Ημέρες πυρετωδών διαπραγματεύσεων θα είναι οι επόμενες για την Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς η Γηραιά Ηπειρος αναζητεί τρόπους για να μειώσει τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου και παραγώγων του και να αυξήσει τον αντίκτυπο των κυρώσεων κατά της Μόσχας. Οι συνομιλίες θα επικεντρωθούν αυτή τη φορά στην αναθεώρηση του πλαφόν που επιβλήθηκε στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου από την Ε.Ε. και τις χώρες του G7 και έχει τεθεί σε ισχύ από τον Δεκέμβριο. Οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες θα αποφασίσουν παράλληλα το επίπεδο του νέου πλαφόν που σχεδιάζουν να επιβάλουν από αρχές Φεβρουαρίου στα πετρελαιοειδή, συμπεριλαμβανομένου του ντίζελ. Το πλαφόν στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου όταν αυτό εξάγεται σε τρίτες χώρες έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να επιτρέπει τη ροή ρωσικού αργού και προϊόντων διύλισης, αλλά να περιορίζει τα έσοδα της Μόσχας που χρηματοδοτούν τον πόλεμο του Βλαντιμίρ Πούτιν κατά της Ουκρανίας. Για την επιβολή νέου πλαφόν τόσο στο πετρέλαιο όσο και στα πετρελαιοειδή απαιτείται ομοφωνία ανάμεσα στα κράτη-μέλη, όπως άλλωστε και για την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Μόσχας. Αυτός είναι και ο λόγος που αναμένεται να είναι πυρετώδεις οι διαπραγματεύσεις.
Εως τώρα τα κράτη-μέλη έχουν συμφωνήσει να επανεξετάζουν το πλαφόν ανά δύο μήνες, που σημαίνει πως η σχετική διαπραγμάτευση έπρεπε να έχει αρχίσει νωρίτερα μέσα στον Ιανουάριο. Ωστόσο, οι ΗΠΑ και ορισμένοι σύμμαχοί τους προτιμούν να περιμένουν μέχρι τον Μάρτιο για να επανεξετάσουν το πλαφόν στο πετρέλαιο και προς το παρόν να διατηρήσουν το αρχικό των 60 δολ. το βαρέλι.
Υποστηρίζουν πως ο μηχανισμός έχει αποδειχθεί ήδη αποτελεσματικός ως προς το ότι έχει οδηγήσει σε μείωση των τιμών του πετρελαίου. Την ίδια στιγμή, όμως, μια ομάδα χωρών των οποίων ηγούνται η Εσθονία, η Λιθουανία και η Πολωνία ασκούν πιέσεις για να μειωθεί περαιτέρω το πλαφόν στο πετρέλαιο, καθώς εκτιμούν πως το υφιστάμενο επίπεδο είναι υπερβολικά υψηλό σε σύγκριση με τις τρέχουσες τιμές της αγοράς.
Σε πρότασή τους που απέστειλαν στα κράτη-μέλη στις αρχές της εβδομάδας επικαλούνται εκτιμήσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, σύμφωνα με τις οποίες μια μέση τιμή του ρωσικού πετρελαίου στη ρωσική αγορά ήταν τα 54 δολ. το βαρέλι τον Δεκέμβριο και τα 52 δολ. τον Ιανουάριο. Ως εκ τούτου ζητούν επίμονα να μειωθεί περαιτέρω το πλαφόν κάπου ανάμεσα στα 40 δολ. και τα 50 δολ. το βαρέλι. Στο σχετικό έγγραφο που διέρρευσε στο Bloomberg τονίζουν πως «στα πρώτα του βήματα το πλαφόν φάνηκε να αποδίδει, αλλά τώρα είναι αρκετά σαφές πως πρέπει να εκμεταλλευθούμε περαιτέρω αυτόν τον μηχανισμό».
Προσθέτουν μάλιστα πως η Ρωσία ετοιμάζει νέες και δραματικότερες επιθέσεις κατά της Ουκρανίας, γι’ αυτό και «είναι υψίστης σημασίας να ασκήσουμε μεγαλύτερες πιέσεις στη ρωσική οικονομία και να την αποκόψουμε από τα πετρελαϊκά έσοδα». Υπενθυμίζουν, άλλωστε, πως η συμφωνία για το πλαφόν που επετεύχθη τον Δεκέμβριο προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι η τιμή του θα διατηρηθεί τουλάχιστον κατά 5% κάτω από τη μέση τιμή της αγοράς.
Σε ό,τι αφορά το νέο πλαφόν που σχεδιάζει η Ε.Ε. στα παράγωγα πετρελαίου της Ρωσίας, στόχος είναι να διασφαλίσουν και να σταθεροποιήσουν τις προμήθειες καυσίμων, όπως το ντίζελ από τις 5 Φεβρουαρίου, οπότε και τίθεται σε ισχύ η απαγόρευση στις εισαγωγές του καυσίμου από τη Ρωσία.
Πηγή: Bloomberg