Kathimerini.gr
Πριν από σχεδόν δύο εβδομάδες, στις 5 Αυγούστου, ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Χακάν Φιντάν επισκεπτόταν το Κάιρο, όπου και συνάντησε τον νέο ομόλογό του Μπαντρ Αμπντελάτι. Οι συνομιλίες ανάμεσα στις δύο πλευρές φάνηκε να κυλούν καλύτερα από το αναμενόμενο, μάλιστα συμφωνήθηκε να πραγματοποιηθεί και Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Αιγύπτου – Τουρκίας με τη συμμετοχή κατά το δυνατόν περισσότερων υπουργών με χαρτοφυλάκια που έχουν σχέση με την οικονομία. Η σύγκληση Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας προϋποθέτει, βέβαια, την προηγούμενη συνάντηση ανάμεσα στους προέδρους της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι και της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Υπολογίζεται ότι η συγκρότησή του μπορεί να συμφωνηθεί σε επικείμενη επίσκεψη του κ. Σίσι στην Αγκυρα, η οποία συζητείται εδώ και αρκετούς μήνες, δίχως έως αυτή τη στιγμή να έχει υπάρξει κατάληξη σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Η πλέον πιθανή περίοδος πραγματοποίησης εντοπίζεται κάποια στιγμή το ερχόμενο φθινόπωρο και μένει, φυσικά, να επιβεβαιωθεί.
Ισχυρό χαρτί για την Ελλάδα το ότι αποτελεί «γέφυρα» της κυβέρνησης Αλ Σίσι με την Ε.Ε.
Η Αθήνα παρακολουθεί με ενδιαφέρον την προσπάθεια της Αγκυρας να προσεγγίσει το Κάιρο, αλλά και με μια ανησυχία για τις μακροπρόθεσμες περιφερειακές εξελίξεις, των οποίων η Τουρκία αποτελεί κομβικό και κεντρικό παράγοντα. Η Αίγυπτος λόγω του πολέμου στη Μέση Ανατολή και της διάχυσης της κρίσης στον Κόλπο του Aντεν έχει απολέσει σημαντικό ποσοστό των δύο βασικών πηγών συναλλάγματος: των εσόδων από τις διελεύσεις της Διώρυγας του Σουέζ και από τον τουρισμό. Η Τουρκία ουσιαστικά επιχειρεί να δελεάσει το Κάιρο με δύο τρόπους: πρώτον, την αύξηση των διμερών συναλλαγών. Και, δεύτερον, τείνοντας χείρα διευκόλυνσης του Καΐρου σε περιφερειακά μέτωπα τα οποία άπτονται της ίδιας της εσωτερικής ασφαλείας της Αιγύπτου, όπως είναι η διαχείριση των σχέσεων με την Αιθιοπία και τη Σομαλία.
Ισχυρό επιχείρημα
Για την Αθήνα η προσέγγιση Aγκυρας – Καΐρου σχετίζεται κατά κύριο λόγο με τη συναντίληψη που έχει διαμορφωθεί, έπειτα από πολυετείς προσπάθειες, ανάμεσα σε Αίγυπτο και Ελλάδα για την Ανατολική Μεσόγειο και έχει καταλήξει από το 2020 στην τμηματική συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Υπενθυμίζεται ότι η τμηματική συμφωνία της Ελλάδας με την Αίγυπτο αποτελεί έως αυτή τη στιγμή το πλέον ισχυρό, ουσιαστικό και νομικό επιχείρημα της Αθήνας έναντι των αυθαίρετων απόψεων που προβάλλει η Τουρκία με το αποκαλούμενο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Πάντως, προς το παρόν η όποια τουρκοαιγυπτιακή προσέγγιση δεν περιλαμβάνει τη Λιβύη, που για την Αίγυπτο δεν είναι ζήτημα εξωτερικής πολιτικής αλλά εσωτερικής ασφάλειας (λόγω της δράσης των Αδελφών Μουσουλμάνων και ισλαμιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων). Αποτελεί ουσιαστική λεπτομέρεια ότι τα ζητήματα της Λιβύης διαχειρίζονται από την πλευρά της Αιγύπτου κυρίως οι υπηρεσίες εσωτερικής ασφάλειας και ο στρατός της χώρας, αφήνοντας στη διπλωματία περιορισμένο και απολύτως οριοθετημένο χώρο. Αίγυπτος και Τουρκία παραμένουν σε αντίθετα στρατόπεδα στο ζήτημα της Λιβύης, όπως φάνηκε και από τις πρόσφατες εχθροπραξίες στα περίχωρα της Τρίπολης και τη διαρκή πίεση του Καΐρου (μέσω του Λιβυκού Εθνικού Στρατού του στρατάρχη Χαφτάρ) για εκπαραθύρωση του τουρκόφιλου προσωρινού πρωθυπουργού Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπέιμπα.
