Του Παύλου Ξανθούλη
Η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη υπέβαλε «συγκεκριμένη» πρόταση ενώπιον των 26 εταίρων στην Ε.Ε., προκειμένου να εξασφαλίσει «ουσιαστική διασύνδεση» του κυπριακού προβλήματος και των ευρωτουρκικών ντοσιέ, ώστε η «μακρόπνοη ευρωτουρκική σχέση» που δρομολογείται με ομόφωνη απόφαση της Ε.Ε., να τελεί υπό την αίρεση της επανέναρξης των συνομιλιών και της διασφάλισης προόδου προς την κατεύθυνση λύσης του Κυπριακού. Η «Κ» εξασφάλισε αυτούσιο το κυπριακό αίτημα, όπως αυτό τέθηκε ενώπιον των κρατών-μελών, επιχειρώντας να οικοδομήσει σε υφιστάμενη αναφορά του προσχεδίου Συμπερασμάτων. Ανάλογο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι λόγοι για τους οποίους, όπως πληροφορούμαστε, το κυπριακό αίτημα απορρίφθηκε από συνολικά τέσσερα κράτη-μέλη: Τη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Σουηδία και την Ιταλία.
Ας δούμε πρώτα την υφιστάμενη αναφορά του προσχεδίου Συμπερασμάτων και αμέσως μετά πώς η Λευκωσία επιχείρησε να την τροποποιήσει, υποβάλλοντας δική της πρόταση (φωτοτυπία):
Τον περασμένο Απρίλιο στη Σύνοδο Κορυφής, η Λευκωσία, συναίνεσε στην προώθηση των ευρωτουρκικών σχέσεων, χωρίς καμιά ουσιαστική διασύνδεση με το Κυπριακό
• Υφιστάμενη αναφορά προσχεδίου: «Η εποικοδομητική δέσμευση της ίδιας της Τουρκίας θα είναι καθοριστική για την προώθηση των διάφορων τομέων συνεργασίας (σ.σ. με την Ε.Ε., δηλαδή των ευρωτουρκικών ντοσιέ)», αναφέρει το προσχέδιο Συμπερασμάτων. Στα αγγλικά: «Turkiye’s own constructive engagement will be instrumental in advancing the various areas of cooperation».
• Αίτημα της Λευκωσίας για τροποποίηση: «Η εποικοδομητική δέσμευση της ίδιας της Τουρκίας, σε όλο το φάσμα των σχέσεων Ε.Ε.-Τουρκίας, περιλαμβανομένων σε σχέση με την επανάληψη και την πρόοδο των συνομιλιών για λύση του Κυπριακού, εντός του πλαισίου του ΟΗΕ, θα είναι καθοριστική για την προώθηση των διάφορων τομέων συνεργασίας», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην πρόταση που έβαλε στο τραπέζι των 26 εταίρων της, η Κύπρος. Στα αγγλικά, όπως ακριβώς υποβλήθηκε η κυπριακή πρόταση, αναφέρεται: «Turkiye’s own constructive engagement, across the board of EU-Turkiye relations, including in relation to the resumption of and progress in the Cyprus settlement talks, within the UN-agreed framework, will be instrumental in advancing the various areas of cooperation».
Με την τροποποιητική αυτή πρόταση, η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη επιχείρησε να θέσει τις ευρωτουρκικές σχέσεις και κατά συνέπεια τα ευρωτουρκικά ντοσιέ, υπό την αίρεση της επανέναρξης των συνομιλιών για το Κυπριακό και της προόδου προς την κατεύθυνση διευθέτησης του προβλήματος. Προσδοκώντας, δηλαδή, να εγκαθιδρύσει μια σχέση εξάρτησης των ευρωτουρκικών σχέσεων και της πορείας επίλυσης του Κυπριακού, με τη σύμφωνο γνώμη όλων των κρατών-μελών της Ε.Ε. Όπως είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, τέσσερα συνολικά κράτη-μέλη αντιτάχθηκαν στην κυπριακή πρόταση, απορρίπτοντας το λεκτικό που παρουσίασε η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη:
Η Γερμανία απέρριψε κάθετα την κυπριακή πρόταση, εκφράζοντας σοβαρότατες ενστάσεις και επιφυλάξεις. Υποστήριξε ότι επιχειρεί «ανατροπή της ισορροπίας» του προσχεδίου Συμπερασμάτων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η Σουηδία και η Ιταλία συμφώνησαν απολύτως με τη θέση της Γερμανίας, σιγοντάροντας την τοποθέτηση του Βερολίνου. Και η Ολλανδία υπέδειξε ότι η πρόταση της Λευκωσίας «βρίσκεται εκτός του πλαισίου των ομόφωνων Συμπερασμάτων του περασμένου Απριλίου». Δηλαδή, εκτός των αποφάσεων που προσυπέγραψε και ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης, υιοθετώντας την «προώθηση της εργασίας» των ευρωτουρκικών ντοσιέ, χωρίς διασύνδεση με το Κυπριακό.
Η τοποθέτηση της Ολλανδίας ήταν ίσως η πλέον καίρια, καθώς πραγματικά τον περασμένο Απρίλιο, στο ανώτατο επίπεδο της Συνόδου Κορυφής, η Λευκωσία για λόγους που μόνον η ίδια γνωρίζει, συναίνεσε στην προώθηση των ευρωτουρκικών σχέσεων, χωρίς καμιά ουσιαστική διασύνδεση με το Κυπριακό. Με αποτέλεσμα, η επανέναρξη των συνομιλιών στο Κυπριακό και η επίτευξη προόδου για την επίλυσή του, να μην αποτελούν προϋπόθεση/προαπαιτούμενο για την εγκαθίδρυση της νέας «μακρόπνοης ευρωτουρκικής σχέσης» και την υλοποίηση των ευρωτουρκικών ντοσιέ.
Πάνω, η αναφορά του αναθεωρημένου προσχεδίου Συμπερασμάτων και κάτω, αυτούσια σε παρένθεση, η προσθήκη που επιχείρησε η Λευκωσία για διασύνδεση Κυπριακού-ευρωτουρκικών, αλλά απορρίφθηκε από τη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Σουηδία και την Ιταλία
Αυτό άλλωστε είναι πλέον αυταπόδεικτο. Κι αυτό είναι το χειρότερο για τη Λευκωσία. Καθώς, μετά τις ομόφωνες αποφάσεις του περασμένου Απριλίου, ξεπάγωσαν όλοι οι Υψηλοί Πολιτικοί Διάλογοι Ε.Ε.-Τουρκίας, προσκλήθηκε ο ΥΠΕΞ της χώρας σε άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε., ενώ έγιναν τα πρώτα βήματα για επαναδραστηριοποίηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στην Τουρκία και ξανάρχισαν οι συζητήσεις για αναβάθμιση της Τελωνειακής της Ένωσης. Κι όλα αυτά στην απουσία οποιασδήποτε εξέλιξης στο Κυπριακό, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε τέλμα, ενώ η νέα μακρόπνοη ευρωτουρκική σχέση έχει εισέλθει σε πορεία υλοποίησης. Με ό,τι όλα αυτά συνεπάγονται για το αφήγημα του προέδρου Χριστοδουλίδη περί ουσιαστικής διασύνδεσης –δήθεν– του Κυπριακού και των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Το «face saving»
Οπως πληροφορείται η «Κ», μετά την απόρριψη της πρότασης της Λευκωσίας, από τη Γερμανία, τη Σουηδία, την Ιταλία και την Ολλανδία, για διασύνδεση του Κυπριακού με τα ευρωτουρκικά ντοσιέ, στα Συμπεράσματα του επικείμενου Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων, η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι εάν δεν ικανοποιούνταν οι κυπριακές θέσεις, δεν θα συναινούσε στην έγκριση των λοιπών αναφορών του κειμένου. Με άλλα λόγια, η Λευκωσία, σε διπλωματικό επίπεδο, προειδοποίησε με άσκηση βέτο, κάτι που προκάλεσε μεν αλγεινή εντύπωση, αλλά δεν λήφθηκε σοβαρά υπόψη, δεδομένου του «βεβαρημένου ιστορικού» της Λευκωσίας σε ανάλογες περιπτώσεις.
