ΚΥΠΕ
Οι σφιχτές χρηματοπιστωτικές συνθήκες θα συνεχίσουν να επιβραδύνουν την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη έως το 2023 και θα τη διατηρήσουν κάτω από την τάση το 2024, τονίζει ο διεθνής οίκος πιστωληπτικής αξιολόγησης Moody’s. Ταυτόχρονα αναφέρει πως ο πληθωρισμός «μειώνεται όπως αναμενόταν και θα συνεχίσει να υποχωρεί το επόμενο έτος, αλλά οι κίνδυνοι παραμένουν» και υπογραμμίζει ότι οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα διατηρήσουν περιοριστική πολιτική μέχρι το 2024, ενώ θα μπορούσαν να αρχίσουν τη μείωση των επιτοκίων από τον Απρίλιο του 2024, «εάν η ανάπτυξη παραμείνει υποτονική».
Αναφορικά με την ανάπτυξη των χωρών της G-20, ο Moody’s αναμένει ότι η αύξηση του πραγματικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) θα επιβραδυνθεί στο 2,5% το 2023 και στο 2,1% το 2024, από 2,7% το 2022.
«Πιστεύουμε ότι η οικονομική δραστηριότητα θα συνεχίσει να επιβραδύνεται φέτος και μέχρι το 2024 στις περισσότερες χώρες, καθώς θα συνειδητοποιηθούν σταδιακά οι πλήρεις επιπτώσεις της αυστηρής νομισματικής πολιτικής στη συνολική ζήτηση», υπογραμμίζει ο Moody's σε νέα έκθεση του με τίτλο "Οι σφιχτές χρηματοπιστωτικές συνθήκες θα διατηρηθούν μέχρι το 2024, φρενάροντας την παγκόσμια ανάπτυξη".
Ο αμερικανικός οίκος αναμένει ότι ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ της Ομάδας των G20 θα συνεχίσει να επιβραδύνεται και θα παραμείνει κάτω από την τάση με ετήσιους ρυθμούς 2,5% το 2023 και 2,1% το 2024, έναντι 2,7% το 2022, σημειώνοντας ότι οι οικονομικές προοπτικές μεταξύ των χωρών αυτών δεν είναι καθόλου ομοιογενείς.
Επιβράδυνση πληθωρισμού
Αναφορικά με τον πληθωρισμό, ο Moody’s εκφράζει βεβαιότητα ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να μετριάζεται σε όλες τις προηγμένες και αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς, όπου η εύλογα υγιής μακροοικονομική διαχείριση, όπως αναφέρει, σε συνδυασμό με την αξιοπιστία της πολιτικής της κεντρικής τράπεζας, έχει διατηρήσει τις πληθωριστικές προσδοκίες υπό έλεγχο.
Ωστόσο, προσθέτει ότι «εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι για τις προοπτικές του πληθωρισμού» λόγω των αυξημένων τιμών των βασικών εμπορευμάτων και την εξαιρετικά ανθεκτική ζήτηση.
Σε σχέση με τη νομισματική πολιτική, ο Moody’s εκτιμά ότι οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα διατηρήσουν περιοριστική πολιτική στάση μέχρι το 2024.
«Καθώς η οικονομική δραστηριότητα έχει διατηρηθεί σε γενικές γραμμές καλά φέτος, ο αυξημένος πυρήνας του πληθωρισμού σημαίνει ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν να είναι σίγουρες ότι έχουν εκπληρώσει την εντολή τους για τον πληθωρισμό ακόμη», υπογραμμίζει.
Επομένως, όπως σημειώνει, οι ανοδικοί κίνδυνοι για τον πληθωρισμό από την σφικτή αγορά εργασίας και την ανθεκτική ζήτηση θα κρατήσουν τη Fed, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και την Τράπεζα της Αγγλίας καθώς και την Τράπεζα του Καναδά και την Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας σε εγρήγορση.
