Kathimerini.gr
Χρειάστηκαν 11 ημέρες ασταμάτητων τηλεφωνικών κλήσεων μέχρι η Σίλβια Μπερτουλέτι να πείσει έναν γιατρό να επισκεφτεί τον 78χρονο πατέρα της Αλεσάντρο, ο οποίος είχε ανεβάσει πυρετό και δυσκολευόταν να αναπνεύσει. Όταν ένας γιατρός πήγε στο σπίτι της κοντά στο Μπέργκαμο, το επίκεντρο της επιδημίας του κορωνοϊού στη βόρεια Ιταλία, το βράδυ της 18ης Μαρτίου, ήταν πολύ αργά.
Ο θάνατος του Αλεσάντρο Μπερτουλέτι κατεγράφη στις 1:10 π.μ. στις 19 Μαρτίου, 10 λεπτά προτού ένα ασθενοφόρο φτάσει με ώρες καθυστέρησης. Το μόνο φάρμακο που είχε συνταγογραφηθεί, μέσω τηλεφώνου, ήταν ένα ήπιο παυσίπονο και ένα ευρέως φάσματος αντιβιοτικό. «Ο πατέρας μου αφέθηκε να πεθάνει μόνος του, στο σπίτι, χωρίς βοήθεια», δήλωσε η Μπερτουλέτι, ηλικίας 48 ετών. «Ήμασταν απλά εγκαταλελειμμένοι, κανένας δεν αξίζει ένα τέλος σαν κι αυτό».
Οι συνεντεύξεις με οικογένειες, γιατρούς και νοσηλευτές στην περιοχή της Λομβαρδίας δείχνουν ότι η περίπτωση αυτή δεν είναι η μοναδική καθώς πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν στο σπίτι αφού δεν αξιολογεί γιατρός τα συμπτώματα και οι τηλεφωνικές συμβουλές δεν επαρκούν πάντα. Μόνο στην επαρχία Μπέργκαμο, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα σχετικά με τον αριθμό θανάτων, ο πραγματικός απολογισμός θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος από διπλάσιος από τον επίσημο αριθμό των 2.060 νεκρών που έχουν καταγραφεί στα νοσοκομεία.
Καθώς ο παγκόσμιος αγώνας για να σωθούν ζωές επικεντρώνεται στην παροχή νοσοκομειακών αναπνευστήρων, ορισμένοι γιατροί λένε ότι η έλλειψη πρωτοβάθμιας περίθαλψης αποδεικνύεται εξίσου δαπανηρή, διότι οι γιατροί δεν μπορούν ή δεν θα κάνουν επισκέψεις στο σπίτι, σύμφωνα με την τακτική που ακολουθείται παγκοσμίως για οδηγίες εξ αποστάσεως.«Αυτό που οδήγησε σε αυτή την κατάσταση είναι ότι πολλοί οικογενειακοί γιατροί δεν επισκέπτονταν τους ασθενείς τους για εβδομάδες», δήλωσε ο Ρικάρντο Μούντα, ο οποίος εργάζεται στο Σελβίνο και Νέμπρο, δύο πόλεις κοντά στο Μπέργκαμο, καλύπτοντας και τον συνάδελφό του που νόσησε.
«Και δεν μπορώ να τους κατηγορήσω, γιατί έτσι σώθηκαν οι ίδιοι».Είπε ότι πολλοί θάνατοι θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν οι άνθρωποι στο σπίτι είχαν λάβει έγκαιρη ιατρική βοήθεια, αλλά οι γιατροί δεν είχαν αρκετές μάσκες και προστατευτικές στολές για να προστατευθούν από τον ιό και απέφευγαν να κάνουν επισκέψεις, εκτός αν ήταν απολύτως απαραίτητο. «Οι γιατροί χορηγούν στους ανθρώπους θεραπεία στο σπίτι. Αλλά αν αυτή η θεραπεία δεν λειτουργεί, αν δεν υπάρχει γιατρός που ελέγχει και αλλάζει ή ρυθμίζει τα φάρμακα, τότε ο ασθενής πεθαίνει».
Ενώ οι εργαζόμενοι σε νοσοκομεία είχαν προτεραιότητα στην πρόσβαση σε μάσκες, ορισμένοι οικογενειακοί γιατροί λένε ότι πήγαν χωρίς και έτσι ένιωσαν ανίκανοι να επισκεφθούν τους ασθενείς με ασφάλεια. Εκπρόσωπος της κρατικής υπηρεσίας υγείας ATS στο Μπέργκαμο δήλωσε ότι οι αρχές στην περιοχή της Λομβαρδίας, που κατατάσσεται μεταξύ των πιο αποτελεσματικών για τις υπηρεσίες υγείας, ζήτησαν από τους οικογενειακούς γιατρούς να ασχολούνται όσο το δυνατόν περισσότερο με τους ασθενείς μέσω τηλεφώνου, περιορίζοντας τις επισκέψεις στο σπίτι για να μειώσουν τη μετάδοση και τα απόβλητα προστατευτικού εξοπλισμού.Πρόσθεσε ότι 142 γιατροί στην περιοχή Μπέργκαμο ήταν άρρωστοι ή σε καραντίνα, αλλά όλοι είχαν αντικατασταθεί.
Στην επαρχία Μπέργκαμο, έξι ειδικές μονάδες γιατρών άρχισαν να επιχειρούν στις 19 Μαρτίου και κάθε μία από αυτές ήταν εξοπλισμένη για να επισκέπτεται ασθενείς στο σπίτι. Στο κοντινό Μιλάνο, όπου οι θάνατοι στο σπίτι και στα κέντρα ηλικιωμένων υπερδιπλασιάστηκαν το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου, παρόμοιες μονάδες άρχισαν να λειτουργούν μόλις στις 31 Μαρτίου.Ο επίσημος αριθμός θανάτων στην Ιταλία έφθασε τις 15.887 την Κυριακή, σχεδόν το ένα τρίτο του παγκόσμιου συνόλου, αλλά υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι ο αριθμός αυτός είναι πολύ χαμηλότερος από τον πραγματικό επειδή τόσοι πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν στο σπίτι.
Μια μελέτη της τοπικής εφημερίδας L'Eco di Bergamo και της εταιρείας InTwig, χρησιμοποιώντας δεδομένα που προέρχονται από τοπικούς δήμους, εκτιμά ότι 5.400 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στην επαρχία Μπέργκαμο κατά τη διάρκεια του Μαρτίου ή έξι φορές περισσότερο από ό, τι πριν από ένα χρόνο.Από αυτούς, υπολογίζει ότι περίπου 4.500 άνθρωποι υπέκυψαν στον κορωνοϊό- αριθμό διπλάσιο από τον επίσημο απολογισμό.Αυτό έλαβε υπόψη 600 ανθρώπους που πέθαναν σε νοσηλευτικά ιδρύματα και στοιχεία που παρείχαν οι γιατροί, ανέφερε.Ο Πιέτρο Ζουκέλι, διευθυντής γραφείου τελετών που εξυπηρετεί πολλά χωριά στην κοιλάδα Σεριάνα γύρω από το Μπέργκαμο, δήλωσε τις τελευταίες δύο εβδομάδες ότι πάνω από το 50% της δουλειάς του ήταν να περισυλλέγει σορούς από τα σπίτια των πολιτών. Πριν, οι περισσότεροι νεκροί βρίσκονταν στα νοσοκομεία ή γηροκομεία.
Ο Μούντα, ο γιατρός που εργάζεται στο Σελβνίνο και το Νέμπρο, δήλωσε ότι επισκέπτεται ασθενείς στο σπίτι από τα τέλη Φεβρουαρίου, χορηγώντας αντιβιοτικά για πνευμονία και οξυγονοθεραπεία εάν απαιτείται. Είπε ότι αν και τα αντιβιοτικά δεν θεράπευαν τους ασθενείς μπορούσαν να βοηθήσουν στη διαχείριση επιπλοκών και στην ανάρρωση των ασθενών χωρίς να χρειαστεί να νοσηλευτούν.Ο ίδιος για να προστατεύσει τον εαυτό του, αγόρασε μάσκες αξίας 600 ευρώ, τις οποίες αποστειρώνει στο σπίτι με ατμό κάθε βράδυ.
