Kathimerini.gr
Ένας νέος πόλεμος είναι πια γεγονός στο λίαν εύφλεκτο μέτωπο της Μέσης Ανατολής.
Μια νέα ισραηλινή στρατιωτική επιχείρηση ξετυλίγεται πια, υπό την κωδική ονομασία «Σιδερένια Ξίφη» («Operation Swords of Iron»), ως απάντηση στις πρωτοφανώς πολύνεκρες επιθέσεις που εξαπέλυσε η Χαμάς κατά αμάχων εντός των ισραηλινών συνόρων στις 7 Οκτωβρίου.
Εάν οι ισλαμιστές της Χαμάς ήθελαν να «πλημμυρίσουν το τέμενος Αλ-Ακσα» («Al-Aqsa Flood» ήταν το όνομα της δικής τους στρατιωτικής επιχείρησης), τότε οι Ισραηλινοί υψώνουν τώρα πολύνεκρα «σιδερένια ξίφη» σφυροκοπώντας την πολύπαθη Λωρίδα της Γάζας προτού προχωρήσουν σε μια χερσαία επέμβαση που όλα δείχνουν ότι αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσει κατά του παράκτιου παλαιστινιακού θύλακα.
Για τους εξωτερικούς παρατηρητές ωστόσο, όσα συνέβησαν σε Ισραήλ και Γάζα τις τελευταίες εβδομάδες προσφέρονται προς ανάλυση και εξαγωγή διδαγμάτων.
Οι κ.κ. Ράφαελ Κόεν και Τζιάν Τζεντίλε του αμερικανικού ερευνητικού ινστιτούτου RAND ξεχωρίζουν – μέσω άρθρου που συνυπογράφουν στον ιστοχώρο War on the Rocks του Texas National Security Review του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Οστιν – τέσσερα βασικά ερωτήματα τα οποία θα πρέπει τώρα, κατά την εκτίμησή τους, να θέσουν υπό μορφή προβληματισμού – προς γνώση, συμμόρφωση και ενδεχόμενη μελλοντική αξιοποίηση – οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις στα ίδια τα στελέχη τους, με βάση τις τελευταίες εξελίξεις στον άξονα Ισραήλ / Γάζας. Ο λόγος για τέσσερα ερωτήματα στα οποία θα μπορούσαν, βέβαια, να προστεθούν και άλλα, επί μέρους ή ευρύτερα.
Σημειώνεται ότι ο 66χρονος Τζεντίλε ειδικότερα, προέρχεται από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις. Τυγχάνει βετεράνος των πολέμων του Ιράκ και επί σειρά ετών δίδασκε στη Στρατιωτική Ακαδημία των ΗΠΑ στο Γουέστ Πόιντ.
«Για τους Αμερικανούς στρατιωτικούς παρατηρητές, αυτός ο πόλεμος θα προσφέρει κατά πάσα πιθανότητα πολλά διδάγματα, όπως άλλωστε είχαν κάνει στο παρελθόν και όλες οι άλλες συρράξεις στις οποίες έχει εμπλακεί το Ισραήλ», γράφουν οι κ.κ. Κόεν και Τζεντίλε στο War on the Rocks, υπογραμμίζοντας παράλληλα κάτι ευνόητο πλην όμως όχι πάντοτε προφανές: ότι για να μπορέσει κανείς να λάβει πολύτιμες απαντήσεις θα πρέπει να έχει θέσει, προηγουμένως, τα σωστά ερωτήματα.
Ποια είναι αυτά, στην προκειμένη περίπτωση;
1. Μπορούν φθηνά ή «απλοϊκά» οπλικά συστήματα «χαμηλής τεχνολογίας» (low tech means) να σταθούν αποτελεσματικά απέναντι στη στρατιωτική μηχανή μιας τεχνολογικά προηγμένης δύναμης;
Μπορούν, με άλλα λόγια, φθηνά drones, αυτοσχέδια περιφερόμενα πυρομαχικά (loitering munitions), «παλαιάς κοπής» ρουκέτες, αντιαρματικά περασμένων δεκαετιών και λοιπές ευρεσιτεχνίες (ένοπλοι πάνω σε ανεμόπτερα) να σταθούν απέναντι στις τεχνολογικά προηγμένες άμυνες (του αντιαεροπορικού Σιδηρού Θόλου/Iron Dome, των καλά θωρακισμένων τειχών στα σύνορα κ.ά.) ενός «start-up nation» όπως είναι το Ισραήλ;
2. Μπορούν οι τακτικές ένοπλες δυνάμεις να ανταποκριθούν, κατά τρόπο αποτελεσματικότερο από ό,τι στο παρελθόν, στις προκλήσεις ενός πολέμου σε αστικό περιβάλλον (urban warfare) που δεν θα συνοδεύεται από την αδιάκριτη ισοπέδωση ολόκληρων περιοχών;
Οταν εκλήθησαν, πάντως, στο παρελθόν να ανταποκριθούν στην πρόκληση της διεξαγωγής στρατιωτικών επιχειρήσεων εντός πυκνά δομημένων αστικών κέντρων, οι στρατιωτικοί σε πολλές περιπτώσεις απέτυχαν. Για του λόγου το αληθές, αρκεί να ανατρέξει κανείς σε όσα έχουν ζήσει περιοχές όπως το Γκρόζνι, η Φαλούτζα, η Μοσούλη, το Σαντρ Σίτι στη Βαγδάτη αλλά και η ίδια η πόλη της Γάζας.
