έχει θέσει σε εφαρμογή την επιχείρηση «επανεκλογή», η οποία ελπίζει να σφραγιστεί με ψήφο στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα μέσα Ιουλίου. Οπως εξηγεί ο συνομιλητής της «Κ», η Φον ντερ Λάιεν έχει συμφέρον να κρατήσει στο πλευρό της την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι, για πολλούς λόγους: «Επειδή δεν θέλει ένα ενιαίο μπλοκ ακροδεξιών κομμάτων που να μπλοκάρει τις πολιτικές της», αλλά επίσης επειδή η Μελόνι ηγείται μιας μεγάλης χώρας και γιατί θέλει να στείλει το μήνυμα σε άλλα κόμματα της σκληρής ή της άκρας Δεξιάς ότι πρέπει να συμπεριφέρονται περισσότερο σαν τους Αδελφούς της Ιταλίας (το κόμμα της Μελόνι) και λιγότερο σαν τη γερμανικό AfD.

«Το κεντρικό μήνυμα του Μακρόν για τον επόμενο χρόνο και περαιτέρω, από την άλλη, θα είναι “σταματήστε τον φασισμό”, με σκοπό να αποτρέψει την εκλογή της Λεπέν στην προεδρία [της Γαλλίας] σε τρία χρόνια».

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, «η Γαλλία θα είναι εκτός παιχνιδιού» στην ευρωπαϊκή σκηνή τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με τον Κράστεφ. Ειδικά αν η Λεπέν ελέγχει τη γαλλική κυβέρνηση, σημειώνει, βασικές πολιτικές της νέας Κομισιόν (π.χ. για την κοινή άμυνα, τη μετανάστευση, την πράσινη μετάβαση) θα υπονομευθούν αποφασιστικά.

Γερμανικά διλήμματα

Αντιστοίχως αποδυναμωμένος σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι μετά τις 9 Ιουνίου και ο Ολαφ Σολτς, το κόμμα του οποίου, το κεντροαριστερό SPD, κατέγραψε τη χειρότερη επίδοση της ιστορίας του στις ευρωεκλογές. «Η γαλλογερμανική μηχανή δεν λειτουργούσε καλά ούτε πριν από τις εκλογές», σημειώνει ο Κράστεφ. «Η εντολή της γερμανικής κυβέρνησης είναι πλέον πολύ περιορισμένη. [Τα κυβερνώντα κόμματα] εισέρχονται σε προεκλογική περίοδο από θέση αδυναμίας».

Ο Κράστεφ μιλάει για τον προβληματισμό που έχει προκαλέσει στη Γερμανία η αποτυχία της «μείζονος εκστρατείας» για την ανακοπή της δυναμικής της AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), η οποία βγήκε δεύτερη «παίρνοντας ψήφους από τα αριστερά και από τα δεξιά». Ο προβληματισμός αυτός αναμένεται να ενταθεί το φθινόπωρο, όπως εξηγεί, καθώς το ακροδεξιό κόμμα έχει βάσιμες προσδοκίες να επικρατήσει στις εκλογές σε τρία ανατολικά κρατίδια τον προσεχή Σεπτέμβριο.

«Το γερμανικό σύστημα, σε αντίθεση με το γαλλικό, είναι πολύ δύσκαμπτο, βασισμένο σε κανόνες και την αναζήτηση συναίνεσης», εξηγεί. Οι Χριστιανοδημοκράτες μπορεί να παραμένουν το φαβορί για επικράτηση στις εκλογές του φθινοπώρου του 2025, αλλά σύμφωνα με τον Κράστεφ –δεδομένου του ταμπού της συνεργασίας με την Ακροδεξιά– θα αντιμετωπίσουν δύσκολα διλήμματα όσον αφορά τους πιθανούς κυβερνητικούς τους εταίρους, η δημοφιλία των οποίων έχει καταβαραθρωθεί.

«Παιδιά με όπλα»

Ο Κράστεφ θεωρεί ότι η Φον ντερ Λάιεν δεν θα έχει πρόβλημα να εξασφαλίσει την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την ανανέωση της θητείας της (χρειάζεται 15 από τις 27 χώρες που να αθροίζουν περισσότερο από το 65% του πληθυσμού της Ε.Ε.). «Μετά όμως πρέπει να πάει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα μέλη του οποίου, όπως το έθεσε κάποιος ωραία, είναι σαν παιδιά με όπλα».

Η πρόεδρος της Επιτροπής θεωρείται πολύ πιθανό ότι θα έχει τη στήριξη των τεσσάρων «συστημικών» ευρωομάδων –ΕΛΚ, Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, Renew, Πράσινοι– για την επανεκλογή της. Οι «τέσσερις» ελέγχουν 456 έδρες στο νέο Κοινοβούλιο, 95 περισσότερες από όσες χρειάζεται η Φον ντερ Λάιεν.

Οπως υπενθυμίζει όμως ο Κράστεφ, η έννοια της κομματικής πειθαρχίας είναι ιδιαίτερα χαλαρή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Το στοιχείο του κατακερματισμού είναι έντονο», παρατηρεί. Το 2019, περίπου 100 ευρωβουλευτές από το ΕΛΚ, τους Σοσιαλιστές και το Renew δεν στήριξαν την υποψηφιότητά της, με αποτέλεσμα να εκλεγεί οριακά.

