ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ανατολική Μεσόγειος, διαχρονικός προσφυγικός/μεταναστευτικός κόμβος

Η Αλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 πυροδότησε τη μεγάλη έξοδο επιφανών οικογενειών, που κατέφυγαν στα μεγάλα νησιά του Αιγαίου και την Κύπρο

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες από την Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών σε συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας, Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου στο Παλαιό Αρχιεπισκοπικό Μέγαρο η διάλεξη της δρος Ευστρατίας Συγκέλλου, επίκουρης καθηγήτριας βυζαντινής ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με θέμα: «Πρόσφυγες στην ανατολική Μεσόγειο κατά τον όψιμο Μεσαίωνα: χαρτογραφώντας τους ελληνικούς πληθυσμούς στο Αιγαίο και στην Κύπρο». Στην εκδήλωση χαιρέτισαν ο πρόεδρος της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών δρ Χαράλαμπος Γ. Χοτζάκογλου και η δρ Κατερίνα Παπαζαχαρίου εκ μέρους του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου.

Η δρ Έφη Συγκέλλου ξεκίνησε τη διάλεξή της με τη φράση του J. Keegan πως ο πόλεμος είναι το πεδίο όπου «βασιλεύει το ένστικτο», σημειώνοντας πως υπό αυτή την έννοια επισείει πλήθος δεινών, όπως αιχμαλωσίες, απαγωγές, βασανισμούς, βιασμούς, φόνους, καθώς και εκτοπισμούς και βίαιες μετακινήσεις του πληθυσμού, κάτι που φάνηκε όπως είπε η δρ Συγκέλλου πολύ έντονα κατά τον 14ο και 15ο αιώνα, όταν η πολεμική ένταση στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου προκάλεσε μεγάλα προσφυγικά κύματα. «Ο οθωμανικός επεκτατισμός εξώθησε τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας αρχικά προς την Κωνσταντινούπολη και τον ελλαδικό χώρο (Μακεδονία, Θράκη)». Με την κατάληψη της Καλλίπολης, το 1354, τόνισε η δρ Συγκέλλου, ένα νέο κεφάλαιο πολέμου και βίας άνοιξε στον χώρο των Βαλκανίων, όπου ποικίλες άλλες συγκρούσεις (π.χ. εξάπλωση των Σέρβων) σε συνδυασμό με την έξαρση της πειρατείας στη θάλασσα, εξανάγκαζαν τους πληθυσμούς σε φυγή. «Στα τέλη του 14ου αιώνα και εξής, το προσφυγικό ρεύμα εντάθηκε στρέφοντας τον ελληνικό πληθυσμό προς τα λατινοκρατούμενα (Ρόδος) και βενετοκρατούμενα μέρη (νησιά Ιονίου και Αιγαίου), μέχρι και την Κύπρο. Στη διαδρομή αυτή, το Αιγαίο, έγινε ο κύριος τόπος υποδοχής προσφύγων και κεντρικός διάδρομος διαφυγής και αναχώρησης των πληγέντων» ανέφερε η δρ Συγκέλλου και δεν μπορεί κανείς να μην κάνει τις σύγχρονες αναγωγές, με το Αιγαίο και την Κύπρο να βρίσκονται και πάλι στο επίκεντρο των μεταναστευτικών ροών.

