Kathimerini.gr
Το καλοκαίρι του 430 π.Χ. έφτασε στον Πειραιά ένα πλοίο από την Αίγυπτο με έναν ανεπιθύμητο επιβάτη: τον «λοιμό». Τα συμπτώματα της αταύτιστης ακόμα αρρώστιας –οι υποθέσεις κυμαίνονται από τυφοειδή ώς ιογενή αιμορραγικό πυρετό– τα περιγράφει ο Θουκυδίδης, που προσβλήθηκε κι ο ίδιος και επέζησε: αφόρητος πονοκέφαλος, ερύθημα και φλεγμονή στα μάτια, ματωμένος λαιμός και γλώσσα, δύσοσμη αναπνοή, φτέρνισμα, βραχνάδα και βήχας, στομαχικός πόνος που προκαλούσε εμέτους, σώματα καλυμμένα από φλύκταινες και εξανθήματα, υψηλός πυρετός και δίψα. Οι περισσότεροι πέθαιναν από τον πυρετό μέσα σε 7 με 9 μέρες, άλλοι κατέληγαν αργότερα από εξάντληση. Λέγεται ότι κάποιοι έχασαν την όρασή τους, ακόμα και μέλη του σώματος (γεννητικά όργανα, δάκτυλα χεριών και ποδιών). Οι γιατροί ήταν τα πρώτα θύματα της επιδημίας, που υπολογίζεται ότι έφερε τον θάνατο σε πάνω από 50.000 ανθρώπους, το διασημότερο θύμα ήταν ο Περικλής.
Ο Θουκυδίδης δεν περιγράφει μόνο τα συμπτώματα του λοιμού, αλλά και τον αντίκτυπο που είχε στην κοινωνία και στη νοοτροπία, την κατάθλιψη και παθητικότητα των ασθενών, που «πέθαιναν σαν τα πρόβατα», την αυτοπεποίθηση όσων επιβίωναν, που πίστευαν ότι είναι πια άτρωτοι από κάθε αρρώστια, την παραμέληση θρησκευτικών καθηκόντων και εθίμων ταφής και την ανηθικότητα, καθώς οι άνθρωποι ζούσαν μόνο για το σήμερα. «Ούτε ο φόβος των θεών ούτε οι νόμοι των ανθρώπων τους φόβιζαν, ο μεν (φόβος) επειδή θεωρούσαν ότι είτε έδειχναν ευσέβεια είτε όχι είναι το ίδιο, βλέποντας να χάνονται όλοι αδιάκριτα, οι δε (νόμοι) επειδή κανείς δεν περίμενε να ζήσει αρκετά ώστε να δικασθεί και τιμωρηθεί για τα ανομήματά του».
Οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν βιώσει πολλές πανδημίες: την πανώλη της εποχής των Αντωνίνων (165-180 μ.Χ.) που διέδωσαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στρατιώτες οι οποίοι επέστρεφαν από εκστρατείες στην Εγγύς Ανατολή, την πανώλη του Ιουστινιανού (541-542 μ.Χ.) που αποδεκάτισε τον πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης και των λιμανιών της Μεσογείου, τον «μαύρο θάνατο» από το 1348 ώς το 1350, την ισπανική γρίπη του 1918. Οι αντιδράσεις δεν ήταν ποτέ οι ίδιες. Ο σημερινός κόσμος της παγκοσμιοποίησης είναι διαφορετικός από τον κόσμο που έζησε την τελευταία μεγάλη πανδημία έναν αιώνα πριν.