Ο συνομιλητής της «Κ» αποφεύγει να προβλέψει αν αυτή τη φορά θα υπάρξουν ακόμη μεγαλύτερες διαρροές. Περιορίζεται στο να σχολιάσει ότι η Φον ντερ Λάιεν «δεν μπορεί να θεωρήσει δεδομένη» τη στήριξη από την πλειοψηφία του σώματος.

Θέλει όμως να αναδείξει ένα ευρύτερο ζήτημα, που θα αντιμετωπίσει η πρόεδρος στην Κομισιόν αν όντως εξασφαλίσει μία δεύτερη θητεία: η «κυβερνητική» πλειοψηφία είναι ήδη ασταθής, η άκρα Δεξιά ήδη συμμετέχει στη διακυβέρνηση σε κάποιες χώρες, στις οποίες ενδέχεται να προστεθούν κι άλλες. «Σταδιακά η Ε.Ε. καθίσταται ακυβέρνητη», προειδοποιεί. «Και πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν ότι η στάση πολλών εξ αυτών των κομμάτων και των κυβερνήσεων θα επηρεαστεί σημαντικά από τις εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν εκλεγεί ο Τραμπ, θα έχουμε ακόμα μία στροφή προς τα δεξιά στην Ευρώπη. Από αυτήν την άποψη, η Φον ντερ Λάιεν έχει υιοθετήσει μία πραγματιστική στρατηγική, με σκοπό να μπορέσει να πετύχει τουλάχιστον κάποια από τα πράγματα που θέλει. Οι όροι που θέτει για συνεργασία είναι μινιμαλιστικοί: στήριξη του κράτους δικαίου, που δεν ξέρω τι σημαίνει· στήριξη στην Ουκρανία – στο σημείο αυτό προσδοκά η Μελόνι να ασκήσει πιέσεις στη Λεπέν)…».

Τον ρωτώ τι περιμένει από τη Μελόνι. Θα εδραιωθεί ως η ενσάρκωση της «συστημικής» σκληρής Δεξιάς, που συμμετέχει στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αντί να διαμαρτύρεται και να επιχειρεί να μπλοκάρει τις πολιτικές που διαμορφώνουν άλλοι;

«Κοιτάξτε, δεν ξέρουμε πώς θα κινηθεί. Είναι μία οπορτουνίστρια, η στάση της οποίας μπορεί να μεταβληθεί αν επιστρέψει ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι δεν καθοδηγείται μόνο από την ιδεολογία και ότι διεκδικεί και τους ψηφοφόρους του Μπερλουσκόνι. Σε αυτές τις εκλογές, ανταμείφθηκε για τον πραγματισμό της – πήρε τέσσερις φορές περισσότερες ψήφους από τον Σαλβίνι».

Νικητές και ηττημένοι

Από τους βασικούς νικητές της 9ης Ιουνίου αναμφίβολα είναι ο Ντόναλντ Τουσκ, που τον περασμένο Δεκέμβριο ανέλαβε ξανά, ύστερα από εννέα χρόνια, την πρωθυπουργία της Πολωνίας και που την περασμένη Κυριακή συγκέντρωσε περισσότερες ψήφους από το υπερσυντηρητικό PiS.

«Ο Τουσκ είναι ένας πολύ δυνατός πολιτικός και η νίκη του ήταν μεγάλης συμβολικής σημασίας», λέει ο Κράστεφ. «Ομως είχε δύο ψεγάδια: πρώτον, δεν λύγισε το PiS· η χώρα παραμένει διχασμένη, είναι δύο Πολωνίες. Το “κλειδί” (για τον Τουσκ) είναι να κερδίσει και τις προεδρικές εκλογές, ώστε να μην μπλοκάρει ο πρόεδρος τις πολιτικές του. Και ο μεγάλος κίνδυνος είναι να υπάρξει επανάπαυση των πολιτών που τον ψήφισαν, να πουν ότι έκαναν τη δουλειά τους, έριξαν τον Γιάροσλαβ Κατσίνσκι (του PiS) από την εξουσία. Ο Τουσκ χρειάζεται αυτήν την κρίσιμη μάζα κινητοποιημένη για να υπερασπιστεί την πλειοψηφία του».

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο Κράστεφ βλέπει την Πολωνία ενισχυμένη, ιδιαίτερα στις επερχόμενες διαβουλεύσεις για τη στήριξη της Ουκρανίας και τη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας. «Η Πολωνία είναι μία από τις χώρες για τις οποίες η τύχη της Ουκρανίας δεν είναι σημαντική μόνο για το μέλλον της Ευρώπης, αλλά και άμεσα για τις ίδιες. Οι πολωνικές αμυντικές δαπάνες έχουν αυξηθεί στο 5% στο ΑΕΠ. Ο Τουσκ, λοιπόν, θα είναι αυτός που θα στηρίξει τη Φον ντερ Λάιεν – η οποία, λόγω της σθεναρής στάσης της υπέρ της Ουκρανίας, θα μπορούσε να θεωρηθεί και υποψήφια των Ανατολικοευρωπαίων».

Στο στρατόπεδο των ηττημένων, τις πιο βαριές απώλειες, σε επίπεδο εκπροσώπησης στο Κοινοβούλιο υπέστησαν οι Πράσινοι. Οι ψηφοφόροι που τους στήριξαν το 2019, παρατηρεί ο Κράστεφ, «τους έδωσαν την εντολή να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά όχι να τους αλλάξουν τον τρόπο ζωής». Οταν η γενική πολιτική της πράσινης μετάβασης μεταφράστηκε σε συγκεκριμένα μέτρα που επηρέαζαν την καθημερινότητα των πολιτών, «οι Πράσινοι βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X