ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ελλάδα: Η έξαρση της βίας και ο φακός των social media

Τρεις εγκληματολόγοι μιλούν στο kathimerini.gr για τα στοιχεία των τελευταίων ετών και τον ρόλο των ΜΜΕ και των social media στη μετάδοση της πληροφορίας

Kathimerini.gr

Γιώργος Φωκιανός

Υποθέσεις ανθρωποκτονιών με ποικίλα κίνητρα που σόκαραν την κοινή γνώμη, βίαιες επιθέσεις νεανικών συμμοριών, ληστείες και απάνθρωπες συμπεριφορές. Σε μια εποχή κατά την οποία οι στατιστικές του εγκλήματος αποτυπώνουν τις καινούργιες μορφές παραβατικότητας και την ποιοτική αναβάθμισή τους, η κοινωνία διερωτάται για την έκταση που έχει λάβει η διάχυση της βίας. Τρεις εγκληματολόγοι μιλούν στο kathimerini.gr για τα στοιχεία των τελευταίων ετών και τον ρόλο των ΜΜΕ και των social media στη μετάδοση της πληροφορίας.

Μιλώντας στο kathimerini.gr, η Κέλλυ Ιωάννου, υποψήφια Δρ εγκληματολογίας και Διευθύντρια του Διεθνούς Ινστιτούτου Κυβερνοασφάλειας (CSI Institute), τόνισε πως η εγκληματικότητα είναι ένα πολυσύνθετο ζήτημα και πως για την έξαρση ή την εμφάνιση των περιστατικών δεν ευθύνεται κάτι συγκεκριμένο. «Για αρκετά ειδεχθή εγκλήματα δεν μπορούμε να πούμε κάτι το αφοριστικό, κάθε έγκλημα είναι διαφορετικό. Βέβαια η κοινή συνιστώσα είναι η βία».

«Αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε για αυτά τα τελευταία 2 έτη, που υπάρχει η πανδημία, είναι ότι παρατηρείται μία αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνεται η βία και αυτό είναι κάτι που μας προβληματίζει», επεσήμανε η κ. Ιωάννου και αναφέρθηκε σε μία εκτίμηση που είχε κάνει το 2020. Συγκεκριμένα, τόνισε πως «στην αρχή του 1ου lockdown, ενός πρωτόγνωρου μέτρου, είχα πει ότι θα υπάρξει άνοδος της εγκληματικότητας. Μελετώντας επιστημονικά, οι θεωρίες για την εγκληματικότητα είναι συγκεκριμένες και όπως προκύπτει, όταν οι άνθρωποι είναι κλεισμένοι, ταλανίζονται οι βασικές τους αξίες, τα όνειρά τους και οι προτεραιότητες που έχουν, τότε συσσωρεύονται έντονα αρνητικά συναισθήματα».

Σε ό,τι αφορά τη μετάδοση των εγκληματικών πράξεων από τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η Διευθύντρια του Διεθνούς Ινστιτούτου Κυβερνοασφάλειας επεσήμανε πως για κάποιους λειτουργεί αρνητικά, και σε κάποια περιστατικά μπορεί να ληφθούν ορισμένοι παράγοντες συσχέτισης. Όπως πρόσθεσε η ίδια αποτελεί μείζονος σημασίας και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται αυτές οι ειδήσεις.

«Ποιοτική αναβάθμιση»

Από την πλευρά της η Αγγελική Καρδαρά, διδάκτωρ του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, φιλόλογος, και τακτική – επιστημονική συνεργάτιδα του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, τόνισε πως η εγκληματικότητα είναι συνυφασμένη με τις ανθρώπινες κοινωνίες και προβληματίζει διαχρονικά τους ειδικούς.

Σύμφωνα με την ίδια, τα ΜΜΕ εστιάζουν στα εγκλήματα κατά ζωής και στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, ενώ το θέμα δεν προσεγγίζεται -όπως είπε- στην ολότητά του, καθώς υπάρχουν και άλλες μορφές εγκληματικότητας, όπως τα οικονομικά εγκλήματα κ.α.

«Εδώ και αρκετά χρόνια οι εγκληματολόγοι μιλούν για μία ποιοτική διαφοροποίηση, για πράξεις βίας με πιο σκληρές διαστάσεις. Είναι κάτι που το βλέπουμε και στις νεότερες ηλικίες», ανέφερε κ. Καρδαρά, επισημαίνοντας πως ο Καθηγητής Εγκληματολογίας Νέστωρ Κουράκης παρέθεσε συγκεκριμένα στοιχεία, κατά τη διάρκεια παρουσίασης του βιβλίου της: «Νέοι παγιδευμένοι στα παιχνίδια της βίας».

