ΚΥΠΕ
Δεν πρέπει να διαταραχθεί η ισορροπία με την οποία καταφέρνουμε να κρατάμε την κοινωνία ανοιχτή, είπε η Λέκτορας Παιδιατρικής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου και μέλος της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής (ΣΕΕ) του Υπουργείου Υγείας, Ζωή Δωροθέα Πανά, σημειώνοντας ότι στη συζήτηση για πιθανές χαλαρώσεις πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι διανύουμε ακόμα πανδημικό κύμα, ενώ έχουμε σταθερά αυξημένους δείκτες στα νοσοκομεία.
Σε δηλώσεις της στο ΚΥΠΕ και ερωτηθείσα αν την Τρίτη, κατά τη συνάντηση της ΣΕΕ θα συζητηθούν οποιεσδήποτε πιθανές χαλαρώσεις, η κα. Πανά είπε ότι «βρισκόμαστε σε μια φάση που ενδεχομένως να χρειάζεται να ανασκοπήσουμε τα πρωτόκολλα, τον τακτικό εργαστηριακό έλεγχο και γενικότερα τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η Κύπρος μέσα στο πλαίσιο της ασφάλειας που οφείλουμε να έχουμε, δεδομένου ότι ακόμα διανύουμε ένα πανδημικό κύμα».
Οφείλουμε, ανέφερε, να κάνουμε μια συζήτηση επί του συνόλου και να δούμε τι μπορούμε να απλοποιήσουμε, πως μπορούμε να βοηθήσουμε στον κόσμο που έχει ταλαιπωρηθεί τόσο πολύ και από κοινού να βρούμε μια εναρμόνιση στο πλαίσιο αυτό.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο χορήγησης τέταρτης δόσης, πέραν της συζήτησης για ανοσοκατεσταλμένα άτομα και υπερήλικες που γίνεται στο εξωτερικό, η κ. Πανά είπε ότι για τον γενικό πληθυσμό δεν έχει τεθεί ένα τέτοιο ερώτημα ακόμα.
«Να μην διαταράξουμε την ισορροπία»
«Αυτό που είπαμε την προηγούμενη εβδομάδα ήταν να δούμε λίγο ξανά πως η κατάσταση σταθεροποιείται και ό,τι νεότερο υπάρχει σε σχέση με το στέλεχος που επικρατεί και στην Κύπρο, το Όμικρον» είπε το μέλος της ΣΕΕ.
Η κ. Πανά είπε ότι πρέπει να συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι πρόκειται να αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση «που είναι ιδιαίτερη» καθώς δεν έχει εξαλειφθεί η μετάλλαξη Δέλτα και πάνω στην Δέλτα ήρθε και επικράτησε η Όμικρον. «Ναι μεν βλέπουμε μια σταθεροποίηση αυτή την περίοδο όσον αφορά την επιδημιολογική εικόνα στην κοινότητα, από την άλλη βλέπουμε μια σταθερά αυξημένη πίεση στο κομμάτι των Νοσοκομείων» με τους ενδονοσοκομειακούς δείκτες να είναι ιδιαίτερα αυξημένοι. Και αυτή την ισορροπία της σταθεροποίησης, συνέχισε η κα. Πανά, «δεν πρέπει σε αυτή τη φάση ακόμα, νομίζω, να τη διαταράξουμε».
Παρέπεμψε ακολούθως στην αναφορά αξιολόγησης κινδύνου του ECDC της 27ης Ιανουαρίου όπου αποτυπώνεται το γεγονός ότι «συνεχίζουμε να διανύουμε ένα πανδημικό κύμα της Όμικρον, ότι ναι μεν έχουμε πλέον δεδομένα που δείχνουν ότι το στέλεχος Όμικρον συσχετίζεται με ηπιότερη νόσηση στο γενικό πληθυσμό, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί λόγω της αθρόας διασποράς, ακόμα και αργότερα χρονικά να δούμε μια πίεση από σοβαρή νόσηση και αύξηση της σοβαρής νόσησης κυρίως στα άτομα ηλικίας 60 και άνω».
Άρα, συνέχισε η κα. Πανά, «νομίζω ότι οφείλουμε να κάνουμε μια συζήτηση επί του συνόλου και να δούμε τι μπορούμε να απλοποιήσουμε, πως μπορούμε να βοηθήσουμε στον κόσμο που έχει ταλαιπωρηθεί τόσο πολύ και από κοινού να βρούμε μια εναρμόνιση σε αυτό το πλαίσιο».
