ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Μια ολόκληρη γενιά αποχαιρετά την Αττική που ήξερε και αγάπησε

Η επόμενη ημέρα πρέπει να είναι οπωσδήποτε ημέρα μάχης για χάρη των επόμενων γενεών

Kathimerini.gr

Δημήτρης Ρηγόπουλος

Από τις πιο αγαπημένες συνήθειές μου είναι να φωτογραφίζω εξοχές, δάση, περιαστικό πράσινο σε φάση αναγέννησης ύστερα από μια μεγάλη φωτιά. Λίγα πράγματα είναι ομορφότερα σε αυτή τη ζωή από την εικόνα μιας συστάδας μικρών πεύκων που ξεπροβάλλουν εκεί όπου πριν από λίγους μήνες βασίλευαν η στάχτη και η μαυρίλα.

Εκατομμύρια τέτοια νεογέννητα ή αρκετά μεγαλύτερα πεύκα ηλικίας 10 ή 15 ετών σάρωσε στο διάβα της από τον Βαρνάβα μέχρι την Πεντέλη η μεγα-πυρκαγιά που κατακαίει από την Κυριακή το μεσημέρι μεγάλες δεξαμενές φυσικού και δασικού πλούτου για όλη την Αττική και κυρίως για το λεκανοπέδιο.

Ξανά, μετά το 2009

Αυτές οι δεξαμενές, στον Βαρνάβα, στο Γραμματικό, στον Μαραθώνα, είχαν καταφέρει να ανακάμψουν ύστερα από τη μεγάλη πυρκαγιά του 2009, που και αυτή δυστυχώς είχε ξεφύγει προς την Πεντέλη, φτάνοντας μέχρι το Πικέρμι και την Παλλήνη. Θα το ξανακάνουν και τώρα; Κανείς δεν μπορεί να μιλήσει με βεβαιότητα.

Αλλά να ήταν μόνο οι αγροτοδασικές εκτάσεις του κάμπου του Μαραθώνα και ακόμη βορειότερα που παραδόθηκαν για πολλοστή φορά στην πυρά· αυτό το κάποτε ειδυλλιακό τοπίο με τους λόφους, τις δασωμένες πλαγιές, την καλλιεργήσιμη γη, τα πεύκα, τις λεύκες και τις ελιές που εξέβαλλε στη λίμνη…

Το χτύπημα στην Πεντέλη είναι και πάλι άνευ προηγουμένου. Η φωτιά μέχρι χθες το απόγευμα είχε μπει για τα καλά στον Διόνυσο και απειλούσε, εκτός από τα σπίτια και τις περιουσίες των ανθρώπων, το δύσκολα αναγεννημένο –μετά τη φωτιά του 1981– δάσος που χάριζε οξυγόνο πάνω από τη Δροσιά, τη Ρέα, την Εκάλη, τη Νέα Ερυθραία, τόσους δήμους και οικισμούς…

Ανυπολόγιστη η καταστροφή και σε μεγάλα κομμάτια άκαυτου δάσους στη Νέα και στην Παλαιά Πεντέλη, εκεί όπου οι φλόγες ξεπηδούσαν μέσα από κήπους και αυλές, κατεβάζοντας τον όλεθρο σε αμιγώς αστικό κομμάτι σε Βριλήσσια, Μελίσσια και Χαλάνδρι…

Οσο κι αν είμαστε έμπειροι στην Αττική από πυρκαγιές, η καταστροφή που μας χτύπησε φέτος την πόρτα μοιάζει πρωτόγνωρη. Δεν είναι μόνο το μέγεθός της, η κλίμακα ενός πραγματικά περιβαλλοντικού Αρμαγεδδώνα από τον οποίο θα κάνουμε χρόνια για να συνέλθουμε (αν συνέλθουμε ποτέ), αλλά κυρίως το γεγονός ότι η φωτιά εισέβαλε με ορμή στον αστικό ιστό, εκεί όπου θεωρητικά πρέπει να αισθανόμαστε ασφαλείς.

Από το 2021 και μετά, η Αττική μετράει δυσβάσταχτες απώλειες: το 2021 οι μεγάλες πυρκαγιές σε Βαρυμπόμπη, Τατόι, Κατσιμίδι, Αλεποχώρι και Βίλια, το 2022 σε Πεντέλη, πέρυσι σε Φυλή και δυτική Πάρνηθα και Ανάβυσσο, και φέτος η διήμερη λαίλαπα με την κωδική ονομασία «Βαρνάβας», που δυστυχώς αναφέρεται σε μια εφιαλτικά πολλαπλάσια έκταση εκατοντάδων χιλιομέτρων καμένης γης.

Και τώρα; Σύμφωνα με την Αμερικανοελβετίδα ψυχίατρο Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ-Ρος, που μίλησε για τα πέντε στάδια του πένθους (άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη και αποδοχή) ήδη πολλοί συμπολίτες μας βρίσκονται ανάμεσα στα πρώτα δύο στάδια, αν κρίνουμε από τις φορτισμένες συναισθηματικά αναρτήσεις τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης· οι λιγότερο συναισθαντικοί ανεβάζουν φωτογραφίες από τις ανέμελες διακοπές τους. Πραγματικά, είναι να τους ζηλεύεις.

Τέλος εποχής

Η ζωή συνεχίζεται, το δίχως άλλο, όμως για πολλούς από εμάς αυτή η απώλεια έρχεται να προστεθεί δίπλα σε άλλες. Για όσους ζήσαμε, μεγαλώσαμε, χαρήκαμε την Αττική (έναν από τους πιο προικισμένους περιβαλλοντικά νομούς της χώρας) υπάρχει εδώ ένα ολοφάνερο «τέλος εποχής», με το οποίο οφείλουμε μάλλον να συνθηκολογήσουμε. Η Αττική που ξέραμε, με τα τρία ζωντανά βουνά της, την Πάρνηθα, την Πεντέλη και τον Υμηττό, τις ατελείωτες εξοχές της και τα πεύκα της είναι ένας καμβάς αναμνήσεων και εικόνων που καλοκαίρι με το καλοκαίρι όλο και θαμπώνει.

Η επόμενη ημέρα πρέπει να είναι οπωσδήποτε ημέρα μάχης για χάρη των επόμενων γενεών, αλλά ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις: ήμασταν τυχεροί που ήμασταν για λίγο μέλη ενός επίγειου παραδείσου που μας χαρίστηκε απλόχερα και τώρα τον βλέπουμε να χάνεται μπροστά από τα μάτια μας…

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση