ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Δασμοί Τραμπ: «Πόλεμος» με το Πεκίνο, ανακωχή με τους υπολοίπους

Υπό την πίεση των κεφαλαιαγορών, που καταγράφουν τεράστιες απώλειες από την έναρξη του εμπορικού πολέμου, ο πρόεδρος Τραμπ υποχρεώθηκε να κάνει ένα βήμα πίσω

Kathimerini.gr

Υπό την εντεινόμενη πίεση επενδυτών και επικεφαλής των αμερικανικών επιχειρηματικών κολοσσών, ο Ντόναλντ Τραμπ ανέκρουσε για ακόμη μία φορά πρύμναν ανακοινώνοντας αιφνιδιαστικά χθες ότι «παγώνει» τους ανταποδοτικούς δασμούς επί 90 ημέρες.

Στη διάρκεια αυτού του διαστήματος οι ανταποδοτικοί δασμοί χαμηλώνουν σε ένα οριζόντιο 10%. Δεν ισχύει, όμως, το ίδιο για την Κίνα, με την οποία, αντιθέτως, κλιμακώνει απροκάλυπτα τον εμπορικό πόλεμο, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος όχι μόνο δεν «παγώνει» τους δασμούς, αλλά τους αυξάνει περαιτέρω.

Τους αυξάνει περαιτέρω στο 125%, από το 104% που ίσχυε για μερικές ώρες μέχρι τη στιγμή της ανακοίνωσης. Τόνισε μάλιστα πως ο λόγος είναι ότι η Κίνα «έδειξε έλλειψη σεβασμού στις διεθνείς αγορές» και εξέφρασε την ελπίδα ότι «στο εγγύς μέλλον η Κίνα θα συνειδητοποιήσει πως δεν είναι πλέον ανεκτό να γδέρνει τις ΗΠΑ και άλλες χώρες».

Tο χρονικό

Νωρίτερα είχε ενταθεί η ανησυχία για την έκβαση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, όταν σε αντίθεση με άλλες χώρες η Κίνα έσπευσε να ανταποδώσει επιθετικά τη θεαματική αύξηση των δασμών στα προϊόντα της.

Λίγες ώρες αφότου η Ουάσιγκτον είχε θέσει σε ισχύ δασμούς 104% στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στις ΗΠΑ, το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι αυξάνει κατά ένα επιπλέον 50% τους δασμούς του στα αμερικανικά προϊόντα, που από σήμερα πλέον θα υπόκεινται σε δασμούς 84%.

Καινούργια αυτοκίνητα, «αιχμάλωτα» του εμπορικού πολέμου στη ζώνη εισαγωγής και εξαγωγής οχημάτων στην Γκουανγκζού της Κίνας. [Qilai Shen / The New York Times]

Επενδυτές και οικονομολόγοι προειδοποιούσαν και πάλι για την κατάρρευση του παγκόσμιου εμπορίου αλλά και για τον αυξανόμενο κίνδυνο ύφεσης στην αμερικανική οικονομία συνεπεία των δασμών του Τραμπ και του πληθωρισμού που αναπόφευκτα θα ακολουθήσει. Μιλώντας στους Financial Times ο Εντ Γιαρντένι, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής Yardeni Associates, σχολίασε πως «η κυβέρνηση Τραμπ φαίνεται πως παίζει με τη φωτιά», αναφερόμενος κυρίως στην πτώση των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου που παραδοσιακά συγκαταλέγονται στα ασφαλή καταφύγια.

Σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου, το περασμένο έτος οι ΗΠΑ εισήγαγαν κινεζικά προϊόντα αξίας 438,9 δισ. δολ., ενώ η αξία των εξαγωγών αμερικανικών προϊόντων στην Κίνα ήταν μόλις 143,5 δισ. δολ.

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει προειδοποιήσει τις χώρες στις οποίες επέβαλε δασμούς να μην προβούν σε αντίποινα γιατί θα υπάρξει κλιμάκωση από πλευράς της Ουάσιγκτον. Ορισμένες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ιαπωνία, έχουν ήδη εκφράσει την προθυμία τους να διαπραγματευθούν εκ νέου με την κυβέρνηση Τραμπ το θέμα των δασμών και μόνο η Κίνα έχει ως τώρα υιοθετήσει τόσο σκληρή στάση.

