Kathimerini.gr
Ηλιάνα Μάγρα
Θα ήταν σαν το βιβλικό της πρότυπο: μια κιβωτός σωτηρίας. Ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός, στον οποίο ο ιδρυτής του έδωσε το φιλόδοξο όνομα «Κιβωτός του Κόσμου», καθελκύστηκε ως σκάφος που θα έσωζε τα απροστάτευτα παιδιά. Ηταν το 1998. Ο νεαρός τότε κληρικός Αντώνιος Παπανικολάου «αγωνιούσε για το ποίμνιο εκείνο που κινδύνευε περιπλανώμενο, χαμένο μέσα στην άγνοιά του, μακριά από τη Μάνα-Εκκλησία που είναι η μόνη Κιβωτός της Σωτηρίας», όπως γράφει η ιστοσελίδα του φιλανθρωπικού οργανισμού. Απευθυνόταν σε περιθωριοποιημένα παιδιά, που τα έβλεπαν ο ίδιος και η πρεσβυτέρα του, Σταματία, «να τριγυρνάνε χωρίς κανένα σκοπό στη ζωή τους, μέσα στην άγνοια και στον κίνδυνο που παραμόνευε δίπλα τους». Σήμερα, 24 χρόνια μετά, μια σειρά καταγγελιών δείχνει ότι οι δομές της «Κιβωτού» ανά την επικράτεια δεν ήταν στεγανές στους κινδύνους.
Την περασμένη Τετάρτη, ένας φάκελος με στοιχεία που είχε συλλέξει η Συνήγορος για το Παιδί κατατέθηκε στην αστυνομία και διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Ανηλίκων, η οποία ήδη διεξάγει έρευνα και για καταγγελίες περί σεξουαλικής κακοποίησης αγοριών σε δομές της «Κιβωτού». Η οργάνωση δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα της «Κ» να σχολιάσει τις πληροφορίες.
Ενας 19χρονος, του οποίου η κατάθεση περιλαμβάνεται στον φάκελο, μιλάει αποκλειστικά στην «Κ» και περιγράφει τη σκηνή στην οποία έγινε αυτόπτης μάρτυρας. Από το 2018, ο τότε 15χρονος διέμενε στη δομή της Χίου, όπου μετακόμισε ξαφνικά όταν, μετά μια εκδρομή της «Κιβωτού» στο νησί, οι υπεύθυνοι τον ενημέρωσαν ότι τα υπόλοιπα παιδιά θα επέστρεφαν στην Αθήνα, αλλά εκείνος θα παρέμενε στη Χίο. Ηθελε να συνεχίσει το σχολείο –είχε αποφοιτήσει ήδη από το γυμνάσιο–, αλλά του είπαν από την «Κιβωτό» πως δεν χρειαζόταν. Τον ενέγραψαν σε μια ιδιωτική σχολή, την οποία στην αρχή τού είπαν πως θα πλήρωναν εξ ολοκλήρου, αλλά στη συνέχεια τον ανάγκασαν να πληρώσει ο ίδιος με όλα τα χρήματα που, όπως λέει, υποτίθεται πως ήταν η αμοιβή του για την καθημερινή του εργασία – χρήματα τα οποία για χρόνια κρατούσαν οι ίδιοι οι υπεύθυνοι.
Τον Αύγουστο του 2021, ο 19χρονος σήμερα, περίμενε ξύπνιος στην κουζίνα, όπου ήταν το σύνηθες πόστο του, σε περίπτωση που θα τον καλούσαν. Είχε φθάσει μεσάνυχτα, και πράγματι του ζήτησαν να μεταφέρει φαγητό –σούπα βελουτέ λαχανικών– σε ένα από τα δωμάτια όπου διέμενε διευθυντικό στέλεχος της «Κιβωτού». Ακουγε μουσική, φορούσε ακουστικά. Οταν έφθασε έξω από το δωμάτιο κρατώντας τον δίσκο, αφηρημένος όπως ήταν, δεν χτύπησε. Απλώς άνοιξε την πόρτα. Την έκλεισε γρήγορα. Οπως λέει στην «Κ», στο κρεβάτι του δωματίου αντίκρισε ξαπλωμένο και ημίγυμνο έναν 17χρονο φίλο του, ο οποίος του είχε προηγουμένως εκμυστηρευθεί ότι βίωνε αντίστοιχα περιστατικά, αλλά μέχρι τότε ο 19χρονος δεν τον πίστευε. Ορθιο από πάνω του και επιδιδόμενο εκείνη τη στιγμή σε σεξουαλική πράξη με τον 17χρονο, ήταν ένα από τα στελέχη της «Κιβωτού». «Το είδες», του είπε την επόμενη μέρα ο 17χρονος, «ότι δεν είμαι τρελός».
Ο 19χρονος είναι μόνο ένα από τα παιδιά που μεγάλωσαν στην «Κιβωτό» και μίλησαν αποκλειστικά στην «Κ» για τα όσα βίωσαν στις δομές της. Μπορεί ο ίδιος να μην υπήρξε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, αλλά ένας εργαζόμενος της «Κιβωτού» το 2017 του έριξε μια μπάλα μπάσκετ στο κεφάλι, τον χαστούκισε και του άνοιξε το γόνατο. Μία κοπέλα που πέρασε έξι χρόνια σε δομή της Χίου δήλωσε στην «Κ» ότι οι υπεύθυνοι τους χτυπούσαν όταν δεν υπάκουαν. Ενας 27χρονος που έζησε από τα 14 στη δομή του Κολωνού ισχυρίζεται στην «Κ» πως ένας εργαζόμενος του έδωσε γροθιά στο πρόσωπο επειδή αντιμίλησε. Οταν εκείνος το κατήγγειλε στην ηγεσία του οργανισμού, ο παιδαγωγός μεταφέρθηκε για ένα μήνα σε άλλη δομή της επικράτειας και μετά επέστρεψε. Οταν ένας άλλος εργαζόμενος της «Κιβωτού», τον οποίο ο 27χρονος χαρακτηρίζει ως υψηλά ιστάμενο, ασέλγησε πάνω του, το εκμυστηρεύτηκε σε ένα φίλο του. Αποφάσισαν να μη μιλήσουν σε κανέναν, γιατί όταν κάποιος άλλος είχε κατηγορήσει τον ίδιο εργαζόμενο για σεξουαλική παρενόχληση, η ηγεσία της «Κιβωτού» τον είχε βγάλει τρελό, λέει ο 27χρονος. Μια άλλη κοπέλα δηλώνει πως ο ίδιος εργαζόμενος την είχε χαστουκίσει.
Οι τιμωρίες
Τα παιδιά που μεγάλωσαν στην «Κιβωτό» ήταν ήδη ταλαιπωρημένα. Πολλά ήταν ήδη κακοποιημένα. Δεν είχαν ζήσει εύκολες ζωές στα σπίτια τους, και οι περισσότεροι παραδέχονται στην «Κ» για τους εαυτούς τους πως, όταν πήγαν στο ίδρυμα, ήταν δύσκολα και οξύθυμα παιδιά. Ηλπιζαν πως στην «Κιβωτό», αν δεν έβρισκαν τη σωτηρία, μπορεί να έβρισκαν μια οικογένεια. Πολλοί είναι ακόμη ευγνώμονες. Για τα γράμματα που έμαθαν, για το ότι είχαν στέγη, τροφή, μια καθημερινότητα που στην αρχή έμοιαζε φυσιολογική, πριν γίνει γρήγορα καταπιεστική, κακοποιητική και βυθισμένη στην υποκρισία. Δύο εκ των παιδιών που μιλούν στην «Κ» αναφέρουν ότι οι εργαζόμενοι της «Κιβωτού» ενημέρωναν τα παιδιά ότι θα επισκέπτονταν τις δομές δημοσιογράφοι δύο μέρες πριν έρθουν και τους υπαγόρευαν τι να πουν. Αν παρεξέκλιναν από τις οδηγίες, τους τιμωρούσαν, ισχυρίζονται στην «Κ».
Οι τιμωρίες ήταν συχνές, ενίοτε πολύμηνες και σκληρές –εγκλεισμός σε δωμάτια, σε σπίτια ή σε αποθήκες του οργανισμού, «δεν μας τάιζαν και δεν βλέπαμε ούτε το φως του ήλιου», λέει η κοπέλα από τη δομή της Χίου– και αυθαίρετες. Παραδείγματος χάριν, ο 27χρονος δηλώνει πως όποιο παιδί ήταν χριστιανός και δεν πήγαινε τις Κυριακές στην εκκλησία, τιμωρούνταν. Ειδικά αν κάποιο παιδί που δεν έμενε στη δομή, αλλά την επισκεπτόταν για μαθήματα ή η «Κιβωτός» βοηθούσε την οικογένειά του, δεν πήγαινε στην εκκλησία τις Κυριακές, ως τιμωρία η «Κιβωτός» σταματούσε να δίνει τρόφιμα στους δικούς του, ισχυρίζεται.
