Kathimerini.gr
Επιστήμονες της Ιατρικής Σχολής Μίλερ του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι στη Φλόριντα των ΗΠΑ -μεταξύ των οποίων ένας Έλληνας βιολόγος της διασποράς, ειδικός στην αναγεννητική ιατρική- ανακοίνωσαν άκρως ενθαρρυντικά αποτελέσματα από την κλινική δοκιμή μιας νέας θεραπείας για ασθενείς με σοβαρή COVID-19. Η θεραπεία βασίζεται στη χορήγηση μεσεγχυματικών βλαστικών κυττάρων από ομφάλιο λώρο.
Οι ερευνητές, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιοϊατρικής «Stem Cells Translational Medicine», πραγματοποίησαν τυχαιοποιημένη, διπλά τυφλή και ελεγχόμενη κλινική δοκιμή σε 24 νοσηλευόμενους ασθενείς με πολύ σοβαρή COVID-19 και οξέα αναπνευστικά προβλήματα. Κάθε συμμετέχων έλαβε δύο δόσεις μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων των 100 εκατομμυρίων κυττάρων η κάθε μία, με διαφορά τριών ημερών μεταξύ τους, ή ένα εικονικό φάρμακο (πλασίμπο).
Διαπιστώθηκε ότι η θεραπεία ήταν ασφαλής, μείωσε τον κίνδυνο θανάτου και επέσπευσε τον χρόνο ανάρρωσης, σε σχέση με την ομάδα ελέγχου που δεν είχε κάνει τη θεραπεία. Η επιβίωση των ασθενών που έκαναν τη θεραπεία, έφθασε το 91% σε βάθος ενός μήνα, έναντι μόνο 42% για την ομάδα ελέγχου. Όλοι οι ασθενείς κάτω των 85 ετών (100%) ήσαν ζωντανοί ένα μήνα μετά τη θεραπεία.
Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς που έκαναν τη θεραπεία, ανέκαμψαν και γύρισαν στο σπίτι τους παίρνοντας εξιτήριο από το νοσοκομείο μέσα σε δύο εβδομάδες από το τέλος της θεραπείας. Πάνω από το 80% των ασθενών που έκαναν τη θεραπεία, είχαν αναρρώσει μετά από 30 μέρες, έναντι μόνο 37% των ασθενών στην ομάδα ελέγχου.
«Ο ομφάλιος λώρος περιέχει πρόδρομα ή μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα, τα οποία μπορούν να πολλαπλασιασθούν και να παράγουν θεραπευτικές δόσεις για τουλάχιστον 10.000 ασθενείς από ένα και μόνο ομφάλιο λώρο από καισαρική. Πρόκειται για μια μοναδική πηγή κυττάρων που βρίσκεται υπό μελέτη για πιθανή χρήση σε διάφορες εφαρμογές κυτταρικών θεραπειών, σε οποιαδήποτε περίπτωση χρειάζεται τροποποίηση της ανοσιακής απόκρισης ή της φλεγμονώδους αντίδρασης. Η εν λόγω θεραπεία μελετάται σε συνεργασία με επιστήμονες από την Κίνα εδώ και πάνω από δέκα χρόνια στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 1, ενώ ήδη υπάρχουν περισσότερες από 260 κλινικές δοκιμές της για τη θεραπεία άλλων αυτοάνοσων παθήσεων», δήλωσε ο κύριος ερευνητής, καθηγητής ιατρικής Καμίλο Ρικόρντι.
«Αυτά τα βλαστικά κύτταρα μπορούν να αποτελέσουν μια ιδανική θεραπευτική επιλογή για τη σοβαρή COVID-19. Χρειάζεται μόνο μια ενδοφλέβια έγχυση, όπως η μετάγγιση αίματος. Είναι σαν μια τεχνολογία “έξυπνης βόμβας” μέσα στους πνεύμονες, η οποία αποκαθιστά τη φυσιολογική ανοσιακή αντίδραση και αναστρέφει τις απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές», πρόσθεσε.