3. Και όταν κάποια στιγμή τελειώσουν οι μάχες, τι θα ακολουθήσει;
Δυνάμεις όπως εκείνες των ΗΠΑ, αλλά και του Ισραήλ, έχουν μεν επικρατήσει κατ’ επανάληψη σε μάχες ανά την υφήλιο χωρίς όμως να κερδίζουν πάντοτε και τον πόλεμο. Οι αμερικανικές επιχειρήσεις, που έλαβαν χώρα τις περασμένες δεκαετίες σε Ιράκ και Αφγανιστάν, πιστοποιούν του λόγου το αληθές, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερο βάρος σε αυτό που οι κ.κ. Κόεν και Τζεντίλε αποκαλούν post-combat planning: στον σχεδιασμό δηλαδή όσων πρόκειται να ακολουθήσουν όταν, κάποια στιγμή, σιγήσουν τα όπλα.
Το ερώτημα δεν είναι εάν μπορούν οι Ισραηλινοί, επί του παρόντος, να επικρατήσουν στρατιωτικά. Είναι σαφές ότι μπορούν. Οι αναλυτές του ιστοχώρου Gzero του Eurasia Group εκτιμούν, μάλιστα, ότι δυνάμεις όπως είναι εκείνες όχι μόνο της Χαμάς αλλά και της Χεζμπολάχ δεν έχουν καμία ελπίδα απέναντι στο Ισραήλ από καθαρά στρατιωτικά σκοπιά. Το ερώτημα είναι τι θα ακολουθήσει μετά… και αυτό είναι που κυριαρχεί στις αναλύσεις του διεθνούς Τύπου.
«What Comes After War in Gaza» («Τι θα έρθει έπειτα από τον πόλεμο στη Γάζα»), διερωτάται µέσα από τις σελίδες του περιοδικού Time ο Τζον Αλτερμαν του Center for Strategic and International Studies/CSIS. «What Comes After Hamas?» («Τι ακολουθεί μετά τη Χαμάς;»), σημειώνει στο Foreign Affairs ο Στίβεν Σάιμον της Σχολής Τζάκσον του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον. «Το Ισραήλ θα μπορούσε να κερδίσει αυτήν τη μάχη στη Γάζα αλλά να χάσει τον πόλεμο», προειδοποιεί, από την πλευρά του, ο Στίβεν Γουόλτ του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, μέσα από τον ιστοχώρο του περιοδικού Foreign Policy. «What is Israel’s plan for Gaza?» («Ποιο είναι το σχέδιο του Ισραήλ για τη Γάζα;»), διερωτάται το CNN. «What would a post-Hamas Gaza Strip look like?» («Πώς θα έμοιαζε Λωρίδα της Γάζας στη μετά-Χαμάς εποχή;»), αναρωτιέται ο Ολίβιε Νοξ μέσα από τον ιστοχώρο της Washington Post.
Παράλληλα με όσα έπονται, θα πρέπει ωστόσο να εξετασθούν και όσα προηγήθηκαν…
4. Τι ακριβώς έγινε και οι Ισραηλινοί δεν μπόρεσαν να προλάβουν τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 7ης Οκτωβρίου; Θα μπορούσαν να παρατηρηθούν ανάλογες ευαλωτότητες ξανά στο μελλον;
Ως προς αυτό, έχουν ήδη γραφτεί πολλά: ότι μπορεί να είχαν επαναπαυθεί γεωπολιτικά (στο απόηχο των Συμφωνιών του Αβραάμ) και έτσι να έχασαν σε εγρήγορση· ότι είχαν αρχίσει να βασίζονται υπερβολικά στη συλλογή πληροφοριών από τεχνολογικά μέσα με αποτέλεσμα να χάσουν όσα θα μπορούσαν να μάθουν δια ζώσης επί του πεδίου· ότι μπορεί να είχαν απορροφηθεί/αποσπαστεί από την κοινωνική αναταραχή εντός των ισραηλινών συνόρων (βλ. διαδηλώσεις ενάντια στην προωθούμενη από την κυβέρνηση Νετανιάχου δικαστική μεταρρύθμιση) κ.ά.
Στα προαναφερθέντα βασικά ερωτήματα, θα μπορούσε κανείς να προσθέσει, βέβαια, και άλλες απορίες αναφορικά, για παράδειγμα, με το εάν «θα εμπλακεί και η Χεζμπολάχ στον πόλεμο;» στο οποίο προσπάθησε να απαντήσει, μέσα από σημερινή του ανάλυση, ο ιστοχώρος Gzero, ερωτήματα τα οποία μπαίνουν υπό την ομπρέλα γεωγραφικά ευρύτερων προβληματισμών…
5. Πόσο πιθανό είναι να εξαπλωθεί γεωγραφικά η ένταση;
«Οι μάχες έχουν ήδη διευρυνθεί», γράφει ο Ολίβιε Νοξ στην Washington Post, µε το βλέμμα στραμμένο σε όσα προηγήθηκαν τις περασμένες ημέρες. Οι αψιμαχίες Χεζμπολάχ – IDF στα σύνορα Ισραήλ / Λιβάνου, τα πυρά που εξαπέλυσαν οι Χούθι της Υεμένης κατά αμερικανικού πολεμικού πλοίου, οι επιθέσεις που δέχθηκαν αμερικανικά στρατεύματα σε Ιράκ και Συρία, καθώς και οι ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές κατά στόχων σε Δυτική Όχθη, Λίβανο και Συρία… έρχονται να αποτυπώσουν την ήδη δεδομένη επέκταση της έντασης χωρίς όμως να προδικάζουν όσα μπορεί να ακολουθήσουν. Είναι σαφές άλλωστε, πέρα από τα όσα μπορεί να λέγονται επισήμως, ότι είναι πολλοί εκείνοι, όχι μόνο στη Δύση αλλά και στην Ανατολή, που επιχειρούν πια επί της ουσίας να αποτρέψουν την επαπειλούμενη εξάπλωση της κρίσης…