Kathimerini.gr
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ
Η πρώτη επιβεβαιωμένη περίπτωση ασθενούς με COVID-19 στη Λομβαρδία καταγράφηκε το βράδυ της 20ής Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με επιδημιολογική μελέτη για την επιδημία στην εύπορη περιφέρεια της Βόρειας Ιταλίας, έως τις 8 Μαρτίου και την επιβολή καραντίνας στον ιταλικό Βορρά, είχαν καταγραφεί εκεί 5.830 κρούσματα. Η ίδια μελέτη συμπεραίνει ότι πριν από τις 20 Φεβρουαρίου ο ιός είχε ήδη εξαπλωθεί στους περισσότερους δήμους στη νότια Λομβαρδία.
«Ο ιός διαδόθηκε στα χωριά και στις μικρές πόλεις της περιοχής από μεγάλους ανθρώπους με ενεργό κοινωνική ζωή», εξηγεί στην «Κ» ο Φερντινάντο Τζουλιάνο, αρθρογράφος του Bloomberg και κάτοικος Μιλάνου. «Εβγαιναν στα καφενεία των χωριών τους, έπαιζαν χαρτιά και τον μετέδιδαν ο ένας στον άλλον». Ενδεικτική της σημασίας της έγκαιρης παρέμβασης ήταν η διαφορετική πορεία της επιδημίας σε δύο διαφορετικές επαρχίες της Λομβαρδίας: στο Λόντι, όπου επιβλήθηκαν μέτρα καραντίνας από τις 22 Φεβρουαρίου έως τις 29 Μαρτίου είχαν καταγραφεί μόλις 2.057 κρούσματα· στο Μπέργκαμο, μία πιο ενεργή οικονομικά περιοχή όπου καθυστέρησε η λήψη μέτρων, το αντίστοιχο νούμερο ήταν 8.527 – το χειρότερο στη χώρα.
Η απόφαση της 8ης Μαρτίου διέρρευσε ώρες πριν, με αποτέλεσμα, όπως λέει στην «Κ» ο Μάρκους Γουόκερ, bureau chief Νότιας Ευρώπης της Wall Street Journal με έδρα τη Ρώμη, μεγάλος αριθμός Ιταλών με καταγωγή από τον Νότο να μπει στα τρένα και να ταξιδέψει προς την ιδιαίτερη πατρίδα του, συμβάλλοντας στη διασπορά του ιού. «Εκείνη την πρώτη νύχτα και την επόμενη μέρα δεν υπήρξαν μέτρα επιβολής της καραντίνας», λέει ο Γουόκερ. Ο μεγάλος φόβος τώρα, σημειώνει, είναι η εξάπλωση του ιού στις νότιες περιφέρειες, που είναι πολύ φτωχότερες και διαθέτουν πολύ πιο αδύναμα συστήματα υγείας από τη Λομβαρδία.
Μη σοβαρή επικοινωνία
Ο Βολφάνγκο Πικολί, επικεφαλής της εταιρείας πολιτικής συμβουλευτικής Teneo Intelligence, με έδρα το Λονδίνο αλλά καταγωγή από την Εμίλια Ρομάνια (η περιφέρεια με τη δεύτερη θέση στα κρούσματα), αναδεικνύει την αλλοπρόσαλλη επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης. «Στην αρχή ταλαντεύονταν μεταξύ της χαλαρότητας και του μελοδράματος», εξηγεί. «Αλλά ακόμα και όταν το πήραν απόφαση ότι η κατάσταση ήταν σοβαρή, η επικοινωνία ήταν μη σοβαρή – μεταμεσονύκτιες αναρτήσεις στο Facebook, απουσία λεπτομερειών για το πώς θα εφαρμόζονταν τα μέτρα με αποτέλεσμα να προκαλείται χάος κ.ά.».
Η κρίση έχει δημιουργήσει εντάσεις μεταξύ της κεντρικής κυβέρνησης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Βόρειες περιφέρειες, όπως η Λομβαρδία και το Βένετο, ήθελαν να επιβληθεί κεντρικά μία πολιτική μαζικών εξετάσεων. Η κωμόπολη του Βο στο Βένετο (πληθυσμός 3.400) διενήργησε εξετάσεις στο 97% των κατοίκων στα τέλη Φεβρουαρίου και βρήκε μεγάλο αριθμό φορέων χωρίς συμπτώματα. Οι νότιες περιφέρειες παραπονιούνται ότι η Ρώμη στέλνει όλες τις προμήθειες που έχει στον Βορρά και δεν θα έχουν τα αναγκαία όταν η επιδημία εξαπλωθεί στον Νότο.
Προκλήσεις
Στο κοινωνικό μέτωπο, ο Πικολί αναδεικνύει τις προκλήσεις της νέας κατάστασης: «Πολλοί ηλικιωμένοι ζουν με την ευρύτερη οικογένειά τους. Εν μέρει εξαιτίας αυτού, δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκείς πολιτικές εξυπηρέτησης των ηλικιωμένων από το κράτος πρόνοιας», εξηγεί. «Αρα, η καραντίνα είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί, συναισθηματικά όσο και πρακτικά».
Ο Τζουλιάνο είναι πιο αισιόδοξος: «Αφού επιβλήθηκε η πλήρης απαγόρευση κυκλοφορίας, ο κόσμος το πήρε πολύ σοβαρά. Η μεγάλη πλειονότητα είναι πολύ πειθαρχημένη και δεν έχουμε δει ιδιαίτερα φαινόμενα πανικόβλητων αγορών». Σε αυτό συνέβαλαν η σταδιακή αυστηροποίηση της αστυνόμευσης και η σημαντική αύξηση των προστίμων. Αλλά καταλυτικό ρόλο, σύμφωνα με τον Γουόκερ, έπαιξε και η εξελισσόμενη εκατόμβη στη Λομβαρδία, με τους γιατρούς να επιλέγουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει: «Αυτό άλλαξε τη διάθεση της κοινής γνώμης».
Για τον Πικολί, ένα από τα πολιτικά εκρηκτικά ζητήματα είναι αυτό των 4,9 εκατ. αυτοαπασχολουμένων. «Τους δόθηκε ένα επίδομα 600 ευρώ για τον Μάρτιο, με τρομερά γραφειοκρατική διαδικασία για τους δικαιούχους, και τίποτα για μετά», λέει. «Ο Σαλβίνι [σ.σ.: ηγέτης της ακροδεξιάς Λίγκας] ήδη το εκμεταλλεύεται ως θέμα».
Και τι επιφυλάσσει η συνέχεια; Ο ρυθμός αύξησης των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων έχει μειωθεί τις τελευταίες μέρες. «Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί στο επόμενο δεκαπενθήμερο», σημειώνει ο Μάρκους Γουόκερ. «Αλλά ο ρυθμός αύξησης παραμένει υψηλός. Η πραγματική ένδειξη ότι έχει τεθεί υπό έλεγχο η επιδημία θα είναι όταν ο ημερήσιος αριθμός όσων έχουν θεραπευθεί θα είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των νέων κρουσμάτων. Απέχουμε ακόμα πολύ από αυτό – και αν αργήσει να το φτάσει, αυτή είναι πολύ κακή είδηση για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, γιατί όλες κάνουν αυτό που κάνει η Ιταλία».