«Μπορεί το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στη Βραζιλία να προκαλέσει ανεμοστρόβιλο στο Τέξας»; Αυτόν τον τίτλο πρότειναν στον Edward Lorenz, τον πρωτοπόρο της θεωρίας του Χάους, για την ομιλία του στο συνέδριο της Αμερικανικής Ενωσης για την Προώθηση της Επιστήμης το 1972. Μισόν αιώνα αργότερα η ερώτηση θα μπορούσε να είναι: «Μπορεί μια νυχτεριδόσουπα στη Γουχάν να σκοτώσει 16.000 ανθρώπους στην Ιταλία»; Φυσικά, η αιτία της εμφάνισης του κορωνοϊού δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί, αλλά η ταχεία διασπορά του μας θυμίζει πόσο μικρός έχει γίνει ο πλανήτης μας. Οι αντιδράσεις ποικίλλουν. Ενώ οι δυτικές κοινωνίες καταγράφουν έλλειψη στο χαρτί υγείας, η Ρωσία καταγράφει έλλειψη στα προφυλακτικά. Ενώ ο πρόεδρος των ΗΠΑ προσπαθεί να αποκτήσει αποκλειστική πρόσβαση σε φάρμακα και υγειονομικές προμήθειες, η Κίνα προσφέρει αναπνευστήρες στη Νέα Υόρκη, διαγνωστικά τεστ στην Παλαιστίνη, γιατρούς και ιατρικό εξοπλισμό στην Ιταλία, και προστατευτικές μάσκες στην Ελλάδα. Ενώ οι Αμερικανοί φοιτητές διοργανώνουν πάρτι κορωνοϊού στις ανοιξιάτικες διακοπές τους και ευσεβείς Ιρανοί γλείφουν και φιλούν ιερά, τα «Αόρατα Χέρια», μία ομάδα νεαρών εθελοντών στη Νέα Υόρκη, μοιράζουν τροφή στους ηλικιωμένους. Επειτα από εκατό χρόνια, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές της Ιστορίας θα έχουν ανεξάντλητες δυνατότητες για διδακτορικές διατριβές με θέμα πώς η πανδημία άλλαξε τον κόσμο – με την προϋπόθεση βέβαια ότι πολύτιμες πηγές πληροφοριών (τιτιβίσματα, βίντεο στο YouTube, blogs κ.λπ.) δεν θα έχουν χαθεί κάπου στον κυβερνοχώρο.
Οι ιστορικοί είναι κακοί προφήτες. Οι εμπειρίες του παρελθόντος δίνουν ερεθίσματα, όχι προβλέψεις. Αν και οι προγνώσεις είναι επισφαλείς σε έναν κόσμο που αλλάζει γρηγορότερα από ποτέ, μπορούν να γίνουν δύο παρατηρήσεις: η πρώτη αφορά τις αδυναμίες ομοσπονδιακών συστημάτων σε καιρούς κρίσης, η δεύτερη τον δημόσιο λόγο της επιστήμης. Τα περισσότερα κράτη ή κρατικά μορφώματα με ομοσπονδιακές δομές ή ισχυρή περιφερειακή αυτονομία απέτυχαν να αντιδράσουν γρήγορα και αποτελεσματικά στην πανδημία. Τα μέτρα που υιοθετούνταν σε χώρες όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ, αλλά ακόμη και μικρά κράτη με ομοσπονδιακή δομή, όπως το Βέλγιο, μοιάζουν με κουρελού. Το ότι ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης απείλησε με μήνυση τη γειτονική πολιτεία του Ρόουντ Αϊλαντ για την απαγόρευση της κυκλοφορίας αυτοκινήτων με πινακίδες της Νέας Υόρκης, το ότι το Αρκάνσας δεν έχει εφαρμόσει, όπως άλλες πολιτείες, το κλείσιμο των μη απαραίτητων επιχειρήσεων, το ότι μόνον 37 πολιτείες των ΗΠΑ υιοθέτησαν την επέκταση της ιατρικής περίθαλψης (Medicaid), το ότι μέχρι την 21η Μαρτίου μόνον έξι από τα 26 γερμανικά ομοσπονδιακά κρατίδια είχαν επιβάλει μερική απαγόρευση κυκλοφορίας, το ότι τη 10η Μαρτίου η περιφέρεια των Βρυξελλών απαγόρευσε τις δημόσιες εκδηλώσεις με συμμετοχή άνω των χιλίων ατόμων, ενώ η πόλη της Αμβέρσας, 53 χιλιόμετρα βορειότερα, δεν το έκανε, είναι λίγα μόνο παραδείγματα της τρομακτικής έλλειψης συντονισμού και της κοντόφθαλμης τοπικής πολιτικής. Αντικατοπτρίζουν την αφελή άποψη ότι μια κοινότητα μπορεί να απομονωθεί από την υπόλοιπη χώρα, την υπόλοιπη ήπειρο ή τον υπόλοιπο κόσμο και να ακολουθήσει τη δική της διαφορετική πορεία στην καταπολέμηση ενός προβλήματος που δεν είναι τοπικό.
