Μια οδυνηρή ύφεση εκτυλίσσεται σε όλη την Ευρώπη. Μετά την ισχυρή ανάκαμψη από τη μεγάλη ύφεση που προξένησε ο ιός του κορωνοϊού, η Ευρώπη πλήττεται από το διπλό σοκ των υπέρογκων τιμών της ενέργειας και των τροφίμων λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και της σύσφιγξης των οικονομικών συνθηκών από την ΕΚΤ. Παρά τη δεύτερη συνεχόμενη άνοδο της καταναλωτικής εμπιστοσύνης από το ναδίρ του Σεπτεμβρίου, οι έρευνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Νοέμβριο εξακολουθούν να δείχνουν ότι επίκειται ένας χειμώνας δυσπραγίας για την οικονομία της Ευρωζώνης, πριν ξεκινήσει μια αιφνίδια ανάκαμψη. Με εξαίρεση την ύφεση κατά το πρώτο διάστημα εγκλεισμού για την πανδημία, η διάθεση των καταναλωτών για μεγάλες αγορές διαμορφώνει την ευρύτερη δραστηριότητα και προηγείται αυτής κατά περίπου έξι μήνες. Τα δεδομένα αποτυπώνουν δύο τάσεις για το πιθανό μέλλον: 1) Η κατάσταση φαίνεται ότι θα επιδεινωθεί, πριν βελτιωθεί. 2) Εμφανίζονται τα πρώτα ενδεικτικά σημάδια ότι η κατανάλωση θα φθάσει στο κατώτατο σημείο της, από το οποίο και θα ανέλθει σε έξι μήνες από τώρα. Οι έρευνες συνάδουν με την άποψή μας ότι η Ευρωζώνη θα περιπέσει βαθύτερα σε ύφεση το τέταρτο τρίμηνο του 2022 και το πρώτο τρίμηνο του 2023, προτού η παραγωγή υποχωρήσει κατά το δεύτερο τρίμηνο και η ανάκαμψη αρχίσει να αναπτύσσεται δυναμικά στις αρχές του καλοκαιριού.
Στη Γερμανία, τα στοιχεία λιανικών πωλήσεων για τον Οκτώβριο απογοήτευσαν αναλυτές και αγορές. Οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν τον Οκτώβριο κατά 2,4% έναντι του μέσου όρου του τρίτου τριμήνου και καταβυθίστηκαν 5,0% σε ετήσια βάση σε πραγματικούς όρους. Ως εναλλακτικός δείκτης ζήτησης, τα στοιχεία σε ονομαστικούς όρους ήταν λιγότερο άσχημα. Αν και οι δαπάνες λιανικής τον Οκτώβριο μειώθηκαν κατά 0,4% σε σύγκριση με τον μέσο όρο του τρίτου τριμήνου, αυξήθηκαν κατά 6,2% σε ετήσια βάση σε ονομαστικούς όρους. Αυτό χρησιμεύει ως μια τρόπον τινά έγκαιρη υπενθύμιση ότι το πρόβλημα της γερμανικής οικονομίας είναι ένα ασυνήθιστο εξωγενές σοκ παρά ένα σοβαρό πρόβλημα με τα εγχώρια θεμελιώδη μεγέθη της. Σημειωτέον, τώρα, πως χωρίς τον πόλεμο στην Ουκρανία και την επακόλουθη διαταραχή στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας, η οικονομία της Ευρωζώνης δεν θα υπέφερε από ύφεση. Αντιθέτως, πιθανότατα θα αναπτυσσόταν σθεναρά με μόνο ένα μέτριο πρόβλημα πληθωρισμού. Οι ισολογισμοί καταναλωτών και επιχειρήσεων είναι υγιείς και το χρηματοπιστωτικό σύστημα λειτουργεί εύρυθμα. Υπό αυτές τις συνθήκες, τέλος, η ύφεση δεν θα πρέπει να διαρκέσει πολύ περισσότερο από τους κραδασμούς οι οποίοι την προξένησαν.
* Οι κ. Χόλγκερ Σμίεντινγκ, Κάλουμ Πίκερινγκ και Σάλομον Φίντλερ είναι οικονομολόγοι της Berenberg Bank.