ΚΥΠΕ
Την ανάγκη για στενή συνεργασία μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα με στόχο την επίσπευση της μετάβασης σε μια πράσινη, βιώσιμη και ανταγωνιστική οικονομία στην Κύπρο, τόνισε την Πέμπτη ο Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας Γιώργος Παπαναστασίου σε ενημερωτική εκδήλωση του Παγκύπριο Συνδέσμου Εξοικονόμησης Ενέργειας με τίτλο «Ενεργειακή απόδοση στις επιχειρήσεις: απαιτήσεις και ευκαιρίες χρηματοδότησης».
Στον χαιρετισμό του στην εκδήλωση, ο κ. Παπαναστασίου είπε αρχικά πως το Υπουργείο δίνει μεγάλη έμφαση σε πολιτικές που θα οδηγήσουν στην ταχύτερη μετάβαση της χώρας στην πράσινη οικονομία και κύριο μέλημά είναι με τις πολιτικές αυτές, αλλά και με τα επιμέρους μέτρα που δρομολογεί και εφαρμόζει, να επιτύχει όλους τους εθνικούς στόχους για την ενέργεια, διασφαλίζοντας, παράλληλα, την ευημερία των πολιτών και την ανάπτυξη της οικονομίας.
«Εργαζόμαστε για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, την περαιτέρω αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, τη μείωση του κόστους ενέργειας για όλους τους καταναλωτές, την άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου, την ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού και τη λειτουργία ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς ηλεκτρισμού», είπε.
Ανέφερε πως το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, που θα υποβληθεί την ερχόμενη εβδομάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στοχεύει ακριβώς στο να παράσχει ένα λεπτομερή χάρτη για τη μετάβασή σε ένα ανταγωνιστικό ενεργειακό σύστημα, με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Πρόσθεσε πως μέχρι στιγμής «έχουμε καταφέρει να επιτύχουμε σχεδόν όλους τους ενδιάμεσους στόχους μας. Το 2022 η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας και η κατανάλωση ενέργειας κατά την τελική χρήση ανήλθαν σε 2,48 και 1,82 εκατομμύρια Τόνων Ισοδύναμου Πετρελαίου αντίστοιχα, και συνάδουν με τις αντίστοιχες προβλέψεις που είχαν καθοριστεί στο υφιστάμενο Εθνικό Σχέδιο». «Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν από την Eurostat, το μερίδιο ενέργειας από ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ενέργεια της Κύπρου ανερχόταν στο 20,2% το 2023», είπε.
Ο κ. Υπουργός ανέφερε πως με βάση τον νέο προγραμματισμό, η Κύπρος θα καταφέρει να επιτύχει 33,17% μερίδιο ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας μέχρι το 2030, ενώ η τελική κατανάλωση ενέργειας της χώρας το 2030 δεν θα ξεπεράσει τα 1,8 εκατομμύρια Τόνων Ισοδύναμου Πετρελαίου. Επιπλέον, συνέχισε, θα επιτευχθεί και ο εθνικός υποχρεωτικός στόχος για σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας 349,04 χιλιάδων Τόνων Ισοδύναμου Πετρελαίου κατά την τελική χρήση μέχρι το 2030, με 15,1% του στόχου αυτού να αφορά μέτρα που θα ληφθούν προς όφελος ενεργειακά φτωχών νοικοκυριών και άλλων ευπαθών ομάδων του πληθυσμού.
Ο κ. Παπαναστασίου σημείωσε πως για την επίτευξη των πιο πάνω στόχων θα δοθεί έμφαση στην υλοποίηση πρόσθετων μέτρων, ώστε να βελτιωθεί η ενεργειακή απόδοση στα οικιστικά κτίρια και στα κτίρια των επιχειρήσεων, αφού μεγάλο μέρος του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος ευθύνεται για ένα σημαντικό ποσοστό της κατανάλωσης ενέργειας στην Κύπρο. Παράλληλα, ανέφερε, θα ληφθούν μέτρα που θα μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις και σχετικές διεργασίες.
Ο κ. Παπαναστασίου είπε εξάλλου πως για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στις επιχειρήσεις, το Υπουργείο προκηρύσσει ανά τακτά χρονικά διαστήματα Σχέδια Χορηγιών που στοχεύουν στην παραχώρηση σχετικών κινήτρων. Προς τον σκοπό αυτό, συνέχισε, το Υπουργείο έχει εξασφαλίσει συνολικό κονδύλι €40 εκατομμυρίων στα πλαίσια του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο διατίθεται μέσω του Σχεδίου «Εξοικονομώ – Αναβαθμίζω στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις και Μη Κερδοσκοπικούς Οργανισμούς». Η πρώτη προκήρυξη του Σχεδίου εφαρμόστηκε τη διετία 2022-2023, για συνολικό ποσό χορηγίας που φτάνει τα €16 εκατομμύρια ενώ πρόσφατα ανακοινώθηκε και η δεύτερη πρόσκληση του Σχεδίου, με συνολικό προϋπολογισμό €24 εκατομμυρίων.
Ο Υπουργός σημείωσε πως για τις ανάγκες των Μεγάλων Επιχειρήσεων, το 2024 εφαρμόστηκε, για πρώτη φορά, Σχέδιο Χορηγιών για την Ενεργειακή τους Αναβάθμιση και την Ενίσχυση της Ανταγωνιστικότητάς τους, με συνολικό προϋπολογισμό €17 εκατομμύρια. Από αυτά, επεσήμανε, τουλάχιστον τα €10 εκατομμύρια θα διατεθούν αποκλειστικά σε δαπάνες ενεργειακής αναβάθμισης. Είπε πως για το Σχέδιο η περίοδος υποβολής αιτήσεων ολοκληρώθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, και πως λήφθηκαν συνολικά 31 αιτήσεις, οι οποίες είναι υπό αξιολόγηση.
«Για να πετύχουμε τους κοινούς μας στόχους, επισπεύδοντας τη μετάβαση της χώρας μας σε μια πράσινη, βιώσιμη και ανταγωνιστική οικονομία, αλλά και προωθώντας κατά προτεραιότητα, όπως μας το επιβάλλει και το κοινοτικό κεκτημένο, την ενεργειακή απόδοση, χρειάζεται συντονισμένη και συλλογική προσπάθεια», είπε και τόνισε πως πρέπει να αξιοποιήσουμε με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, να κινητοποιήσουμε περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις, να παρακολουθούμε την πρόοδο των πολιτικών και να αντιδρούμε τάχιστα, εισάγοντας πρόσθετα μέτρα εκεί και όπου χρειάζεται.
«Αυτό όμως που απαιτείται πρωτίστως, είναι η στενή συνεργασία μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα και η παροχή στοχευμένης ενημέρωσης, ώστε να καταφέρουμε να πείσουμε για τα πραγματικά οφέλη», είπε και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι με πρωτοβουλίες όπως τη σημερινή, «θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις όποιες προκλήσεις και να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες που αναφύονται για την περαιτέρω ανάπτυξη της χώρας μας».