Kathimerini.com.cy
Οι Αγώνες της ξεσήκωσαν μεν ένα κύμα εθνικής υπερηφάνειας και ευφορίας, αλλά θεωρούνται και ένας από τους παράγοντες συσσώρευσης χρεών που τελικά οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση της χώρας, η οποία προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλη την Ευρώπη. Το Ρίο διοργάνωσε ένα γιγαντιαίο πάρτι το 2016 και στη συνέχεια αναγκάστηκε να πουλήσει το Ολυμπιακό Χωριό του κοψοχρονιά.
Σε άλλες εποχές –πριν το κόστος διοργάνωσης φτάσει το μέγεθος του ΑΕΠ ορισμένων μεσαίων χωρών και το όνειρο της προώθησης της παγκόσμιας αρμονίας μέσω του αθλητισμού θρυμματιστεί από μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων (Μόναχο το 1972), σκανδάλων ντόπινγκ (σε κάθε Αγώνες), μποϊκοτάζ (Μόσχα το 1980, Λος Άντζελες το 1984) και βομβιστικών επιθέσεων (Ατλάντα το 1996)– πόλεις όπως η Ρώμη (1960) και το Τόκιο (1964) αξιοποίησαν τους Ολυμπιακούς ως ευκαιρία για την προβολή των νέων οικονομιών και κοινωνιών τους.
Αλλά ήταν η Βαρκελώνη, το 1992, αυτή που εδραίωσε την αντίληψη ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες μπορούν να επιταχύνουν την ολική αστική ανανέωση. Η έννοια της «κληρονομιάς» έγινε μια ιδέα που προωθούσαν οι αξιωματούχοι των Ολυμπιακών και οι ομοϊδεάτες τους διοικούντες πόλεων, προκειμένου να πείσουν μια ολοένα και πιο σκεπτική κοινή γνώμη για τα οφέλη της φιλοξενίας των Αγώνων.
Σήμερα, πολλές από τις ολυμπιακές πόλεις ταλανίζονται από πολλά προβλήματα: γηρασμένες υποδομές, μια «εξευγενισμένη» επαγγελματική τάξη που ωθεί προς τα πάνω το κόστος των κατοικιών (και της ζωής γενικότερα) και ολοένα διευρυνόμενους ταξικούς και κοινωνικούς διαχωρισμούς – με άλλα λόγια, τις γνωστές «νόσους» της παγκοσμιοποίησης. Οι Αγώνες διασταυρώνονται με τις κρίσεις των αστικών κέντρων του 21ου αιώνα με διάφορους, συχνά άβολους, τρόπους, με αποτέλεσμα να ψαλιδίζεται αυτή η ολυμπιακή κληρονομιά ή να μην έρχεται ποτέ.
Μη χάσετε το νέο τεύχος του «Κ» που κυκλοφορεί την Κυριακή 25 Αυγούστου με την «Καθημερινή».