Kathimerini.gr
Είναι κοινή πεποίθηση ότι το πολιτισμικό προφίλ του Κώστα Σημίτη, ιδιωτικό, δημόσιο και πολιτικό, διέθετε ασυνήθιστο εύρος και ποιότητα. Αυτό ανάγεται σε τρεις διακριτές πλευρές της προσωπικότητας και του έργου του. Η πρώτη είναι η πνευματική του συγκρότηση. Η δεύτερη είναι το ύφος, ο τόνος που επέβαλε στον δημόσιο βίο. Η τρίτη είναι τα εν στενή εννοία πεπραγμένα του στην πολιτική του πολιτισμού. Τα τρία αλληλοσυμπληρώνονται, προπάντων όμως προκύπτουν κατά λογική ακολουθία το ένα από το άλλο.
Αρχικά είναι το πρόσωπο. Οι συνεργάτες, οι φίλοι αλλά και οι Αθηναίες και οι Αθηναίοι τον έβλεπαν να παρακολουθεί τακτικά κινηματογράφο, όπερα και κλασική μουσική, να μπαίνει στα βιβλιοπωλεία διακριτικά, χωρίς φωτογράφους και στημένες εμφανίσεις. Τον συναντούσες στο «Εμπασσυ», στο «Ολύμπια», στο Μέγαρο. Μπορούσε να συζητήσει κανείς μαζί του για έναν σκηνοθέτη ή για έναν ηθοποιό: τον απασχολούσαν, τους γνώριζε, τους θυμόταν. Ο κινηματογράφος ανήκε, όπως και η αστυνομική λογοτεχνία και η Ιστορία, στις προτιμήσεις του· όταν κάλεσε στο Μαξίμου τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο ήταν μια κίνηση φυσική, που απέρρεε από τα πραγματικά γούστα και την κουλτούρα του, όχι από κάποιο επιβεβλημένο πρωτόκολλο.
Τον έβλεπαν να παρακολουθεί τακτικά κινηματογράφο, όπερα και κλασική μουσική, να μπαίνει στα βιβλιοπωλεία διακριτικά, χωρίς φωτογράφους και στημένες εμφανίσεις
Οι συνεργάτες του αλλοτινού «Ελευθερουδάκη» θα τον θυμούνται να παραγγέλνει κάθε τόσο βιβλία σε τρεις ξένες γλώσσες. Παρακολουθούσε τον ξένο Τύπο, ενημερωνόταν για τις νέες κυκλοφορίες και διάβαζε – στο εκάστοτε αγγλικό, γαλλικό, γερμανικό πρωτότυπο. Στην παλιά «Εστία» της Σόλωνος (και στο σημερινό «Επί Λέξει») θυμούνται επίσης τη διακριτική, συχνή όμως, παρουσία του στους πάγκους με τα βιβλία, μαζί με τη συστηματική αναγνώστρια λογοτεχνίας σύζυγό του Δάφνη και, παλαιότερα, τον Νίκο Θέμελη. Μνημονεύουν τις τακτικές παραγγελίες ελληνικών βιβλίων από το γραφείο του, πάντα οργανωμένες με βάση τα κριτικά σημειώματα του ελληνικού Τύπου!
Ανθρωπος γλυκός, με ιδιαίτερο χιούμορ, «κούρδισε», κατά δεύτερον, σε εντελώς διαφορετικό τόνο τον δημόσιο λόγο, όπως τον γνωρίζαμε μέχρι τότε. Κυριάρχησαν ξαφνικά οι αξίες και το ύφος του κοσμοπολιτισμού, της ανεκτικότητας, της πειθούς, του σεβασμού του συνομιλητή, του λιτού, κοφτού ύφους και μιας παράξενης, σιδερένιας ηπιότητας. Κάθε λόγος, κάθε κείμενο, κάθε εξαγγελία και διακήρυξή του συνδήλωνε, πλάι στο προφανές της περιεχόμενο, και ένα δεύτερο μήνυμα με την εκφορά και το κλίμα που απέπνεε.
Δεν αποτελεί, τρίτον, λοιπόν, έκπληξη ότι τα παραπάνω οδήγησαν και σε θεμελιώδη έργα υποδομής στον πολιτισμό. Βαθιά φιλελεύθερος, ο Σημίτης αρνήθηκε να πριμοδοτήσει συγκεκριμένες εκδοχές της κουλτούρας. Οι άνθρωποι της τέχνης και του πολιτισμού, πίστευε, έπρεπε να αφεθούν ελεύθεροι να δημιουργήσουν. Το κράτος ας αρκούνταν να τους παράσχει τις υποδομές. Μνημονεύουμε, μεταξύ άλλων, τη διεξαγωγή των διαγωνισμών και τη θεμελίωση (2003) του Μουσείου της Ακρόπολης – ένα όραμα της Μελίνας που ο Σημίτης πήρε στα χέρια του και δρομολόγησε την υλοποίησή του. Το ίδιο ισχύει και για το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, που ξεκίνησε να λειτουργεί το 2000. Αποφασιστικές ήταν οι ενέργειές του για τη στέγαση του MOMus – Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης και την αγορά της Συλλογής Κωστάκη στη Θεσσαλονίκη, καθώς και για την ίδρυση της Εθνικής Γλυπτοθήκης στο Γουδί. Το 2004 άνοιξε για το κοινό το Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς και ολοκληρώθηκε η επέκταση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Η σημερινή εικόνα της Αθήνας του πολιτισμού είναι ασφαλώς (και αυτή) έργο Σημίτη.
Ας θυμηθούμε όμως μερικά ακόμη εμβληματικά έργα, στα οποία η συμβολή του υπήρξε αποφασιστική: η πεζοδρόμηση της Διονυσίου Αρεοπαγίτου το 2003· η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων το 2002· ο νέος νόμος για την προστασία των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομιάς, που αντικατέστησε παλαιότερους νόμους του 19ου αιώνα και του Μεσοπολέμου, το 2002· το μετρό της Αθήνας με την ιδιαίτερη, έντονα συνδεδεμένη με την αρχαιολογία και τη σύγχρονη τέχνη φυσιογνωμία των σταθμών του· η αναμόρφωση της αρχαίας Ολυμπίας και η ανάδειξη της αρχαίας Μεσσήνης. Πλήθος νέων μουσείων ιδρύθηκαν στην περιφέρεια, ενώ παλαιότερα αναμορφώθηκαν. Θεσπίστηκε για πρώτη φορά η κάρτα πολιτισμού για νέους αλλά και το πρόγραμμα «Πάμε σινεμά;» για τους μαθητές των σχολείων. Στην ενδεικτική αυτή απαρίθμηση ταιριάζει μονάχα η άνω τελεία· συστηματικότερη μελέτη θα αναδείξει ασφαλώς πληρέστερα τη διάσταση αυτή της προσωπικότητας και του έργου του.