Ιωάννα Μάνδρου
Συντονισμένες κινήσεις εκδηλώθηκαν από τον Αρειο Πάγο μετά τη θύελλα αντιδράσεων που ξέσπασε στο άκουσμα της απόφασης για την τραγωδία στο Μάτι, σε μια προσπάθεια της Δικαιοσύνης να διορθώσει ό,τι μπορεί να διορθωθεί.
Μπορεί να συμπεριληφθούν εκείνοι που αθωώθηκαν, το ύψος των ποινών, τα ελαφρυντικά που αναγνωρίστηκαν στους καταδικασθέντες και η μετατροπή της ποινής τους σε χρήμα.
Η δικαστική απόφαση που εξάντλησε κάθε περιθώριο επιείκειας ενός προκλητικά ευνοϊκού νόμου που ίσχυε το 2018, με βάση τις διατάξεις του οποίου δικάστηκε η υπόθεση, όπως ήταν φυσικό προκάλεσε οργή στους συγγενείς των θυμάτων και σοκ στην κοινή γνώμη.
Η μετατροπή της ποινής φυλάκισης των πέντε χρόνων που επιβλήθηκε στους πέντε καταδικασθέντες, όλοι πρώην υψηλόβαθμα στελέχη του κρατικού μηχανισμού, σε χρηματική ποινή 38.000 ευρώ για τον καθένα ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Ήδη η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, Καλλιόπη Βαρδάκη, κατόπιν εντολής και της ίδιας της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη, μελετά την απόφαση και τη δικογραφία (είναι ογκωδέστατη) προκειμένου άμεσα να ασκηθεί έφεση.
Η έφεση, σύμφωνα και με την παραγγελία της εισαγγελέως του ανωτάτου δικαστηρίου, μπορεί να περιλάβει, αν υπάρχει νομικό έρεισμα, τα πάντα: εκείνους που αθωώθηκαν, το ύψος των ποινών, τα ελαφρυντικά που αναγνωρίστηκαν στους καταδικασθέντες και βέβαια τη μετατροπή της ποινής τους σε χρήμα.
Θέμα χρόνου
Η άσκηση της έφεσης είναι θέμα χρόνου, καθώς ο νόμος προβλέπει μια εξαντλητικά σφιχτή προθεσμία μόλις δέκα ημερών για να γίνει η έφεση, γεγονός που προσδιορίζει την άσκησή της για επανεξέταση της απόφασης για το Μάτι το αργότερο έως την Τετάρτη μετά το Πάσχα.
Η έφεση θα ασκηθεί αυτεπαγγέλτως, δηλαδή με πρωτοβουλία της Δικαιοσύνης, πριν το ζητήσουν οι συγγενείς των θυμάτων ή οι καταδικασθέντες, σε μια προσπάθεια η ίδια η Δικαιοσύνη να κινηθεί για την επανεξέταση της υπόθεσης.
Σε κάθε περίπτωση, αν η έφεση περιλάβει και κάποιους από εκείνους που αθωώθηκαν, η δίκη σε δεύτερο βαθμό, στο εφετείο δηλαδή, θα πραγματοποιηθεί με περισσότερους από τους συνολικά έξι που τελικά καταδικάστηκαν τη Μεγάλη Δευτέρα. Ομως, πέρα από την έφεση, που θα δούμε τι θα περιλαμβάνει (αθωώσεις, ποινές, ελαφρυντικά και λοιπά), κρίσιμο είναι το πότε θα γίνει η δίκη στο εφετείο.
Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα, αμέσως μετά την έκδοση της απόφασης τη Μεγάλη Δευτέρα, ζήτησε την άμεση καθαρογραφή της, ώστε η δίκη στο εφετείο για την τραγωδία στο Μάτι να προσδιοριστεί πριν από το καλοκαίρι, καθώς ο κίνδυνος να επέλθουν τα χειρότερα, να παραγραφούν δηλαδή πλήρως οι όποιες ευθύνες για την εκατόμβη των νεκρών και τους δεκάδες εγκαυματίες, είναι ορατός και άμεσος.
Οι λανθασμένοι χειρισμοί της Δικαιοσύνης, κυρίως στο στάδιο της ανάκρισης, που οδήγησαν τη δικαστική διαδικασία να φθάσει σε πρωτόδικη απόφαση έξι χρόνια μετά τη φονική πυρκαγιά, έχουν απλώσει τον εφιάλτη της παραγραφής στην υπόθεση, κάτι που αν συμβεί θα εκθέσει ανεπανόρθωτα τη χώρα μας ως κράτος δικαίου και τη Δικαιοσύνη, που φέρει και την ευθύνη της δικαστικής κρίσης για μια εθνικών διαστάσεων τραγωδία.
Μάλιστα, για να καθαρογραφεί άμεσα η απόφαση απαλλάχθηκε από κάθε άλλο δικαστικό καθήκον η πρόεδρος του δικαστηρίου, ενώ σε επίπεδο ηγεσίας της Δικαιοσύνης καταβάλλεται κάθε προσπάθεια οι δικαστικές διαδικασίες να επισπευσθούν έστω και εκ των υστέρων, έτσι ώστε το 2026, που παραγράφονται τα πάντα, να έχει ολοκληρωθεί η δικαστική κρίση και από τον Αρειο Πάγο, να έχει δηλαδή καταστεί η όποια απόφαση αμετάκλητη, πράγμα δύσκολο έτσι όπως έχουν εξε-λιχθεί έως τώρα τα πράγματα.
Πολυετείς καθυστερήσεις
Σε κάθε περίπτωση, η έρευνα για την τραγωδία στο Μάτι εμφάνισε προβλήματα από την αρχή, με παλινωδίες στην ανάκριση, καθυστερήσεις στην έκδοση του βουλεύματος και βέβαια η δικαστική πορεία των ερευνών ήταν επίσης προβληματική από την αρχή, όταν δεν έγινε δεκτό το αίτημα του τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Βασιλείου Πλιώτα, να γίνουν οι ανακρίσεις από την πρώτη στιγμή από εφέτη ανακριτή, που είναι κατά τεκμήριο εμπειρότερος, όπως γίνεται πάντα στις σοβαρές υποθέσεις και όπως έγινε και στην τραγωδία των Τεμπών.
Ομως, τότε το αίτημα για εφέτη ανακριτή δεν έγινε δεκτό και οι δικαστικές διαδικασίες που ακολουθήθηκαν είχαν ως αποτέλεσμα πολυετείς καθυστερήσεις αλλά και υστερήσεις στην έρευνα που έγιναν φανερές στη δίκη και στη δικαστική απόφαση, που απάλλαξε τους 15 από τους δικαζομένους, στελέχη του κρατικού μηχανισμού και της αυτοδιοίκησης, περνώντας κάτω από τον πήχυ ακόμη και της εισαγγελικής πρότασης που είχε εισηγηθεί καταδίκη για εννέα κατηγορουμένους. Τελικά καταδικάστηκαν μόνον πέντε, σε πέντε χρόνια με μετατροπή σε χρήμα, 38.000 ευρώ, 10 ευρώ την ημέρα(!), όλοι πρώην υψηλόβαθμα στελέχη του κρατικού μηχανισμού, και ο ηλικιωμένος που έβαλε τη φωτιά σε τρία χρόνια φυλάκιση. Αυτή ήταν η δικαστική κατάληξη μετά 19 μήνες δίκης και έξι χρόνια δικαστικών ερευνών.