Είναι ιδιαίτερα εμφανής η αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ενωσης να αναλάβει συντονισμένη δράση. Η Ε.Ε. δεν είναι βέβαια ομόσπονδο κράτος, αλλά έχει κοινά σύνορα και Κοινοβούλιο, τα μέλη της Ευρωζώνης έχουν το ίδιο νόμισμα και ακολουθούν αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες. Μέσα σε λίγες μέρες σχεδόν έχουν ανασταλεί σχεδόν όλα όσα έκαναν την Ε.Ε. να μην είναι απλώς μια οικονομική ένωση: οι συνοριακοί έλεγχοι επανήλθαν στις χώρες της συνθήκης Σένγκεν· οι διατάξεις της Ευρωζώνης για το δημόσιο χρέος «πάγωσαν»· το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι απόν. Ας μη βιαστούμε, όπως συνηθίζεται, να επικρίνουμε τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών για την ανεπάρκεια της Ε.Ε. Η παρούσα κατάσταση οφείλεται στην άρνηση των περισσότερων κρατών-μελών να συνεργαστούν και στην αυξανόμενη εθνική μυωπία. Ως Ευρωπαίος πολίτης αφοσιωμένος στην ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, συνεχίζω να ελπίζω ότι οι χώρες της Ε.Ε. θα πάρουν τα διδάγματά τους, αν και δεν βλέπω οι ελπίδες μου να έχουν ρεαλιστική βάση.
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά την αιφνίδια προβολή των εμπειρογνωμόνων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Είτε πρόκειται για το Ινστιτούτο Κοχ στη Γερμανία και το Πανεπιστήμιο John Hopkins στις ΗΠΑ, είτε για τον δρα Φάουτσι στην Ουάσιγκτον και τον καθηγητή Τσιόδρα στην Αθήνα, είτε για το Γερμανικό Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η δίψα για αξιόπιστη πληροφόρηση είναι ακόρεστη, όταν τα κοινωνικά δίκτυα κατακλύζονται από ψευδο-επιστημονικά στοιχεία. Το αν κανείς θα ακολουθήσει τη συμβουλή ενός ειδικού ή ενός κοντόφθαλμου πολιτικού ενδέχεται να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στην επιβίωση και στον θάνατο. Στην περίπτωση της κλιματικής αλλαγής αυτή η διαφορά θα φανεί σε δεκαετίες, στην περίπτωση του κορωνοϊού σε ημέρες. Η πανδημία έχει δώσει στους επιστήμονες και στους διανοούμενους –γιατρούς, βιολόγους, οικονομολόγους, κοινωνιολόγους, ψυχολόγους, ιστορικούς, φιλοσόφους, νομικούς– ένα ανέλπιστο βήμα και τη δυνατότητα να διεκδικήσουν για τους επιστημονικούς τους τομείς τους τη δημόσια επιρροή που τους ανήκει. Μένει να φανεί αν θα συνεχίσουν να είναι παρόντες σε αυτό το βήμα όταν η κρίση θα έχει παρέλθει.
Μένει επίσης να δούμε αν ο κόσμος θα πάρει από αυτή την πανδημία το πιο σημαντικό δίδαγμα που αφορά το κοινό μας μέλλον: παγκόσμια προβλήματα δεν επιδέχονται τοπικές λύσεις, είτε μιλάμε για μια πρόσκαιρη πανδημία, είτε για το ενδημικό πρόβλημα της παγκόσμιας φτώχειας και της έλλειψης τροφίμων, είτε για την αυξανόμενη πρόκληση της κλιματικής αλλαγής. Μια καλή αφετηρία θα ήταν οι κυβερνήσεις να μην υπονομεύουν τους διακρατικούς οργανισμούς, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο Οργανισμός Γεωργίας και Τροφίμων, η UNESCO, και οι άλλες υπηρεσίες των Ηνωμένων Εθνών, αλλά να τους σέβονται και να τους ενισχύουν.
* Ο κ. Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Princeton.