Η αλλαγή υπουργού Εξωτερικών στην Αίγυπτο –μετά 12 χρόνια του Σάμεχ Σούκρι στο συγκεκριμένο αξίωμα– δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην αλλαγή εξωτερικής πολιτικής και δη σε ζητήματα που αφορούν άμεσα τα συμφέροντα της Ελλάδας, σηματοδοτεί ωστόσο την προσπάθεια του Καΐρου να έχει πιο άμεσες και αποτελεσματικές επαφές με την Ε.Ε. Τον περασμένο Μάρτιο, η Αίγυπτος και η Ε.Ε. υπέγραψαν ένα πακέτο ενίσχυσης με 7,5 δισ. ευρώ για την τετραετία 2024-27 και η Ελλάδα με την Κυπριακή Δημοκρατία αποτέλεσαν θερμούς υποστηρικτές του Καΐρου όλα τα προηγούμενα χρόνια στο συγκεκριμένο θέμα. Ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Αιγύπτου είναι γνώριμος των Βρυξελλών, καθώς ως διπλωμάτης καριέρας (είθισται να προέρχονται από τη διπλωματική υπηρεσία οι υπουργοί Εξωτερικών της χώρας) βρέθηκε επί πολλά έτη ως πρέσβης στις Βρυξέλλες και στην Ε.Ε. Ο υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Κόμπος έχει ήδη συναντηθεί με τον κ. Αμπντελάτι. Ενώ και ανάμεσα στην ελληνική και στην αιγυπτιακή πλευρά υπάρχουν επαφές για τον προγραμματισμό συνάντησης και, ενδεχομένως, την εν καιρώ δρομολόγηση Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας. Η στήριξη της Αθήνας προς το Κάιρο, ακόμα και πριν από πέντε χρόνια, όταν η διπλωματική άποψη της Ελλάδας για το θέμα στις Βρυξέλλες ήταν σχετικά απομονωμένη στα διάφορα ευρωπαϊκά όργανα, δεν έχει ξεχαστεί από την κυβέρνηση της Αιγύπτου, η οποία έχει επενδύσει και πολιτικά στη βοήθεια από την Ε.Ε.
Το κοινό ενδιαφέρον για Σομαλία
Υπάρχει ένα πεδίο στο οποίο –για διαφορετικούς λόγους– η Αγκυρα και το Κάιρο έχουν κάποια κατανόηση και συντονισμό και δεν συνδέεται άμεσα με τα ελληνικά συμφέροντα. Πρόκειται για την κατάσταση που εξελίσσεται στο Κέρας της Αφρικής και συγκεκριμένα στη Σομαλία. Η Σομαλία είναι χώρα σημαντική για την ασφάλεια της Αιγύπτου και για την προσπάθεια της Τουρκίας να προβάλει μια εικόνα περιφερειακής δύναμης με «μακρύ χέρι». Η εδαφική ακεραιότητα της Σομαλίας έχει για την Αίγυπτο μεγάλη σημασία, γι’ αυτό και πριν από λίγες ημέρες υπεγράφη ανάμεσα στις δύο πλευρές και αμυντική συμφωνία. Λόγος γι’ αυτό είναι η πολύ προωθημένη συμφωνία που υπέγραψε η Αιθιοπία τον Ιανουάριο με την αποσχισμένη Σομαλιλάνδη, που δίνει στις αιθιοπικές ένοπλες δυνάμεις πρόσβαση στο λιμάνι της Μπέρμπερα για 50 χρόνια. Αντάλλαγμα είναι η αναγνώριση της Σομαλιλάνδης από την Αιθιοπία. Η διείσδυση της Τουρκίας στη Σομαλία έχει στρατηγικά χαρακτηριστικά, καθώς από τον κόλπο του Αντεν περνάει περίπου το 12% του διεθνούς εμπορίου. Στο Μογκαντίσου λειτουργεί στρατιωτική βάση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων (Turksom), η οποία κόστισε 50 εκατ. δολάρια στην Αγκυρα και έχει κύριο σκοπό την εκπαίδευση των Σομαλών. Στη βάση υπηρετούν 342 Τούρκοι στρατιωτικοί και από το 2017 έχουν εκπαιδευτεί 17.000 άτομα. Η Τουρκία έχει παραδώσει στην κυβέρνηση της Σομαλίας και όπλα.
Η Τουρκία υπέγραψε με τη Σομαλία και συμφωνία για την εκμετάλλευση πιθανών υδρογονανθράκων. Το τουρκικό ερευνητικό πλοίο «Ορούτς Ρέις» αναμένεται να πλεύσει στα τέλη Σεπτεμβρίου – αρχές Οκτωβρίου συνοδευόμενο από πέντε πλοία υποστήριξης και πολεμικά του τουρκικού ναυτικού. Η Αγκυρα θα έχει αποκλειστικά δικαιώματα έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων σε τρία τεμάχια στον Ινδικό Ωκεανό. Το «Ορούτς Ρέις» αναμένεται να ολοκληρώσει τις σεισμικές έρευνες σε κάποια από τα τεμάχια έως το τέλος του έτους, προκειμένου, εφόσον υπάρχουν κάποιες ενδείξεις, να ακολουθήσουν στις αρχές του 2025 διερευνητικές γεωτρήσεις.