Τα μεσεγχυματικά κύτταρα όχι μόνο βοηθούν στην αποκατάσταση των ανοσιακών και φλεγμονωδών αντιδράσεων (είναι συχνό φαινόμενο στη σοβαρή COVID-19 η υπεραντίδραση του οργανισμού, γνωστή και ως «καταιγίδα κυτταροκινών»), αλλά επίσης έχουν αντιμικροβιακή δραστηριότητα και ακόμη ευνοούν την αναγέννηση των ιστών, σύμφωνα με τους ερευνητές. Όταν χορηγούνται ενδοφλέβια, τα κύτταρα αυτά φθάνουν στους πνεύμονες και βοηθούν στην αποκατάσταση των βλαβών των ασθενών COVID-19 με οξύ αναπνευστικό σύνδρομο, μια επικίνδυνη επιπλοκή λόγω σοβαρής φλεγμονής και συσσώρευσης υγρών στους πνεύμονες.
«Τα αποτελέσματα μας επιβεβαιώνουν την ισχυρή αντιφλεγμονώδη και ανοσοτροποποιητική δράση των μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων από ομφάλιο λώρο. Αυτά τα κύτταρα ξεκάθαρα μπόρεσαν να καταστείλουν την “καταιγίδα κυτταροκινών”, ένα βασικό γνώρισμα της σοβαρής COVID-19. Τα αποτελέσματα είναι άκρως σημαντικά όχι μόνο για την COVID-19, αλλά επίσης για άλλες νόσους που χαρακτηρίζονται από αφύσικες και υπερφλεγμονώδεις αντιδράσεις, όπως στην περίπτωση του αυτοάνοσου διαβήτη τύπου 1», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής, επίκουρος καθηγητής Τζιάκομο Λαντσόνι.
Η εν λόγω βλαστοκυτταρική θεραπεία είχε δοκιμαστεί στην αρχική φάση της πανδημίας πρώτα από Κινέζους και λίγο μετά από Ισραηλινούς γιατρούς, οι οποίοι είχαν αναφέρει μεγάλη επιτυχία σε ασθενείς COVID-19. Όμως η ευρύτερη επιστημονική κοινότητα είχε αντιμετωπίσει με σκεπτικισμό αυτές τις αναφορές, επειδή καμία μελέτη δεν ήταν τυχαιοποιημένη (τυχαία επιλογή ασθενών για τη θεραπεία), ούτε ελεγχόμενη με πλασίμπο. Η αμερικανική κλινική δοκιμή, μετά από έγκριση της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ τον Απρίλιο, έρχεται να επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας κατά του κορωνοϊού.
Το επόμενο βήμα θα είναι η μελέτη των βλαστοκυττάρων σε ασθενείς που δεν έχουν ακόμη αρρωστήσει σοβαρά από COVID-19, αλλά ανήκουν σε ομάδα κινδύνου για διασωλήνωση, ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο η θεραπεία αποτρέπει επίσης την επιδείνωση της νόσου. Παράλληλα, θα προχωρήσουν κλινικές δοκιμές για άλλες αυτοάνοσες παθήσεις, όπως η διαβητική νεφροπάθεια, μία από τις βασικές αιτίες που καθιστούν αναπόφευκτη την αιμοκάθαρση και τη μεταμόσχευση νεφρού.
Ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη μια μεγαλύτερη κλινική δοκιμή της θεραπείας. Εωσότου εγκριθεί από τη FDA για ευρύτερη χρήση, η θεραπεία βλαστοκυττάρων θα είναι διαθέσιμη σε αμερικανικά νοσοκομεία για μεμονωμένες πολύ σοβαρές περιπτώσεις COVID-19.
Στη κλινική δοκιμή της θεραπείας συμμετείχε ο Δρ Δημήτρης Κουρούπης, επίκουρος καθηγητής από πέρυσι τον Νοέμβριο στην Ιατρική Σχολή Miller του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι, απόφοιτος του Τμήματος Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (2006), με διδακτορικό στην αναγεννητική ιατρική από το βρετανικό Πανεπιστήμιο του Λιντς (2012).