Μέσα σε μόλις λίγες ώρες τη Δευτέρα, 21 Φεβρουαρίου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν κλιμάκωσε δραματικά την ένταση στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Περνώντας από τη θεωρία των απειλών στην πράξη της υλοποίησής τους, ο Ρώσος ηγέτης ανακοίνωσε ότι αναγνωρίζει την ανεξαρτησία των αποσχισθεισών περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ στην ανατολική Ουκρανία, όπου πρόκειται (εάν δεν έχει ξεκινήσει να το πράττει ήδη) να στείλει τώρα επισήμως και ρωσικά στρατεύματα τα οποία όμως ο ίδιος ονομάζει «ειρηνευτικές δυνάμεις».
Η κίνηση του Πούτιν έρχεται, προφανώς, να ενταφιάσει κάθε προοπτική αναζωογόνησης των συμφωνιών ειρήνευσης του Μινσκ στο πλαίσιο των οποίων οι ρωσόφωνοι αυτονομιστές θα εξασφάλιζαν μεν μεγαλύτερη αυτονομία αλλά εντός των συνόρων της Ουκρανίας.
«Οποιαδήποτε εναπομείνασα ελπίδα για διπλωματική επίλυση της κρίσης θα πρέπει τώρα να βασίζεται σε ένα εντελώς νέο σύνολο συμφωνιών που δεν υπάρχουν ακόμη», σημειώνει σε ανάλυσή του ο ιστοχώρος GZERO media του Eurasia Group.
Οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και η Ουάσιγκτον έχουν ήδη συμφωνήσει ότι οποιαδήποτε ρωσική «εισβολή» στην Ουκρανία θα είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή «άμεσων και αυστηρών» κυρώσεων σε βάρος της ρωσικής οικονομίας. Ισοδυναμούν όμως οι τελευταίες εξελίξεις με εισβολή, εάν λάβει κανείς υπόψη ότι μιλάμε για περιοχές που ουσιαστικά, ήδη από το 2014, τελούσαν υπό de-facto ρωσικό έλεγχο;
Η πιο σημαντική κίνηση από πλευράς κυρώσεων θα έχει να κάνει με το μέλλον του ρωσογερμανικού αγωγού Nord Stream 2 την έναρξη της λειτουργίας του οποίου το Βερολίνο ανακοίνωσε σήμερα ότι παγώνει, σημειώνουν οι αναλυτές του GZERO.
Στο μέτωπο των κυρώσεων αναμένεται συνέχεια, με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο να αναλαμβάνουν δράση, αν και αξίζει να σημειωθεί ότι όσα ανακοινώνονται στην παρούσα φάση παρουσιάζονται ως «πρώτος γύρος κυρώσεων», με την υποσημείωση ότι ο πρώτος γύρος συνήθως δεν είναι τόσο σκληρός για να μπορέσει εν συνεχεία να ακολουθήσει πιο «σκληρή» συνέχεια.
Επί του πρακτέου ωστόσο, όλα θα κριθούν από τις κινήσεις του ιδίου του Πούτιν και από τις διαθέσεις του. Πόσο μακριά θα πάει ο Ρώσος πρόεδρος; Πόσο ακόμη θα τραβήξει το σκοινί; Τα εν λόγω ερωτήματα έχουν ουσία. Αναγνωρίζοντας την ανεξαρτησία, ή ακόμη και προσαρτώντας, ένα κομμάτι της ανατολικής Ουκρανίας, ο Ρώσος ηγέτης δεν εξασφαλίζει άλλωστε καμία από τις εγγυήσεις ασφαλείας τις οποίες έχει ήδη καταθέσει ως αίτημα προς την πλευρά της Δύσης.
Προς το παρόν, η ρωσική πλευρά σκοπίμως διατηρεί έναν βαθμό ασάφειας αναφορικά με όσα προτίθεται να κάνει. Επί του παρόντος, δεν έχουν ακόμη διασαφηνιστεί – για παράδειγμα – τα ακριβή γεωγραφικά όρια των περιοχών τις οποίες η Μόσχα αναγνώρισε ως ανεξάρτητες. Θα παραμείνουν ανατολικά της γραμμής επαφής, όπως εκείνη έχει χαραχτεί σήμερα ανάμεσα στις ουκρανικές δυνάμεις και στους ρωσόφωνους αυτονομιστές, ή θα επιχειρήσουν να μετακινηθούν δυτικότερα;
Τα ρωσικά στρατεύματα πάντως, που έχουν συγκεντρωθεί κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία και στη Λευκορωσία, δεν φαίνεται προς το παρόν να φεύγουν.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τίθενται αν αμφιβόλω πλέον και οι διπλωματικές επαφές που θεωρητικώς προωθούνταν περί μιας διεθνούς Συνόδου για το Ουκρανικό.
Η ρωσική πλευρά παρουσιάζεται διατεθειμένη να συναντηθεί με τους Αμερικανούς (υπενθυμίζεται πως είχε συμφωνηθεί – αλλά πριν από το τελευταίο διάγγελμα Πούτιν – να γίνει μια συνάντηση Μπλίνκεν – Λαβρόφ στη Γενεύη στις 24 Φεβρουαρίου). Οι Αμερικανοί ωστόσο δεν είναι προς το παρόν σαφές εάν θα ήθελαν αυτήν την εβδομάδα να έχουν κάποια συνάντηση με τους Ρώσους.
Το Κίεβο από την πλευρά του, βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Εάν προχωρήσει σε μια πιο δυναμική στρατιωτική απάντηση, θα είναι σαν να δίνει το πρόσχημα στη Ρωσία να εισβάλει. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, δεν μπορεί να σταθεί κατά τρόπο παθητικό απέναντι σε όλα όσα συμβαίνουν.
Ο ίδιος πάντως ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι διεμήνυσε πως η χώρα του «δεν παραχωρεί τίποτα» αλλά παράλληλα απηύθυνε έκκληση και για νέες διπλωματικές πρωτοβουλίες.
Πηγή: GZERO media