«Είναι λυπηρό ότι οι Κινέζοι δεν θέλουν να έρθουν να διαπραγματευθούν και ο λόγος είναι ότι αυτοί παραβιάζουν εις το έπακρον το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα», σχολίασε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Σκοτ Μπέσεντ μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο Fox Business. Προσέθεσε πως «η οικονομία των Κινέζων είναι αυτή με τις μεγαλύτερες ανισορροπίες στην Ιστορία του σύγχρονου κόσμου και αυτή η κλιμάκωση εκ μέρους τους θα οδηγήσει σε ήττα γι’ αυτούς».

Την ίδια στιγμή κι ενώ χώρες όπως η Ιαπωνία, πάγια εταίρος και σύμμαχος των ΗΠΑ, προθυμοποιούνταν να διαπραγματευθούν με την Ουάσιγκτον το θέμα των δασμών, ο Αμερικανός πρόεδρος ειρωνευόταν και γελοιοποιούσε τους ηγέτες άλλων χωρών που εξέφρασαν την επιθυμία να διαπραγματευτούν μαζί του τους δασμούς. Χρησιμοποιούσε εκφράσεις όχι απλώς καυστικές, αλλά απολύτως υποτιμητικές και προσβλητικές, παρουσιάζοντας τους ηγέτες –και τις κυβερνήσεις– εμπορικών εταίρων της υπερδύναμης ως δουλικούς και υποταγμένους στις ΗΠΑ και με κύρια αιτία της δουλικότητας τους δασμούς που ο ίδιος επέβαλε στα προϊόντα τους.

Σε εκδήλωση συγκέντρωσης χρημάτων που είχαν διοργανώσει οι Ρεπουμπλικανοί της Γερουσίας, ο Αμερικανός πρόεδρος κυριολεκτικώς χλεύαζε τους άλλους ηγέτες διακωμωδώντας την προσπάθειά τους να τον προσεγγίσουν και παραποιώντας τα λόγια τους ως «σε παρακαλώ, σε παρακαλώ, κύριε, έλα να κάνουμε συμφωνία, κύριε, θα κάνω ό,τι θέλεις, θα κάνω ό,τι θέλεις, κύριε».

Και δεν αρκέστηκε σε αυτό, αλλά άρχισε να χλευάζει με παρόμοιο τρόπο όσους Ρεπουμπλικανούς διαφωνούν με την προσέγγισή του και θέλουν να αναλάβουν τις διαπραγματεύσεις με ξένους ηγέτες. «Να σας πω κάτι», τόνισε, «δεν διαπραγματεύεστε όπως διαπραγματεύομαι εγώ». Είχαν προηγηθεί, τρεις ημέρες νωρίτερα, ανακοινώσεις όσον αφορά τις προσπάθειες πολλών χωρών να διαπραγματευθούν εκ νέου με την Ουάσιγκτον και ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει ότι «αυτή είναι η ομορφιά αυτού που κάνουμε με τους δασμούς. Ολοι τρέχουν τώρα να διαπραγματευθούν μαζί μας, εμείς καθοδηγούμε».

Στο πλαίσιο αυτής της εκδήλωσης, άλλωστε, ο Ντόναλντ Τραμπ τόνισε πως σύντομα θα ανακοινώσει νέους δασμούς στον κλάδο των φαρμακοβιομηχανιών. «Οι δασμοί στις φαρμακοβιομηχανίες θα ισχύσουν επειδή δεν παράγουμε εμείς τα δικά μας φάρμακα τα οποία παράγονται σε άλλες χώρες», τόνισε μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC.

Σημειωτέον ότι η κυβέρνηση Τραμπ είχε ήδη επιβάλει δασμούς στα κινεζικά προϊόντα προτού δημοσιοποιήσει την πλήρη εμπορική πολιτική της στις 2 Απριλίου. Εχει πλήξει την Κίνα, τον Καναδά και το Μεξικό με νέους δασμούς στην έναρξη της δεύτερης θητείας του στον Λευκό Οίκο και τότε δικαιολόγησε την επιλογή του ως προσπάθεια να εμποδίσει τις εισαγωγές του επικίνδυνου ναρκωτικού φαιντανύλη στις ΗΠΑ.