«Κάντε υπομονή»
Με τον οικογενειακό της γιατρό στο νοσοκομείο, η Μπερτουλέτι λέει ότι τηλεφωνούσε επανειλημμένως τον αντικαταστάτη του, ο οποίος της είπε αρχικά να χορηγήσει στον πατέρα της ένα παυσίπονο για να πέσει ο πυρετός. Καθώς ο πατέρας της επιδεινώθηκε, η Μπερτουλέτι τηλεφώνησε ξανά. «Δεν είμαι αναγκασμένος να κάνω επισκέψεις στο σπίτι, να κάνετε υπομονή», της είπε. Ο συγκεκριμένος γιατρός με τον οποίο ήρθε σε επαφή το Reuters, αρνήθηκε να αποκαλυφθούν τα στοιχεία του, αλλά είπε με δάκρυα στα μάτια ότι οι γιατροί έπρεπε να κάνουν τρομερές επιλογές.Οπως εξήγησε δέχεται 300 με 500 τηλεφωνήματα την ημέρα και κάλυπτε έναν άρρωστο συνάδελφο. «Έπρεπε να επιλέξω, δεν μπορούσα να επισκεφθώ εκείνους που είχαν βήχα και πυρετό, θα μπορούσα μόνο να πάω να δω τα πιο σοβαρά περιστατικά».
Το σωματείο οικογενειακών γιατρών στην επαρχία Μπέργκαμο εκτιμά ότι 70.000 άνθρωποι στην περιοχή ίσως έχουν μολυνθεί. Παρά τις προσπάθειές μας, δεν είναι δυνατόν να τους μεταφέρουμε όλους σε νοσοκομείο και μερικές φορές οι οικογένειες προτιμούν να κρατούν τους άρρωστους στο σπίτι τους καθώς φοβούνται ότι ίσως δεν έχουν άλλη ευκαιρία τους αποχαιρετίσουν», δήλωσε ο δήμαρχος του Μπέργκαμο, Τζιόρτζιο Γκόρι. Ακόμα και στο Μιλάνο, την κύρια πόλη της Λομβαρδίας και την οικονομική πρωτεύουσα της Ιταλίας, οι γιατροί λένε ότι οι δεσμεύσεις των περιφερειακών αρχών να παράσχουν προστατευτικά εργαλεία, όπως μάσκες, στο ιατρικό προσωπικό δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί.
«Εργαζόμαστε χωρίς προστασία και κανείς δεν μας εξέτασε», δήλωσε ο Ρομπέρτο Σκαράνο, χειρούργος και οικογενειακός γιατρός στην πόλη.
Τα ασθενοφόρα συνήθιζαν να φτάνουν μέσα σε λίγα λεπτά έπειτα από μια κλήση και τώρα μπορεί να κάνουν ώρες, λένε οι γιατροί.
Οι φιάλες οξυγόνου είναι τόσο σπάνιες που οι νοσηλευτές σπεύδουν να τις πάρουν πίσω από οικογένειες που έχουν μόλις χάσει δικούς τους ανθρώπους.«Είμαστε συνηθισμένοι να βλέπουμε τους ανθρώπους να πεθαίνουν, αλλά υπό φυσιολογικές συνθήκες νιώθεις σαν να τους συνοδεύεις στο τέλος της διαδρομής», δήλωσε η νοσοκόμα Μάουρα Ζουκέλι.
«Τώρα πηγαίνουμε στα σπίτια των ανθρώπων και μέσα σε 48-72 ώρες ο ασθενής έχει πεθάνει. Είναι όπως στον πόλεμο».