Του Γιώργου Κακούρη
Η έκθεση για την ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας είναι εδώ και χρόνια μια άσκηση επανάληψης συστάσεων και εισηγήσεων, χωρίς επί της ουσίας καταγραφή της όποιας προόδου στην επίσημη διαδικασία διαπραγμάτευσης για να γίνει η χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εν μέσω της αυξανόμενης κόπωσης μεταξύ κρατών μελών και των θεσμών - αλλά και την κόπωση των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων εντός της Τουρκίας και τη συμπεριφορά του Ταγίπ Ερντογάν στο εσωτερικό και σε σχέση με την εξωτερική πολιτική της ΕΕ.
Για αυτό και φέτος, παρά τη νέα μεθοδολογία με την οποία καταγράφεται η πρόοδος κάθε χώρας τα τελευταία χρόνια, ο δρόμος της Τουρκίας για την ένταξη παραμένει κλειστός, όπως παραδέχονται εδώ και καιρό επίσημα και ανεπίσημα οι Βρυξέλλες.
Τα νέα στοιχεία της σημερινής κατάστασης στα ευρωτουρκικά βρίσκονται εκτός των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, κάτι που ανησυχεί ενίοτε τη Λευκωσία καθώς η διαδικασία αυτή θέτει το πλαίσιο στο οποίο η Τουρκία πρέπει να κινηθεί περιοριζόμενη και από το Κυπριακό. Λόγω των εξελίξεων των τελευταίων μηνών και της σταδιακής επαναφοράς του Κυπριακού στην ατζέντα της ΕΕ, αλλά και της απροθυμίας ορισμένων κρατών μελών να προστατεύσουν τη χώρα από κριτική για την κατάσταση στην Κύπρο, οι αναφορές στην φετινή έκθεση δίνουν κάποια κίνητρα στην Άγκυρα να συμπεριφερθεί στο Κυπριακό, βάζοντας τα όμως σε ένα νέο ρευστό πλαίσιο.
Διασύνδεση, έμμεσα
Στην έκθεση που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη ξεχωρίζουν δύο στοιχεία:
- η πρόοδος που καταγράφεται σε ορισμένα ζητήματα στα ευρωτουρκικά και η ώθηση που θέλει να δώσει η ΕΕ σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος κατά τρόπο «σταδιακό, αναλογικό και αναστρέψιμο» σύμφωνα με μια από τις πιο πρόσφατες προσθήκες στο λεξικό φράσεων του Κυπριακού, και
- η αναφορά πως η ΕΕ «αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη συνέχιση και την πρόοδο των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού, για την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας ΕΕ - Τουρκίας».
Τα σημεία αυτά αποτελούν συνέχεια των όσων συζητούνταν τον χρόνο καιρό, με αποκορύφωμα τα όσα καταγράφηκαν μέσω διαπιστώσεων και συστάσεων στην κοινή έκθεση Μπορέλ - Βαρχέλι για τις σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας, και τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου του 2024.
Η διασύνδεση των ευρωτουρκικών με το Κυπριακό που επιχείρησε η ε/κ πλευρά δεν ήταν όσο ισχυρή όσο θα ήθελε η κυβέρνηση, παρά τα όσα μετέδιδε το Προεδρικό για απόλυτη διασύνδεση. Οι Διαλόγοι Υψηλού Επιπέδου σε μια σειρά από ζητήματα, μεταξύ άλλων στη μετανάστευση που καίει και την Τουρκία και την ΕΕ, προχωρούν, και οι διεργασίες και προετοιμασίες για ζητήματα όπως μια ενδεχόμενη επικαιροποίηση της Τελωνειακής Ένωσης δεν εξαρτώνται από την πρόοδο στο Κυπριακό, αλλά από την ύπαρξη μιας ατμόσφαιρας φιλικής προς την επανέναρξη των συνομιλιών (όπως αναφέρεται στην έκθεση Μπορέλ - Βαρχέλι, την οποία ενέκριναν ως μπούσουλα οι 27 με τη θετική ψήφο και της Κύπρου).
Διαφορετική ατμόσφαιρα
Ωστόσο η διασύνδεση που υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι ένα από τα καλύτερα σενάρια που ήταν εφικτά, καθώς ξεκαθαρίζεται πως - απούσας της όποιας προοπτικής προόδου στις ενταξιακές της Τουρκίας - ο στόχος είναι η ενίσχυση της συνεργασίας των δύο πλευρών, στόχος τον οποίο η ΕΕ αναγνωρίζει ως έναν από τους κύριους παράγοντες που θα συμβάλουν στις ευρύτερες ευρωτουρκικές σχέσεις.
Αν και μεγάλα κράτη μέλη όπως η Γερμανία θέλουν διαχρονικά την εμπλοκή της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά και περιφερειακά ζητήματα έτσι ώστε να μην απομακρυνθεί προς άλλες κατευθύνσεις, η έκθεση κρίνεται θετική για την Κύπρο από κοινοτικές πηγές που δείχνουν συγκεκριμένα στην επανάληψη των αναφορών για τη βάση λύσης, τη βούληση για εμπλοκή της ΕΕ στη διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών, και την έμμεση διασύνδεση του Κυπριακού με τα ευρωτουρκικά.
Παρά τα θετικά μηνύματα, η έκθεση αποτυπώνει ξανά την κύρια τάση των ευρωτουρκικών, αυτή της αναζήτησης εναλλακτικών (από την πλήρη ένταξη) δρόμων για τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Κι αυτό γιατί οι χώρες που θέλουν την ένταξη τη θεωρούν δύσκολη, οι χώρες που δεν τη θέλουν επικαλούνται το Κυπριακό, την κατάσταση στο εσωτερικό και τη μη ευθυγράμμιση με την ΕΕ σε κρίσιμα ζητήματα όπως το Ουκρανικό, και οι αντικειμενικές συνθήκες επί του εδάφους δείχνουν πως αυτή τη στιγμή η χώρα δεν είναι ουσιαστικά έτοιμη για ένταξη.