Όσον αφορά συγκεκριμένες εισηγήσεις, είπε ότι «οφείλουμε να το συζητήσουμε πάντοτε ως ομάδα, ως Συμβουλευτική Επιτροπή και να υποβάλουμε ουσιαστικά τις συστάσεις μας προς το Υπουργικό». Είπε ακόμη ότι δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων, καθώς «έχουν την μεγάλη εικόνα από όλα τα κράτη μέλη» ενώ σε αυτή τη φάση «το υπέδαφος ανοσοποίησης των κρατών μελών και ο χρόνος, τον οποίο διανύουν σε σχέση με την έξαρση της Όμικρον είναι λίγο διαφορετικός». Εξήγησε ότι σε αυτή τη φάση βλέπουμε μια μικρή απόκλιση στις εθνικές στρατηγικές και μια δυσκολία στην εναρμόνιση ενός πρωτοκόλλου, οπότε «η διαχείριση δεν είναι πάρα πολύ εύκολη».
Σύμφωνα με την κ. Πανά, η κοινή συνισταμένη είναι «συζήτηση για απλοποίηση, εναρμόνιση πρωτοκόλλου, διευκόλυνση του κόσμου» και το μήνυμα είναι ότι «πρέπει να προσαρμοστούμε και να ζήσουμε με τον κορωνοϊό».
«Να μην ξεχνάμε ότι ακόμα διανύουμε πανδημικό κύμα, να μην ξεχνάμε ότι έχουμε σταθερά αυξημένους δείκτες στα νοσοκομεία μας και ότι την ισορροπία αυτή που καταφέρνουμε κρατώντας την κοινωνία ανοικτή, δεν πρέπει πολύ απότομα να την διαταράξουμε, γιατί ακόμα υπάρχουν κάποια κενά γνώσεις ως προς την ουρά της έξαρσης Όμικρον» είπε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, η κα. Πανά εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο αριθμός των μολύνσεων μέσα στην κοινότητα «θα παραμείνει ως ένα διάστημα σχετικά αυξημένος».
«Επειδή ακριβώς υποστηρίζουμε το κομμάτι του εμβολιασμού πάρα πολύ και της ενισχυτικής δόσης, επειδή επίσης ένα ποσοστό ανθρώπων έχει ανοσοποιηθεί και δια μέσου της φυσικής νόσησης, ευελπιστούμε να μην δούμε ούτε το επόμενο διάστημα αναμενόμενα ανάλογη αύξηση στα νοσοκομεία, τα οποία και αυτά προσπαθούν να κρατήσουν τη δική τους ισορροπία», σημείωσε. Όπως ανέφερε, μέχρι στιγμής δεν έχουμε κάποια κατάσταση, η οποία να είναι ακραία.
Ερωτηθείσα αν συζητείται και πιθανότητα να χρειαστεί και μια τέταρτη δόση εμβολίου, η κα. Πανά είπε ότι «για το κομμάτι της τέταρτης δόσης, αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι τρέχουν οι μελέτες και η γνώση και η τεκμηρίωση για το αν και πότε και σε ποιους ενδεχομένως να χρειαστεί».
«Κάποιες συζητήσεις στο εξωτερικό γίνονται μόνο σε αυτή την φάση για τα άτομα τα οποία είναι ανοσοκατεσταλμένα. Εκεί, όμως η τέταρτη δόση δεν είναι ακριβώς ενισχυτική δόση» αλλά «χαρακτηρίζεται ως επιπρόσθετη δόση» είπε. Επομένως υπάρχει μια διαφοροποίηση στο τι εννοούμε όταν λέμε να κάνουμε τέταρτη δόση στους βαριά ανοσοκατεσταλμένους, είπε.
Αναφέρθηκε και στην ξεχωριστή συζήτηση που αφορά κυρίως υπερήλικες με υποκείμενα νοσήματα και δη σε κλειστούς χώρους, όπως είναι οι οίκοι ευγηρίας. Όπως είπε η κα. Πανά, «νομίζω ότι την απόφαση και την αξιολόγηση των δεδομένων θα την συζητήσει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών που έχουμε και εμείς εννοείται πως συνεπικουρούμε σε όλη αυτή τη διαδικασία αξιολόγησης των υπαρχόντων δεδομένων». «Δεν νομίζω ότι για τον γενικό πληθυσμό, για όλους μας, έχει τεθεί ένα τέτοιο ερώτημα ακόμα», κατέληξε.