Ράλι στη Wall Street μετά τη στροφή Τραμπ

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Την πολιτική των αγορών δεν μπορεί να την αγνοήσει και να τη νικήσει κανείς. Λίγες μόνο ώρες αφού τέθηκαν σε ισχύ οι σαρωτικοί δασμοί που είχε ανακοινώσει ο Ντόναλντ Τραμπ την «Ημέρα Απελευθέρωσης», ο Αμερικανός πρόεδρος πραγματοποίησε ξαφνική στροφή. Ανακοίνωσε «πάγωμα» 90 ημερών για τους περισσότερους δασμούς, διατηρώντας πάντως τον βασικό δασμό 10% σε όλες τις εισαγωγές, ενώ κλιμάκωσε τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα –η οποία νωρίτερα είχε ανακοινώσει επιπλέον αντίποινα– αυξάνοντας τους δασμούς στο 125%. Η στροφή Τραμπ προκάλεσε το μεγαλύτερο ράλι των τελευταίων πέντε ετών στη Wall Street με τους βασικούς αμερικανικούς δείκτες να εκτοξεύονται ενδοσυνεδριακά ακόμα και πάνω από 10%, ενώ το δολάριο πραγματοποίησε ισχυρό ριμπάουντ μετά τη βουτιά των τελευταίων ημερών, καθώς δίνεται έτσι σημαντικό χρονικό περιθώριο για διαπραγματεύσεις.

Φρένο στο χάος

Αν και σχετική διαρροή για 90ήμερη παύση υπήρξε τη Δευτέρα, η αμερικανική κυβέρνηση είχε σπεύσει να το διαψεύσει, εντείνοντας το ισχυρό sell-off των αγορών διεθνώς. Ωστόσο, με τον «σεισμό» που προκάλεσε στα assets των ίδιων των ΗΠΑ, από τις μετοχές, το δολάριο έως και τα ομόλογα, ο Τραμπ αναγκάστηκε να κάνει κάτι ώστε να βάλει ένα φρένο στο χάος που είχε αφαιρέσει πάνω από 6 τρισ. δολάρια από τη Wall Street μέσα σε τέσσερις ημέρες και απειλούσε να στείλει τις ΗΠΑ σε ύφεση.

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, ο οποίος νωρίτερα είχε υποβαθμίσει την κατρακύλα της Wall Street των τελευταίων ημερών, τόνισε πως η απόφαση του Τραμπ δεν έχει να κάνει με την αντίδραση των αγορών, ωστόσο όλα δείχνουν πως αυτό ακριβώς συνέβη. «Αφού οι αγορές προειδοποίησαν επιτυχώς την κυβέρνηση, η ανακοινωθείσα παύση φαίνεται πιθανό να παραταθεί πέραν των 90 ημερών», όπως σχολίασαν επενδυτές στο Reuters.

Οι αναλυτές αναμένουν ευρέως ότι το ράλι θα μεταδοθεί σήμερα και στις διεθνείς αγορές, αφού χθες δεν είχαν «προλάβει» την είδηση της στροφής Τραμπ. Ο Nikkei της Ιαπωνίας σημείωσε χθες «βουτιά» 4%, τα μεγάλα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια κατέγραψαν πτώση 3%-3,5%, ενώ η ελληνική αγορά υποχώρησε κατά 2,7%. Παράλληλα, το αργό πετρέλαιο Brent βρέθηκε για πρώτη φορά από το 2021 κάτω από τα 60 δολάρια, ενώ οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων «ανέβηκαν» επικίνδυνα.

Σύμφωνα με αναλυτές, το ξεπούλημα των αμερικανικών ομολόγων αυτή την εβδομάδα, το οποίο και είχε ενταθεί νωρίτερα την Τετάρτη, είναι κυρίως αυτό που ώθησε τον Τραμπ να υποχωρήσει. Νωρίτερα είχε… μάταια προτρέψει τους επενδυτές να… χαλαρώσουν και να μην τρομάζουν από την αναταραχή, οι αναλυτές ωστόσο προειδοποιούσαν: «Η κυβέρνηση των ΗΠΑ πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή στο sell-off, αλλιώς κινδυνεύει να βιώσει τη δική της στιγμή “Λιζ Τρας”», είχε διαμηνύσει χθες το απόγευμα η JP Morgan, αναφερόμενη στην επίθεση που δέχτηκαν τα βρετανικά ομόλογα λόγω της πολιτικής της Τρας το 2022, η οποία αναγκάστηκε όχι μόνο να την πάρει πίσω αλλά και να παραιτηθεί.