Σε κάθε περίπτωση, οι εταίροι της Κύπρου δεν άλλαξαν στάση και η Λευκωσία αντιλήφθηκε για μία ακόμη φορά ότι η εξασφάλιση αναφοράς, έστω για την ωραιοποίηση της εικόνας των Συμπερασμάτων και κατά συνέπεια της ίδιας (face saving), περνούσε από το Βερολίνο. Ως αποτέλεσμα, όπως δημοσίευσε η «Οικονομική Καθημερινή» την περασμένη Τετάρτη, η Λευκωσία κτύπησε την πόρτα της Γερμανίας και επιχείρησε σε διμερές επίπεδο να εξασφαλίσει μια προσθήκη στο προσχέδιο Συμπερασμάτων, η οποία να παραπέμπει σε κάποιας μορφής «συσχέτιση / σύνδεση» (connection) του Κυπριακού και των ευρωτουρκικών σχέσεων. Ωστόσο, η Γερμανία δεν δέχθηκε τίποτα πέραν των αποφάσεων του περασμένου Απριλίου, με αποτέλεσμα η Λευκωσία να συναινέσει στην αναπαραγωγή μιας φράσης, η οποία αποτελεί ξαναζεσταμένο φαγητό και σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά «ουσιαστική διασύνδεση», με τρόπο ώστε το Κυπριακό να αποτελεί προϋπόθεση για την πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων. Η φράση που εξασφάλισε η Λευκωσία επαναλαμβάνει «καρμπόν» ό,τι ακριβώς αναφερόταν και τον περασμένο Απρίλιο, σημειώνοντας ότι (επίσημη μετάφραση Ε.Ε.-Συμπεράσματα 18 Απριλίου): «Εν προκειμένω, η Ε.Ε. αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην επανέναρξη και την πρόοδο των συνομιλιών για τη διευθέτηση του ζητήματος της Κύπρου, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας Ε.Ε.-Τουρκίας». Και όπως και τον περασμένο Απρίλιο, η εν λόγω αναφορά τοποθετείται στο χαρτί μετά τη γενική θέση ότι «η εποικοδομητική δέσμευση της ίδιας της Τουρκίας, θα είναι καθοριστική για την προώθηση των διάφορων τομέων συνεργασίας» με την Ε.Ε. Όπως φαίνεται και με γυμνό μάτι, η φράση που εξασφάλισε η Λευκωσία, όπως και τον περασμένο Απρίλιο, δεν καθιστά την επανέναρξη των συνομιλιών και την πρόοδο του Κυπριακού ως προϋποθέσεις για τις ευρωτουρκικές σχέσεις, (κάτι που είχε επιχειρήσει ανεπιτυχώς να εξασφαλίσει η Λευκωσία με τη δική της πρόταση που παρουσιάζουμε σήμερα αυτούσια). Άλλωστε, με τη φράση που προσφέρθηκε στη Λευκωσία, η Ε.Ε. αρκείται απλώς να εκφράσει την «ιδιαίτερη σημασία» που η ίδια αποδίδει στη διευθέτηση του Κυπριακού, παραπέμποντας και στον στόχο περαιτέρω ενίσχυσης της συνεργασίας Ε.Ε.-Τουρκίας. Ως να πρόκειται για δύο αυτόνομες, παράλληλες πορείες, χωρίς να δημιουργείται καμιά υποχρέωση για την Άγκυρα, πόσο μάλλον σχέση εξάρτησης της ευρωτουρκικής συνεργασίας από το Κυπριακό.
Με άλλα λόγια, η συμφωνηθείσα φράση, αντανακλά μια «φραστική συνύπαρξη» ή στην καλύτερη περίπτωση έναν «χαλαρό συσχετισμό» του Κυπριακού και των ευρωτουρκικών σχέσεων, στην ίδια παράγραφο. Και όχι μια πραγματική, «ουσιαστική διασύνδεση», η οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο εάν και εφόσον η Ε.Ε. εξαρτούσε την πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων από την επίλυση του Κυπριακού. Θέτοντας δηλαδή το Κυπριακό ως προϋπόθεση ή ως προαπαιτούμενο για την όποια πρόοδο των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Κάτι που απουσιάζει από το αναθεωρημένο προσχέδιο Συμπερασμάτων, το οποίο εκτός συγκλονιστικού απροόπτου αναμένεται να υιοθετηθεί σε πολιτικό επίπεδο, την προσεχή Τρίτη 17 Δεκεμβρίου, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ε.Ε.