Οπως και ο 19χρονος, και άλλοι τρεις μιλούν για ύποπτη οικονομική διαχείριση. «Μας έκλεβαν λεφτά καμιά φορά, αλλά δεν το παραδέχονταν», λέει η κοπέλα από τη δομή της Χίου. Η 20χρονη Σοφία, η οποία έζησε από τα 12 μέχρι τα 18 σε δομή της «Κιβωτού» στην Ηπειρο, αναφέρει πως για την υποχρεωτική τους εργασία –καθαρίζοντας τουαλέτες, κουζίνες και αποθήκες της «Κιβωτού», μεταξύ άλλων– και ως ανταμοιβή για καλή διαγωγή οι υπεύθυνοι τους έδιναν συνήθως 10 ευρώ τον μήνα, τα οποία τους έλεγαν πως δικαιούνται αλλά τα κρατούσαν οι ίδιοι. Ο μόνος τρόπος να τα εξαργυρώσουν, όπως περιγράφει, ήταν να αγοράσουν κάτι από «το μίνι μάρκετ που είχαν δημιουργήσει μέσα στη δομή – για να επιστρέφουν τα χρήματα πάλι στους ίδιους» ή να τα ξοδέψουν μέσα σε ένα μήνα. Αν ο μήνας περνούσε και πήγαιναν στους υπευθύνους για να ζητήσουν τα χρήματά τους, τους έλεγαν πως τα είχαν ήδη ξοδέψει και δεν το θυμόνταν.
Ο 27χρονος αναφέρει πως ένας ευεργέτης του ιδρύματος έδινε 10.000 ευρώ σε όποιο παιδί της «Κιβωτού» συνέχιζε το σχολείο. Εκείνος έλαβε 8.000 ευρώ –η «Κ» έχει δει απόδειξη του βιβλιαρίου του– και μετά ο εργαζόμενος που περιγράφει ως υψηλά ιστάμενο του είπε πως θα έπρεπε να επιστρέψει τα περισσότερα χρήματα στην «Κιβωτό» και ο 27χρονος να κρατήσει 2.000 ευρώ, για να βοηθήσουν και τα υπόλοιπα παιδιά, κάτι που είχε ακούσει πως είχαν ζητήσει και από άλλα παιδιά του ιδρύματος. «Θα πάμε μαζί στην τράπεζα να τα τραβήξουμε», δηλώνει πως του είχε πει ο εν λόγω εργαζόμενος.
«Δεν πιστεύω πια σε αγίους. Μόνο σε όσους δεν φαίνονται»
Η υποχρεωτική εργασία ήταν συχνό φαινόμενο, λένε τα παιδιά που έζησαν σε διαφορετικές δομές της «Κιβωτού» –στον Κολωνό, στη Χίο και στην Ηπειρο– και τα στοιχεία τους είναι στη διάθεση της εφημερίδας. Η κοπέλα από τη δομή της Χίου αναφέρει πως όταν ήταν 7 χρόνων εκείνη και άλλα παιδιά έπρεπε να εργάζονται στα χωράφια. Ο 19χρονος περιγράφει πώς ξυπνούσαν 6 το πρωί. Στις 6.15 έτρωγαν πρωινό, μέχρι τις 6.30 είχαν αρχίσει τις αγροτικές δουλειές στο βουνό. «Μας έδιναν κασμάδες και τσουγκράνες», λέει στην «Κ», «και σπάγαμε πέτρες». Σταματούσαν για να φάνε μεσημεριανό και ύστερα συνέχιζαν την ίδια δουλειά, μες στο καλοκαίρι, χωρίς να καταλαβαίνουν ακριβώς γιατί. Ο πατέρας Αντώνιος τους έλεγε ότι, αν σπάσεις τις πέτρες και καθαρίσεις το χώμα, θα μαλακώσει, θα βγάλει καρπούς, όπως και οι άνθρωποι. Στο μεταξύ, όμως, το μόνο που οι ίδιοι έβγαζαν ήταν φουσκάλες.
