Αθανάσιος Έλλις
Με τις επιλογές προσώπων που έκανε στη νέα κυβέρνησή του ο παντοδύναμος Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ επιβεβαιώνει τον απόλυτο έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής και θα υλοποιήσει τις στρατηγικές επιλογές του στη βάση των προσωπικών του επιθυμιών και στοχεύσεων, χωρίς τον οποιονδήποτε εσωτερικό πολιτικό υπολογισμό.
Ο νέος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, είναι ο άνθρωπος των ειδικών αποστολών. Αρχηγός της υπηρεσίας πληροφοριών (ΜΙΤ) τα τελευταία 13 χρόνια γνωρίζει κυριολεκτικά τα πάντα, ενώ έχει πιστωθεί την έγκαιρη ανακάλυψη της απόπειρας πραξικοπήματος το 2016 σε σημείο που ο Ερντογάν να του χρωστά τη ζωή του. Είναι άνθρωπος της απόλυτης εμπιστοσύνης του προέδρου όπως είναι και ο στενότατος συνεργάτης και σύμβουλός του, Ιμπραχίμ Καλίν, ο οποίος αντικαθιστά τον Φιντάν στην ηγεσία της μυστικής υπηρεσίας.
Ο Καλίν ήταν αυτός που συμμετείχε εκ μέρους της Τουρκίας στις δυο συναντήσεις που διοργάνωσε ο διπλωματικός σύμβουλος του Γερμανού καγκελαρίου, Γενς Πλέτνερ, με τις διευθύντριες του διπλωματικού γραφείου του Ελληνα πρωθυπουργού, την Ελένη Σουρανή τον Ιούλιο του ’20 και την Αννα-Μαρία Μπούρα, τον Δεκέμβριο του ’22.
Ο νέος υπουργός Αμυνας και μέχρι χθες επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου, στρατηγός Γιασάρ Γκιουλέρ, είναι επίσης πολύ κοντά στον Ερντογάν ο οποίος ελέγχει πλήρως και σε προσωπικό επίπεδο τα ηγετικά κλιμάκια των ενόπλων δυνάμεων.
Και οι τρεις γνωρίζουν καλά και λεπτομερώς όλα τα ευαίσθητα ζητήματα ασφαλείας που απασχολούν την Τουρκία, συμπεριλαμβανομένων των ελληνοτουρκικών.
Η Ελλάδα θα αναμένει να διαπιστώσει στην πράξη τις προθέσεις της νέας κυβέρνησης Ερντογάν και κατά πόσον ο νεοεκλεγείς πρόεδρος το εννοεί όταν μιλάει για μια «νέα αρχή». Πολλά θα φανούν στη συνάντηση των ηγετών των δυο χωρών που αναμένεται να πραγματοποιηθεί στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία, στις 11-12 Ιουλίου. Πάντως, η ομιλία του Ταγίπ Ερντογάν στη χθεσινή ορκωμοσία είχε μεν στοιχεία συμφιλίωσης προς το εσωτερικό, αλλά ήταν γεμάτη αναφορές στον «αιώνα της Τουρκίας’» και το αφήγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Είναι σαφές ότι η πίεση είναι από τα δεξιά, από τον υπερεθνικστικό οίστρο που αποτυπώθηκε και στις πρόσφατες εκλογές, τόσο στις προεδρικές όσο και στις βουλευτικές. Δεν είναι μόνο η ροπή του ίδιου του ΑΚΡ προς τον εθνικισμό, ούτε η συμμαχία και εν μέρει εξάρτησή του από το κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Ακόμη και στην αντιπολίτευση κυριαρχούν τα στοιχεία του εθνικισμού και του επεκτατισμού. Κορυφαία έκφραση του φαινομένου το Καλό Κόμμα της Μεράλ Ακσενέρ, αλλά και μικρότερα όπως αυτό του πρώην πρωθυπουργού και ιθύνοντος νοός του Στρατηγικού Βάθους, Αχμέτ Νταβούτογλου, ενώ σε μεγάλο βαθμό σε ανάλογο πνεύμα κινείται και το ίδιο το κεμαλικό CHP.
Αν ο Ερντογάν επιλέξει μια στροφή προς τον ρεαλισμό και τη συνεργασία με τη Δύση, όπως δείχνει ότι θα κάνει στον τομέα της οικονομίας με την τοποθέτηση του Μεχμέτ Σιμσέκ στο συγκεκριμένο υπουργείο, ίσως υπάρξει μεταστροφή και στα ελληνοτουρκικά. Η επιλογή του παντοδύναμου προέδρου δεν θα είναι προϊόν πολιτικών υπολογισμών, εσωτερικών συσχετισμών ή του βαθέος κράτους, αλλά μια δική του προσωπική απόφαση.