ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΓΙΑΦΕ ΜΠΕΛΑΝΙ / THE NEW YORK TIMES
Τα κρυπτονομίσματα αντιμετωπίζονται εδώ και χρόνια ως όχημα για την οικονομική ενίσχυση των χρηστών τους. Οι οπαδοί τους προωθούν τα ψηφιακά νομίσματα μέσω δικτύων υπολογιστών που πιστοποιούν τις συναλλαγές και όχι μέσω μιας κεντρικής αρχής όπως είναι μια τράπεζα. Τα παρουσιάζουν ως το μέσον που δίνει σε ανθρώπους κάθε προέλευσης πρόσβαση σε έναν μετασχηματισμένο πλούτο εκτός του παραδοσιακού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ολες αυτές υποτίθεται ότι είναι οι αρχές ισοτιμίας που διέπουν τη βιομηχανία των κρυπτονομισμάτων. Η πρόσφατη κατάρρευσή της, όμως, έφερε στο φως ένα χάσμα ανισότητας: τη στιγμή που οι υπάλληλοι των εταιρειών κρυπτογραφημένων αξιών χάνουν τις θέσεις εργασίας τους και οι συνήθεις επενδυτές καταγράφουν τεράστιες ζημίες, τα υψηλόβαθμα στελέχη της νέας βιομηχανίας παραμένουν μάλλον αλώβητα. Κανένας από όσους επένδυσαν σε κρυπτονομίσματα δεν έχει αποφύγει πλήρως τις συνέπειες της πτώσης τους. Μια μικρή ομάδα τιτάνων της βιομηχανίας, ωστόσο, συγκέντρωσε γιγάντιο πλούτο όταν οι τιμές τους εκτοξεύονταν στη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών. Διαθέτουν έτσι ένα αξιοζήλευτο «μαξιλάρι». Πολλοί από αυτούς αγόρασαν bitcoin, ether ή και κάποια άλλα πριν από χρόνια, όταν οι τιμές τους ήταν ασήμαντες σε σύγκριση με τις τρέχουσες. Κάποιοι κλείδωσαν τα κέρδη τους γρήγορα πουλώντας μέρος των κρυπτογραφημένων επενδύσεών τους. Και κάποιοι άλλοι δημιούργησαν και διαχειρίστηκαν εταιρείες κρυπτογραφημένων αξιών που εισήχθησαν στο χρηματιστήριο και τελικά ρευστοποίησαν τις μετοχές τους ή επένδυσαν σε ακίνητα.
Μια μικρή ομάδα συγκέντρωσε γιγάντιο πλούτο, όταν οι τιμές τους εκτοξεύονταν στη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών.
Οι ερασιτέχνες επενδυτές, αντιθέτως, εισέρρευσαν μαζικά στην αγορά των κρυπτονομισμάτων στη διάρκεια της πανδημίας, όταν οι τιμές τους είχαν ήδη αρχίσει να εκτοξεύονται στα ύψη. Κάποιοι από αυτούς διοχέτευσαν στη νέα επένδυση τις οικονομίες μιας ζωής μένοντας, έτσι, εκτεθειμένοι και ευάλωτοι σε περίπτωση κατάρρευσης. Χιλιάδες έσπευσαν να βρουν δουλειά σε εταιρείες κρυπτονομισμάτων νομίζοντας πως είχαν βρει το εισιτήριο για να πλουτίσουν. Και τώρα, πολλοί από αυτούς έχουν δει τις αποταμιεύσεις τους να εξανεμίζονται ή έχουν χάσει και τις δουλειές τους. Οπως επισημαίνει ο Τοντ Φίλιπς, διευθυντικό στέλεχος του Κένρου Αμερικανικής Προόδου, προοδευτικής δεξαμενής σκέψης, οι ζημίες από την κατάρρευση των κρυπτονομισμάτων ακολουθούν το γνωστό μοτίβο άλλων αντίστοιχων περιπτώσεων ανόδου και πτώσης κάποιων επενδύσεων. «Οπως κι αν έχουν τα πράγματα, όσοι διαθέτουν χρήματα θα καταλήξουν να είναι μια χαρά», τονίζει ο ίδιος.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Forbes, τον Μάρτιο οι περιουσίες των 16 πλουσιότερων δισεκατομμυριούχων επενδυτών σε κρυπτονομίσματα υπερέβαιναν αθροιστικά τα 125 δισ. δολάρια. Αυτήν την εβδομάδα το αντίστοιχο άθροισμα ήταν περίπου 76 δισ. δολάρια, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου που χάθηκε αφορούσε έναν και μόνο δισεκατομμυριούχο, τον Τσανπένγκ Ζάο, διευθύνοντα σύμβουλο του χρηματιστηρίου κρυπτονομισμάτων Binance, του οποίου ο πλούτος συρρικνώθηκαν από 65 δισ. δολ σε 17,4 δισ. δολ. Οι αδελφοί Τάιλερ και Κάμερον Βίνκλεβος, που είναι γνωστοί για τον ρόλο τους στη δημιουργία του Facebook, είχαν πλούτη ύψους 4 δισ. δολ. πριν από την κατάρρευση των κρυπτονομισμάτων και σύμφωνα με το Forbes, αυτήν την εβδομάδα είχε ο καθένας 3,3 δισ. δολ. Για τους μικροεπενδυτές η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Ο κ. Τόμσον, που ζει στο Σίδνεϊ στην Αυστραλία, με την πτώση των κρυπτονομισμάτων έχασε περίπου 45.000 δολ., που ήταν οι μισές αποταμιεύσεις του. Είχε αρχίσει να τοποθετείται σε κρυπτονομίσματα από το 2018 και σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει τα κέρδη για να ανοίξει μια μπιραρία.
Το Coinbase, το μεγαλύτερο χρηματιστήριο κρυπτονομισμάτων στις ΗΠΑ, εισήχθη στο χρηματιστήριο τον Απρίλιο του 2021, όταν αυξανόταν διαρκώς το ενδιαφέρον για τα κρυπτονομίσματα. Κατά την αρχική δημόσια εγγραφή τους, ο διευθύνων σύμβουλος, Μπράιαν Αρμστρονγκ, πούλησε μετοχές ύψους 300 εκατ. δολαρίων. Τον Δεκέμβριο αγόρασε ακίνητο αξίας 133 εκατ. δολαρίων στο Λος Αντζελες. Σύμφωνα με την εταιρεία Equilar, που παρακολουθεί και καταγράφει τις αμοιβές των διευθυντικών στελεχών, συνολικά έξι υψηλόβαθμα στελέχη του Coinbase πούλησαν μετοχές της εταιρείας συνολικής αξίας 850 εκατ. δολ. από τον Απρίλιο του 2021.
Αντιμέτωπο με την πτώση των τιμών αλλά και του ενδιαφέροντος του κόσμου για τα κρυπτονομίσματα, το Coinbase απέλυσε μέσα στον Ιούνιο το 18% του προσωπικού του, δηλαδή περίπου 1.100 υπαλλήλους. Και ο διευθύνων σύμβουλος δήλωσε πως «είχε υπερβάλει στις προσλήψεις».