Οι αποδόσεις των 10ετών και 30ετών ομολόγων των ΗΠΑ εκτινάχθηκαν νωρίτερα την Τετάρτη κοντά στο 5%, έχοντας καταγράψει άνοδο 60 μ.β. αυτή την εβδομάδα –τη μεγαλύτερη από το 1982–, με το άγριο ξεπούλημα να πυροδοτεί φόβους ότι διεθνή κεφάλαια φεύγουν μαζικά από όλα τα περιουσιακά στοιχεία των ΗΠΑ. Τα αμερικανικά ομόλογα, που μαζί με το δολάριο θεωρούνται η ραχοκοκαλιά του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και το απόλυτο επενδυτικό καταφύγιο, μπήκαν στο επίκεντρο του διεθνούς κύματος ρευστοποιήσεων, με το «sell America» (πουλήστε την Αμερική) να μετατρέπεται στο κυρίαρχο στοίχημα στο θέμα του αυξανόμενου κινδύνου ύφεσης, όπως σημείωνε η ING.

Μετά τη στροφή των 90 ημερών του Τραμπ το sell-off στα αμερικανικά ομόλογα δεν σταμάτησε ωστόσο περιορίστηκε, με τις ανησυχίες να παραμένουν καθώς είναι ξεκάθαρο ότι η εμπιστοσύνη στην πολιτική και στην αξιοπιστία των ΗΠΑ έχει χαθεί. «Η αγορά έχει χάσει την πίστη της στα assets των ΗΠΑ», σημείωνε η Deutsche Bank νωρίτερα την Τετάρτη πριν από τη νέα ανακοίνωση του Τραμπ. Επιπλέον, κανείς δεν ξέρει τι άλλο θα κάνει ή θα πει ο Τραμπ στη συνέχεια, δεδομένης της αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς του.

Κλιμάκωση με την Κίνα

Είναι ξεκάθαρο ότι στο επίκεντρο όλων των αποφάσεων Τραμπ βρίσκεται η Κίνα. Το φάντασμα ενός παρατεταμένου εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου έχει προκαλέσει τόσο σοβαρό πλήγμα στις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, ώστε αναλυτές κάνουν λόγο για επικίνδυνο παιχνίδι μεταξύ των δύο χωρών. «Οι ΗΠΑ και η Κίνα έχουν κολλήσει σε ένα άνευ προηγουμένου και ακριβό “παιχνίδι της κότας” (chicken game) και όπως φαίνεται δεν είναι πρόθυμες να υποχωρήσουν», σημείωσε η Nomura.

Ενας σημαντικός λόγος που και η αγορά ομολόγων των ΗΠΑ βρέθηκε στη δίνη του sell-off είναι πως πέραν των «φανερών» αντιποίνων, υπάρχουν και τα… κρυφά: «Οι αγορές ανησυχούν ότι Κίνα και άλλες χώρες θα μπορούσαν να “ξεφορτωθούν” τα αμερικανικά ομόλογα ως εργαλείο αντιποίνων», σημειώνει η BNP Paribas. «Τα αντίποινα της Κίνας έχουν εγείρει ανησυχίες για το τι θα μπορούσε να κάνει με το τεράστιο ποσό αμερικανικών ομολόγων που κατέχει», επισημαίνει η Capital Economics.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Κίνα είναι οι μεγαλύτεροι ξένοι κάτοχοι αμερικανικών ομολόγων. Από το σύνολο των ομολόγων αξίας 29 τρισ. δολ. των ΗΠΑ, τα 8,5 τρισ. δολ. ή το 30%, περίπου κατέχονται από ξένους επενδυτές. Η Ιαπωνία κατέχει κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ αξίας 1,08 τρισ. δολ. και η Κίνα 760 δισ. δολ., ενώ ακολουθεί το Ηνωμένο Βασίλειο με 723 δισ. δολ.

Οπως σημειώνει η Deutsche Bank, «ο κίνδυνος είναι η επόμενη φάση να είναι ένας ξεκάθαρος οικονομικός πόλεμος που περιλαμβάνει την ιδιοκτησία των αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων από την Κίνα», τονίζει. «Ωστόσο δεν μπορεί να υπάρξει νικητής σε έναν τέτοιο πόλεμο: θα πληγεί τόσο ο ιδιοκτήτης (Κίνα) όσο και ο παραγωγός (ΗΠΑ) αυτών των assets. Ο χαμένος θα είναι η παγκόσμια οικονομία», προσθέτει χαρακτηριστικά.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X