ΚΥΠΕ
Απόσταση συνεχίζει να χωρίζει τις θέσεις της συντεχνίας τραπεζικών υπαλλήλων ΕΤΥΚ και της διοίκησης της Ελληνική Τράπεζα αναφορικά με τη μείωση του κόστους προσωπικού, στο πλαίσιο της προσπάθειας μετασχηματισμού της τράπεζας.
Δεν μπορεί η Ελληνική Τράπεζα να θέλει να κάνει ανανέωση της συλλογικής σύμβασης τη στιγμή που καταπατά την υφιστάμενη συλλογική σύμβαση και δεν λαμβάνει υπόψη τις αποφάσεις του Υπουργείο Εργασίας, ανέφερε στο ΚΥΠΕ ο ΓΓ της ΕΤΥΚ Χρίστος Κονομής.
Η Ελληνικής Τράπεζα είχε αποστείλει επιστολές στις συντεχνίες ΕΤΥΚ, ΣΕΚ και ΠΕΟ στις 2 Μαΐου, ενημερώνοντας ότι προχωρεί στην υλοποίηση του σχεδίου μετασχηματισμού της τράπεζας, το οποίο διαλαμβάνει και πλεονασμούς προσωπικού.
Όπως ανέφερε ο κ. Κονομής, με βάση το τι τους έχει κοινοποιήσει η τράπεζα, ότι προτίθεται δηλαδή να προχωρήσει σε απολύσεις μέσω πλεονασμών έχουν συγκαλέσει γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων όλων των τραπεζών στις 18 Μαΐου για να τους εξουσιοδοτήσουν αν κριθεί αναγκαίο να προχωρήσουν σε μέτρα.
Είπε επίσης ότι η Ελληνική Τράπεζα εδώ και καιρό παραβιάζει συνεχώς τις συλλογικές συμβάσεις και καταστρατηγεί τον κώδικα βιομηχανικών σχέσεων.
Σημείωσε επίσης την απόφαση που εξέδωσε το Υπουργείο Εργασίας στις 17/3 για επαναφορά των μισθών των εργαζομένων που προέρχονται από την πρώην Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα. Από τότε, ανέφερε, η Ελληνική Τράπεζα δεν έχει συμμορφωθεί. Αναφέρθηκε σε παραβίαση του περί προστασίας νόμου και είπε ότι οφείλει το Υπουργείο Εργασίας να προχωρήσει σε ποινικές αγωγές εναντίον των μελών του ΔΣ της Ελληνικής Τράπεζας.
Δυστυχώς, όπως ανέφερε, δεν έχει προχωρήσει το Υπουργείο σε κάτι τέτοιο. Είπε επίσης ότι μίλησαν πολλές φορές με το Υπουργείο και το προτρέπουν και πιέζουν να προχωρήσει ως οφείλει.
Ερωτηθείς για τα δύσκολα δεδομένα που επικρατούν σήμερα στην οικονομία και τον τραπεζικό τομέα, ο κ. Κονομής ανέφερε ότι δεν γνωρίζει αν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η σημερινή κατάσταση στην οικονομία και το τραπεζικό σύστημα είναι πιο δύσκολη από το 2013, όταν καμιά τράπεζα δεν προχώρησε σε απολύσεις προσωπικού, αλλά ακόμα και τράπεζες που κουρεύτηκαν, μέσα από σωστά και μελετημένα σχέδια πρόωρης εθελοντικής αποχώρησης προσωπικού μείωσαν τον κόσμο, έχουν νοικοκυρευτεί και είναι σε πορεία κερδοφορίας.
Εξέφρασε την άποψη ότι αν θέλει η Ελληνική να μειώσει το προσωπικό της αυτό πρέπει να γίνει με ένα σχέδιο πρόωρης εθελοντικής αφυπηρέτησης που να είναι σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Αναμένει τη συντεχνία να έρθει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης η Ελληνική
Την ίδια ώρα, πηγές της διοίκησης της Ελληνικής Τράπεζας ανέφεραν στο ΚΥΠΕ ότι εδώ και έξι μήνες ζητούν από τη συντεχνία να έρθει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, ενώ τους εξήγησαν πολλές φορές της σοβαρότητα της κατάστασης και το τι πρέπει να γίνει για να διατηρηθεί η τράπεζα σε βιώσιμη πορεία και να διατηρηθεί σε λογικά επίπεδο ο δείκτης κόστους/εισοδήματος κάτι που αποτελεί και εποπτική απαίτηση.
Όπως αναφέρθηκε, από τη στιγμή που εδώ και έξι μήνες οι συντεχνίες δεν έρχονται να συνομιλήσουν, τότε η τράπεζα έχει δικαίωμα να προχωρήσει σε πλεονασμούς.
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι η υφιστάμενη συλλογική σύμβαση τιμήθηκε και για αυτό στο τέλος Ιανουαρίου έλαβαν οι υπάλληλοι προσαυξήσεις. Όσον αφορά την απόφαση του Υπουργείου, αναφέρθηκε ότι η τράπεζα θα τηρήσει οποιεσδήποτε νομικές υποχρεώσεις, ωστόσο αυτή τη στιγμή ζητούν κάποιες διευκρινήσεις από το Υπουργείο αναφορικά με το ποιους και τι ακριβώς αφορά η απόφαση.
Η Ελληνική κάλεσε τις συντεχνίες σε διαβούλευση ενόψει της υλοποίησης του σχεδίου μετασχηματισμού, o οποίος μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει περαιτέρω κλείσιμο καταστημάτων, αυτοματοποιήσεις των διαδικασιών και ψηφιοποίηση της τράπεζας.
Η κίνηση αυτή ακολουθεί τις δηλώσεις του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή της τράπεζας, Όλιβερ Γκάτζκε στα τέλη Απριλίου, για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η τράπεζα και όλο το τραπεζικό σύστημα σε ό,τι αφορά τη συμπιεσμένη κερδοφορία σε συνδυασμό με το σκέλος των εξόδων.
Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι η τράπεζα προτίθεται να προχωρήσει σε 300 με 350 πλεονασμούς φέτος, λόγω της εφαρμογής του σχεδίου μετασχηματισμού της τράπεζας, που στόχο έχει να εξασφαλίσει ότι η τράπεζα θα παραμείνει ανταγωνιστική σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.