Τα παιδιά επισήμαναν πως όχι μόνο φοβούνταν να αντιδράσουν, αλλά δεν ήξεραν και σε ποιον να απευθυνθούν. Το ίδρυμα δεν τους επέτρεπε, λένε, να έχουν κινητά. Οταν έπαιρναν τηλέφωνο οι συγγενείς τους, τις περισσότερες φορές οι υπεύθυνοι τους έλεγαν ψέματα ότι τα παιδιά έλειπαν ή δεν ήθελαν να τους μιλήσουν, κάτι που δηλώνει στην «Κ» και ο πατέρας ενός παιδιού που βρισκόταν σε δομή του ιδρύματος.
Οι αντιρρήσεις
Παρ’ όλα αυτά, δεν συμφωνούν όλοι με τις καταγγελίες που έχουν έρθει στο φως, τόσο μέσω της έρευνας των Αρχών όσο και ως μαρτυρίες στην «Κ». Ενας 20χρονος, ο οποίος, κρίνοντας από δεδομένα σε ένα κοινωνικό μέσο, φαίνεται να διατηρούσε φιλική σχέση με έναν εργαζόμενο που άλλα παιδιά έχουν κατηγορήσει στην «Κ» για ασέλγεια και σωματική βία, λέει στην εφημερίδα ότι διαφωνεί με όσα ακούγονται. Ο ίδιος δεν ζούσε σε δομή, ωστόσο όπως και άλλα παιδιά επισκεπτόταν από την Δ΄ Δημοτικού μέχρι πέρυσι καθημερινά την «Κιβωτό». «Εχω ζήσει κάτι εντελώς διαφορετικό εκεί μέσα, έχω στήσει τη ζωή μου, σπουδάζω και είμαι καθημερινά ευγνώμων για όσα έλαβα», τονίζει στην «Κ». «Δεν βίωσα κάτι τέτοιο ούτε είδα να συμβαίνει», λέει αναφορικά με περιστατικά σωματικής βίας, παρενόχλησης, εκβιασμού ή τιμωρίας.
Τόσο η Σοφία όσο και ο 27χρονος υπογραμμίζουν πως για κάποια πράγματα παραμένουν ευγνώμονες στην «Κιβωτό». «Δεν κρατάω κακία, μου έμαθαν να μην κρατάω κακία», λέει ο 27χρονος για την «Κιβωτό». «Αλλά είναι κάποια πράγματα που ακόμη με πληγώνουν», εξηγεί. Οπως ότι, όπως λέει, κάποιοι παιδαγωγοί (πολλοί από αυτούς, όπως δηλώνουν τα παιδιά, δεν είχαν εμπειρία με παιδιά και ήταν υδραυλικοί ή ηλεκτρολόγοι) τους φέρονταν «σαν σκυλιά» ή «σαν σκλάβους». Ή ότι τον απέτρεψαν από το να συνεχίσει το λύκειο, κάτι που κάνει τώρα. Ή ότι η «Κιβωτός» δεν ήταν αυτό που το όνομά της υποσχόταν. «Ούτε εκεί έζησα παιδικά χρόνια», αναφέρει ο 27χρονος.
Το νέο πλαίσιο
Αν μη τι άλλο, οι συγκεκριμένες καταγγελίες υποδεικνύουν την επιτακτική ανάγκη για έλεγχο των ιδρυμάτων. Πρόσφατα θεσπίστηκε ένα κανονιστικό πλαίσιο που θέτει προδιαγραφές και σαφή κριτήρια ίδρυσης και λειτουργίας μονάδων παιδικής προστασίας και φροντίδας. Ο σκοπός των νέων ρυθμίσεων, στις οποίες κάποιες μη κρατικές δομές είχαν αντιδράσει εντόνως, είναι, σύμφωνα με την αρμόδια υφυπουργό Κοινωνικής Προστασίας, Δόμνα Μιχαηλίδου, όχι μόνον η βέλτιστη λειτουργία τους, αλλά και η μετεξέλιξη του ρόλου τους «σε ένα παιδοκεντρικό μοντέλο εύρεσης της κατάλληλης γι’ αυτά οικογένειας».
Τελειώνοντας τη διά ζώσης συνέντευξη με έναν από τους πρώην ωφελουμένους της «Κιβωτού», τα λόγια μας πνίγει ο εκκωφαντικός ήχος της καμπάνας που ηχεί από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Τον ρωτάω αν ο ίδιος πιστεύει πια σε αγίους. «Οχι», απαντά. «Μόνο στους αγνούς», συμπληρώνει, «και σε εκείνους που κάνουν έργο και δεν φαίνονται».