Όπως συνέχισε η δρ Συγκέλλου στη διάλεξή της, μέσα από τις αφηγηματικές πηγές της εποχής, όπως είναι τα ιστορικά και φιλολογικά κείμενα, αντλούμε πληροφορίες τόσο για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εγκατέλειπαν οι ελληνικοί πληθυσμοί τις εστίες τους, όσο και για τους προορισμούς τους. «Τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά (π.χ. Άνδρος, Τήνος, Μύκονος, Σύρος), δέχτηκαν το μεγαλύτερο μέρος Ελλήνων προσφύγων τόσο από τη Μ. Ασία, όσο και από τη Θράκη, τη Μακεδονία, τη Θεσσαλονίκη, την Πελοπόννησο και την Κωνσταντινούπολη, μετά την οθωμανική κατάκτηση. Ιδιαίτερα, η Κρήτη και η Εύβοια υπήρξαν διάσημα κέντρα υποδοχής προσφύγων καθ’ όλη τη διάρκεια του όψιμου Μεσαίωνα, αφού προσέφεραν ασφάλεια και τις κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης. Όπως ανέφερε η δρ Συγκέλλου, είναι γνωστό ότι η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 πυροδότησε τη μεγάλη έξοδο επιφανών οικογενειών, που κατέφυγαν στα μεγάλα νησιά του Αιγαίου και την Κύπρο, τονίζοντας πως η συνεισφορά τους στην προώθηση των ελληνικών γραμμάτων είναι παροιμιώδης, όπως και ο ρόλος τους στην ανάπτυξη ορθόδοξων κοινοτήτων και τη διατήρηση της βυζαντινής κληρονομιάς. «Προσφυγικές εγκαταστάσεις απαντούν σε όλο το εύρος της Ανατολικής Μεσογείου, όπως προδίδουν τα γλωσσικά ιδιώματα, καθώς και τα τοπωνύμια και ανθρωπωνύμια που διασώζονται στο Αιγαίο και την βενετική Ανατολή (π.χ. Τραπεζόντα στην Κρήτη)».

Όπως ανέφερε η δρ Συγκέλλου οι πρόσφυγες στην περιοχή αυτή είχαν ποικίλες ιδιότητες: ήταν έμποροι, δάσκαλοι, διανοούμενοι, ζωγράφοι, μηχανικοί, εργάτες, τεχνίτες, μοναχοί, αγρότες και στρατιώτες, λέγοντας πως πολλοί ήταν επώνυμοι, αλλά ακόμη περισσότεροι ήταν ανώνυμοι. Αρκετοί μετακινήθηκαν στους τόπους υποδοχής ατομικά, αλλά οι περισσότεροι κινήθηκαν ομαδικά, κυρίως με τις οικογένειές τους. Στο πλαίσιο των μετακινήσεων αυτών, έλαβαν χώρα οι λεγόμενοι εποικισμοί: ήταν ομαδικές «μετοικεσίες», που εφαρμόστηκαν τόσο από τη Βενετία, όσο και από το οθωμανικό κράτος, προκειμένου να εξασφαλισθεί το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό για τη στρατιωτική και οικονομική λειτουργία και ανάπτυξή τους. Μια μεγάλη ποικιλία όρων στις πηγές μαρτυρεί την πολυπλοκότητα του φαινομένου και ασφαλώς τον βίαιο χαρακτήρα του.

Η δρ Συγκέλλου τόνισε πως σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε το προσφυγικό/μεταναστευτικό φαινόμενο του Μεσαίωνα, διακρίνοντας τυχόν μόνιμες ή πρόσκαιρες, εσωτερικές ή εξωτερικές μεταναστεύσεις, κ.ά. Μία τέτοια τυπολογία απορρέει από τη σύγχρονη προσέγγιση αυτού του επίκαιρου, κατά τα άλλα, ζητήματος και όχι από τη μελέτη των πρωτογενών πηγών, που είναι κυρίως αποσπασματικές ή εκλείπουν, ωστόσο, όπως είπε, «μέσα από τη διεπιστημονική έρευνα και με μια νέα ανάγνωση των πηγών, είναι, θεωρώ, εφικτό να μελετήσουμε τις προσφυγικές μετακινήσεις στην Αν. Μεσόγειο και ιδιαίτερα εκείνες των Ελλήνων, που έχουν απασχολήσει την έρευνα σε πολύ μικρότερο βαθμό από τις αντίστοιχες των Ελλήνων στη Δύση ή των Δυτικών στην ίδια περιοχή».

Η διάλεξη εντάσσεται στο πλαίσιο υπογραφής Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών και του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου. 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση