Kathimerini.com.cy
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων του Υφυπουργείου Πολιτισμού ανακοινώνει τη λήξη των ανασκαφών στη θέση Μούττη του Αρβύλη στο Δάλι. Οι έρευνες πραγματοποιήθηκαν από τις 10 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 10 Οκτωβρίου 2024 από το Berlin-Idalion-Project (BIP) - μια συνεργασία μεταξύ του Humboldt-Universitaet zu Berlin (Γερμανία) και του Πανεπιστημίου Κύπρου.
Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, οι εργασίες επικεντρώθηκαν στο ανώτερο πλάτωμα του λόφου Ιδαλίον- Μούττη του Αρβύλη, τη λεγόμενη ανατολική ακρόπολη, και πιο συγκεκριμένα σε μια περιοχή όπου από τα τέλη του 19ου αιώνα φαίνεται να υπήρχε ιερό της μεγάλης κυπριακής θεάς. Κατά τις φετινές ανασκαφές ανακαλύφθηκαν σημαντικά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Ένας καλοχτισμένος τοίχος με κατεύθυνση Ανατολής-Δύσης, ο οποίος ακολουθήθηκε σε μήκος περίπου 20 μέτρων τα τελευταία χρόνια και πιθανόν να αντιστοιχεί στο βόρειο όριο του ιερού/τεμένους, το κτίριο 1 όπως ονομάστηκε. Σε απόσταση μόλις ενός μέτρου περίπου αποκαλύφθηκε ένα άλλο κτίριο (κτίριο 2), με ελαφρώς διαφορετικό προσανατολισμό. Ενώ αρχικά υπήρχε ένας μικρός ανοιχτός χώρος μεταξύ των δύο κτιρίων, κάτι σαν δρόμος, φαίνεται ότι σε μεταγενέστερη φάση έκλεισε με ένα πλινθόκτιστο τοίχο, αποτελώντας πλέον έναν εσωτερικό διάδρομο μεταξύ των δύο κτιρίων. Στο χώρο αυτό ανακαλύφθηκαν αρκετά διαδοχικά στρώματα κυκλοφορίας και στρώματα τέφρας που περιείχαν σημαντικές ποσότητες κεραμικής, κυρίως της ελληνιστικής περιόδου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, βρέθηκαν ακόμη και υπολείμματα οστών ζώων μέσα σε κεραμικά αγγεία, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο διάδρομος πρέπει να χρησιμοποιήθηκε είτε για την προετοιμασία, κατανάλωση ή αποθήκευση τροφής - είτε ως απόθεση μετά τον καθαρισμό ή την καταστροφή ενός χώρου που σχετιζόταν με την προετοιμασία, κατανάλωση και αποθήκευση τροφής.
Στα τελευταία δωμάτια στη ΒΑ γωνία του κτιρίου 1, ανακαλύφθηκαν πολλά ειδώλια από ασβεστόλιθο και τερακότα, όλα πολύ καλής κατασκευής, τοποθετημένα και ευθυγραμμισμένα κατά μήκος του τοίχου του τεμένους. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι σε μια συγκεκριμένη στιγμή, που – σύμφωνα με τα αποτελέσματα των προηγούμενων ετών – μπορούμε να χρονολογήσουμε γύρω στο 500 π.Χ., δημιουργήθηκε ένα νέο επίπεδο δαπέδου στο χώρο αυτό, ενσωματώνοντας πλήρη ασβεστολιθικά αγαλματίδια της κυπροαρχαϊκής περιόδου, πακτωμένα σε ένα σκληρό στρώμα κονιάματος. Ενώ σε άλλες περιοχές της ανασκαφής τα αντίστοιχα στρώματα δαπέδου περιείχαν μικρά θραύσματα βαριά σπασμένων αρχαϊκών γλυπτών, στη συγκεκριμένη ζώνη που ανασκάφηκε φέτος, βρέθηκαν αρκετά πλήρη ή σχεδόν πλήρη αγαλματίδια στο στρώμα δαπέδου, σαν να είχαν εναποτεθεί σκόπιμα. Σε έναν επόμενο ορίζοντα καταστροφής, περίπου 10 εκατοστά πάνω από το στρώμα δαπέδου που περιείχε αποκλειστικά κυπροαρχαϊκά γλυπτά, βρέθηκαν και πάλι (σχεδόν) πλήρη αγαλματίδια από τερακότα και ασβεστόλιθο, αλλά εδώ υπήρχαν γλυπτά από την κυπροαρχαϊκή έως την ελληνιστική περίοδο. Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα αντικείμενα από αυτόν τον ορίζοντα είναι ένα ασβεστολιθικό αγαλματίδιο με σωζόμενο ύψος 40 εκατοστών. Απεικονίζει μια γυναίκα που φοράει χιτώνα και ιμάτιο με έντονα κόκκινα χρώματα στα αντίστοιχα άκρα του. Το ιμάτιο καλύπτει επίσης το πίσω μέρος του κεφαλιού, αφήνοντας ορατούς τους μπροστινούς βοστρύχους των μαλλιών και τα αυτιά με τα ενώτια. Το αριστερό χέρι είναι λυγισμένο προς το αριστερό στήθος και με τα δάκτυλα να κρατούν το ιμάτιο και ένα οβάλ αντικείμενο, πιθανώς ένα αυγό. Στον αριστερό της πήχη κρέμεται ή βαστάζει ένα επίπεδο, στρογγυλό αντικείμενο, ίσως ένας καθρέφτης. Το δεξί της χέρι κρέμεται στο δεξιό πλευρό του σώματος και ενώ αρχικά κρατούσε ένα αντικείμενο πλέον έχει χαθεί, αν και τα υπολείμματα του είναι ορατά στο δεξιό μηρό της, λίγο πάνω από το γόνατο. Ο δεξιός καρπός της κοσμείται από ένα βραχιόλι. Ως προς τη γενική στάση και το περίγραμμα, το αγαλματίδιο παρουσιάζει ομοιότητες με ένα ελληνιστικό άγαλμα φυσικού μεγέθους που βρέθηκε στο ίδιο σημείο τον 19ο αιώνα και σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι (inv. N III 3278). Όπως και το άγαλμα στο Λούβρου, το μικρότερο αυτό ασβεστολιθικό αγαλματίδιο θα πρέπει να χρονολογείται στην ελληνιστική περίοδο και να αντιπροσωπεύει είτε την ίδια τη θεά Αφροδίτη είτε μια λατρεύτρια.
Σχετικά με τη θεότητα που λατρευόταν στο υπό μελέτη ιερό, η φετινή ανασκαφή πρόσθεσε επιπλέον στοιχεία. Για την Κυπρο-Αρχαϊκή περίοδο υπάρχουν κάποιες εικονογραφικές πληροφορίες, όπως στεφάνια από αγάλματα τερακότας με σεληνιακά και ηλιακά σύμβολα, αλλά και ειδώλια του τύπου της γυμνής γυναίκας που κρατά το στήθος της. Όπως έχει επισημανθεί από άλλους μελετητές, ο τύπος αυτός είναι πιθανότερο να αναπαριστά μια θεότητα παρά λατρευτές, υποδηλώνοντας, επομένως, μια λατρεία της μεγάλης κυπριακής θεάς, που περιλαμβάνει πτυχές της Αστάρτης. Ένα άλλο ειδώλιο βρέθηκε επίσης στη ΒΑ γωνία του κτιρίου 1, αλλά σε ένα διαταραγμένο στρώμα χωρίς σχετικό πλαίσιο. Για την Κυπροκλασική ΙΙ και την ελληνιστική περίοδο, η εικονογραφία των αναθημάτων, όπως το ασβεστολιθικό αγαματίδιο που αναφέρθηκε πιο πάνω, θα υποδείκνυε λατρεία της Αφροδίτης, αλλά όπως είναι γνωστό, η λατρεία (ή οι λατρείες) της μεγάλης θεάς της Κύπρου είναι πλούσια σε παραλλαγές και ονόματα. Βεβαίως ένα όστρακο που βρέθηκε κατά τη φετινή ανασκαφή, φέρει υπολείμματα μιας εγχάρακτης ελληνικής αλφαβητικής επιγραφής, που εφαρμόστηκε πριν από την όπτηση και δείχνουν τα γράμματα ᾼΦΡΟΔ[...], που δύσκολα αφήνουν αμφιβολίες ως προς την κύρια θεότητα του ιερού.
Επομένως, μετά από περισσότερα από 130 χρόνια έρευνας, η υπόθεση που τοποθετούσε το ιερό της μεγάλης θεάς του Ιδαλίου, που υμνήθηκε στην ελληνιστική και ρωμαϊκή ποίηση, στην κορυφή του λόφου της Μούττης του Αρβύλη, φαίνεται να επιβεβαιώνεται.