Money Review
Και επίσημα φαίνεται να ήρθε το τέλος στην πρωτοφανή -και πιθανώς τελευταία- έκρηξη τέτοιας κλίμακας στην ελβετική αγορά ρολογιών πολυτελείας, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων Rolex, Patek Philippe και Αudemars Piguet.
Επί τρία χρόνια, με «φιτίλι» την πανδημία, ο κλάδος συγκέντρωσε τεράστιο ενδιαφέρον από αγοραστές σε ολόκληρο τον κόσμο, καθώς οι πλούσιοι, αλλά και μέσοι καταναλωτές με «φουσκωμένες» αποταμιεύσεις λόγω καραντίνας, στράφηκαν προς τις εμβληματικές ελβετικές μάρκες ρολογιών. Μαζί με το ενδιαφέρον ανέβηκαν και οι τιμές και τελικά οι εξαγωγές ρολογιών από την Ελβετία άγγιξαν πέρυσι το δυσθεώρητο επίπεδο-ρεκόρ των 28,5 δισ. δολαρίων.
Φέτος τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Εξωγενείς παράγοντες, όπως τα υψηλά επιτόκια δανεισμού και η ασθενής παγκόσμια ανάπτυξη, αλλά και ενδογενείς παράγοντες, όπως οι μεγάλες ανατιμήσεις και η αύξηση της παραγωγής, άσκησαν εντονότατες πιέσεις στον κλάδο.
Έτσι, οι καταναλωτές που είχαν μεγαλύτερα αποθέματα μέσα στην πανδημία επιδεικνύουν όλο και λιγότερη διάθεση για τέτοιου είδους μεγάλα έξοδα. Εξού και παρατηρείται συνολική εξασθένιση στον τομέα των πολυτελών ειδών, ο οποίος σε αντίθεση με τις προοπτικές που δίνονταν τα περασμένα χρόνια δεν είναι πλήρως θωρακισμένος από υφέσεις.
Οι κατασκευαστές ρολογιών βλέπουν σαφή πτώση στη ζήτηση τους τελευταίους μήνες, ενώ οι τιμές στη δευτερογενή αγορά κατρακυλούν. «Αυτό που είδαμε το 2021 και το 2022 ήταν εκτός του φυσιολογικού. Δεν το χωρούσε ο νους μας ότι θα βιώναμε κάτι τέτοιο στη ζωή μας. Πιστεύω ότι δεν θα το ξαναδούμε ποτέ», δήλωσε στο Bloomberg ο διευθύνων σύμβουλος της Audemars Piguet, Henry Bennahmias, αναφερόμενος στην πολύμηνη φρενίτιδα για ακριβά κομμάτια.
Τον Ιούλιο οι εξαγωγές ελβετικών ρολογιών μειώθηκαν πρώτη φορά μετά από τουλάχιστον δύο χρόνια, ενώ έκτοτε η μέση ανάπτυξη των εξαγωγών επιβραδύνθηκε σημαντικά σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του έτους. Ο κλάδος εξακολουθεί να οδεύει προς νέο ρεκόρ φέτος, το οποίο όμως οφείλεται σε τεράστιο βαθμό στο πρώτο εξάμηνο.
Ενδεικτικά, τα στοιχεία του Οκτωβρίου δείχνουν μεν αύξηση εξαγωγών 5% σε ετήσια βάση, αλλά αποδίδονται στα φθηνότερα ρολόγια. Αντιθέτως, οι εξαγωγές ρολογιών μεταξύ 500 και 3.000 ελβετικών φράγκων υποχώρησαν σε αξία, το οποίο πιθανώς καταδεικνύει ότι οι φανατικοί της αγοράς έχουν κουραστεί από τις αλματώδεις αυξήσεις στις τιμές.
Σε ό,τι αφορά τα μεταχειρισμένα ρολόγια, οι τιμές υποχωρούν εδώ και τουλάχιστον έναν χρόνο, με περίπου 42% πτώση από την κορύφωση του Απριλίου πέρυσι.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ωρολογοποιία είναι βασικός πυλώνας της ελβετικής οικονομίας και ο τρίτος μεγαλύτερος κλάδος εξαγωγών, απασχολώντας περίπου 60.000 εργαζομένους. Η επιβράδυνση των τελευταίων μηνών έχει προκαλέσει τριγμούς κατά μήκος της ελβετικής βιομηχανίας. Ενδεικτικά, πριν από λίγα χρόνια οι παράγοντες της αγοράς αναζητούσαν εναγωνίως προσωπικό και τώρα ορισμένοι προχωρούν σε απολύσεις.
Με πληροφορίες από Bloomberg