«Σημαντική χαλάρωση στη νομισματική πολιτική από τις Κεντρικές Τράπεζες των αναδυόμενων αγορών είναι απίθανη με τις κεντρικές τράπεζες των προηγμένων οικονομιών να εξακολουθούν να παλεύουν με τον αυξημένο πληθωρισμό και την αβεβαιότητα γύρω από τις προοπτικές των επιτοκίων των ΗΠΑ», προσθέτει.
Επίσης, ο αμερικανικός οίκος αναφέρει ότι η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας σημαίνει ότι η αύξηση των μισθών στις ΗΠΑ και την Ευρώπη υπερβαίνει τους ρυθμούς που θα ήταν συνεπείς με τους στόχους των κεντρικών τραπεζών για τον πληθωρισμό.
Μείωση επιτοκίων από Απρίλιο
Ο Moody’s αναμένει ότι η Fed θα διατηρήσει τα επιτόκια τον Σεπτέμβριο στο 5,25%-5,50% και θα συνεχίσει να τηρεί μια στάση εγρήγορσης.
«Έχουμε μεταθέσει την προσδοκία μας για την πρώτη μείωση των επιτοκίων στη συνεδρίαση του Απριλίου 2024 και οραματιζόμαστε ότι το επιτόκιο πολιτικής θα μειωθεί στο 4,5% στο τέλος του 2024», υπογραμμίζει.
Αναφορικά με την ΕΚΤ, ο Moody’s πιστεύει ότι «είναι πλησίον στο να κηρύξει παύση στις αυξήσεις των επιτοκίων και να υιοθετήσει στάση αναμονής».
«Η ανάπτυξη στη Ζώνη του ευρώ είναι πολύ πιο χλιαρή, αν και οι αγορές εργασίας παραμένουν αρκετά σφιχτές», αναφέρει και προσθέτει πως «ο πυρήνας του πληθωρισμού παραμένει αυξημένος με ανοδική τάση» λόγω του πληθωρισμού στον τομέα των υπηρεσιών, ενώ «ο πληθωρισμός σε επίπεδο τιμών επιβραδύνεται».
Αναφέρει επίσης ότι η έρευνα για τον τραπεζικό δανεισμό το β΄ τρίμηνο του 2023 , η οποία δείχνει όχι μόνο αυστηρότερο δανεισμό προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αλλά και χαμηλότερη ζήτηση για δάνεια, υποδηλώνει ότι οι συνθήκες πίστωσης και τραπεζικού δανεισμού έχουν περιοριστεί σημαντικά σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης και «αναμένεται μεγαλύτερη αντίσταση από τις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ».
Παρόλα αυτά, ο αμερικανικός οίκος αναμένει ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει μια σκληρή πολιτική στάση, έχοντας κατά νου ότι τα επιτόκια μπορεί να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, αν η ζήτηση δεν περιοριστεί αρκετά.
«Ως εκ τούτου, αναμένουμε τώρα ότι η ΕΚΤ θα αυξήσει πιθανότατα τα επιτόκια πολιτικής κατά 25 μ.β. τον Σεπτέμβριο, αν και δεν θα μας εξέπληττε αν η κεντρική τράπεζα αποφάσιζε να διατηρήσει τα επιτόκια σταθερά ή να τα αυξήσει κατά 10 μ.β. περίπου», σημειώνει.
Ο Moody’s αναφέρει ότι θα αναζητήσει ενδείξεις για μια παύση των επιτοκίων μετά τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, αν και αναμένει ότι η ΕΚΤ θα τονίσει την προθυμία της να αυξήσει τα επιτόκια περισσότερο, αν χρειαστεί.
«Η επιβάρυνση από τις σωρευτικές αυξήσεις των επιτοκίων στις οικονομίες της Ευρωζώνης θα συνεχίσει να αυξάνεται φέτος και θα επιβαρύνει σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό μέχρι και το 2024», υπογραμμίζει.
«Η πρώτη μείωση των επιτοκίων θα μπορούσε να γίνει ήδη από τον Απρίλιο, εάν η ανάπτυξη παραμείνει υποτονική, σύμφωνα με τις βασικές μας προβλέψεις», καταλήγει ο Moody’s.