Συγκεκριμένα, κατά τη σύγκριση των αστυνομικών στοιχείων, βλέπουμε πως ενώ το 2000 η εγκληματικότητα στις ηλικίες 13-17 ετών ήταν 7% και έπεσε στο 4,5% το 2020, οι επιμέρους «σκληροί δείκτες» παρουσίασαν αύξηση:

Συγκεντρωτικά
στοιχεία – εγκλήματα
2000 2020
Ανθρωποκτονίες από πρόθεση 7 16
Βιασμοί 6 32
Ληστείες 62 486
Υποθέσεις ναρκωτικών 330 440

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο, σύμφωνα με την κ. Καρδαρά είναι ότι παρατηρείται όξυνση της βίας σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες, ενώ οι ειδικοί μιλούν για ένταση των επιθετικών συμπεριφορών στο μέλλον, τόσο έναντι προσώπων όσο και έναντι θεσμών.

Στο πλαίσιο αυτό, τονίζεται πως πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στη ρίζα του και στο οικογενειακό περιβάλλον, όπου παρατηρούνται δυσλειτουργίες ορατές και μη ορατές. Στους νέους το πρόβλημα είναι μεγάλο και παρατηρείται πως πολλοί από όσους εμπλέκονται σε πράξεις βίας δεν έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους ή παρουσιάζουν αδιαφορία για το σχολείο, οδηγώντας στην ένταξη σε ομάδες/συμμορίες.

Αναφερόμενη στο έγκλημα στην Κυψέλη, η κ. Καρδαρά επεσήμανε πως τέτοια ζητήματα πρέπει να αναδεικνύουν τη μέριμνα και την κοινωνική πρόνοια, ώστε να προλαβαίνουμε παρόμοιες καταστάσεις.

Υπάρχει και ο «σκοτεινός» αριθμός εγκλημάτων

Ο Διονύσης Χιόνης, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, ΜΔΕ Εγκληματολογίας και Πρόεδρος του «Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος», αναφέρθηκε στα εγκλήματα, τα οποία βρίσκονται στο προσκήνιο εξαιτίας και της μεγαλύτερης προβολής που προκύπτει από τα ΜΜΕ, καθώς από τα social media. «Eιδικότερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ένα θέμα μπορεί να κυκλοφορεί και να συζητείται για πολλές ημέρες, ωστόσο είναι εμφανής και ο κίνδυνος μετάδοσης της παραφιλολογίας σχετικά με συγκεκριμένες υποθέσεις», τόνισε χαρακτηριστικά.

Όπως είπε, αναφορικά με τα νούμερα της εγκληματικότητας, «αυτά πρέπει να εξεταστούν σοβαρά για το αν υπάρχει έξαρση ή όχι της εγκληματικότητας. Ωστόσο αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι και ότι δεν μπορούν να προκύψουν απτά συμπεράσματα μόνο από τα νούμερα. Και αυτό γιατί αν εμφανίζεται, φερ’ ειπείν, μείωση της εγκληματικότητας, αυτό μπορεί να μην είναι πάντα αληθές, καθώς υπάρχει και ο “σκοτεινός αριθμός” της εγκληματικότητας, δηλαδή τα εγκλήματα που δεν έχουν καταγραφεί στις επίσημες στατιστικές. Λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο και το περιεχόμενο της καταγραφής των εγκλημάτων στις στατιστικές της Αστυνομίας ή της Δικαιοσύνης, θα πρέπει να γίνεται αντίστοιχα η ενδεδειγμένη ερμηνεία των δεδομένων, λαμβανομένων πάντοτε υπόψη των ανάλογων επιφυλάξεων για την ορθότητά τους».

Το τελευταίο διάστημα είδαν το φως της δημοσιότητας διάφορες υποθέσεις, όπως η δολοφονία του 19χρονου Άλκη στη Θεσσαλονίκη, το έγκλημα στην Κυψέλη και το γηροκομείο – «κολαστήριο» στα Χανιά. «Είναι σίγουρο πως το έγκλημα στη Θεσσαλονίκη είχε μεγαλύτερη “θεατότητα”, καθώς έγινε σε δημόσια θέα, σε κεντρικό σημείο της πόλης και παράλληλα υπήρξε μεγάλος αριθμός δραστών και θυμάτων, με τραγικό απολογισμό έναν νεκρό και δύο τραυματίες», σημείωσε.

Ερωτηθείς για το αν θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει κάποια σύνδεση σε αυτά τα εγκλήματα ή αν υπάρχει κάποιος κοινός παρονομαστής, ο κ. Χιόνης τόνισε πως «η βία είναι διάχυτη στην ελληνική κοινωνία του σήμερα, όμως για να μπορέσουμε να πούμε με βεβαιότητα ότι η οπαδική βία μπορεί να διοχετευθεί και σε άλλες μορφές απαιτούνται σύγχρονα απτά ερευνητικά αποτελέσματα. Αυτό που υποθέτουμε είναι ότι όποιος είναι βίαιος δεν εκλύει τη βία επιλεκτικά σε συγκεκριμένα μόνο πεδία και ότι συχνά υπάρχει σταδιακή κλιμάκωση της βίαιης συμπεριφοράς προς βαρύτερες μορφές και περισσότερα πεδία. Άποψή μου είναι ότι ο “οπαδός” που προκαλεί σωματικές βλάβες ή ακόμα και θάνατο άλλου ανθρώπου στο γήπεδο ή στον δρόμο αποκλείεται να μην είναι βίαιος μέσα στο ίδιο του το σπίτι».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση