Του Απόστολου Κουρουπάκη
Το Αρχιεπισκοπικό Ζήτημα ταλάνισε λαό και κλήρο για δέκα ολόκληρα χρόνια την πρώτη κιόλας δεκαετία του 20ού αιώνα, από το 1900 έως το 1910, με αυτό να επηρεάζει την Εκκλησία και τους πολίτες και αργότερα... Διαβάζουμε στην εφημερίδα «Ευαγόρας» την 1η Σεπτεμβρίου 1901: «[...] εις ου τα χείρας [σ.σ. του κυπριακού λαού] ευρίσκονται σήμερον δύο σπουδαιότατα ζητήματα, το Αρχιεπισκοπικόν και αι προσεχείς βουλευτικαί εκλογαί, άτινα στενώς συνδέονται προς αλληλα, διότι εξ αμφοτέρων τούτων εξαρτάται η νίκη της εθνικής μερίδας και η ήττα της αντεθνικής και φίλης της Κυβερνήσεως», σας θυμίζει κάτι...;
Τα γεγονότα
Τα γεγονότα του αρχιεπισκοπικού ζητήματος έχουν συνοπτικά ως εξής: Μετά τον θάνατο του αρχιεπισκόπου Σωφρονίου Γ΄ το 1900 σύμφωνα και με το καταστατικό της Εκκλησίας της Κύπρου τον αντικαταστάτη του θρόνου θα εξέλεγαν οι εκπρόσωποι του ποιμνίου, με την ανάδειξη εκλεκτόρων ανά διαμέρισμα και η ιεραρχία του Θρόνου, δηλαδή οι επίσκοποι Κιτίου, Κυρηνείας, Πάφου. Αυτό στάθηκε αδύνατο μιας και ο Πορφύριος Πάφου είχε αποβιώσει το 1899, χωρίς ακόμα να έχει πληρωθεί η θέση του, χρέη τοποτηρητή εκτελούσε έως τον θάνατό του ο αρχιεπίσκοπος Σωφρόνιος. Έτσι, μετά τον θάνατο και του Σωφρονίου η ανάδειξη νέου αρχιεπισκόπου αποδείχθηκε σταυρόλεξο για πολύ δυνατούς λύτες, αφού στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Κύπρου είχαν απομείνει μόνο δύο μητροπολίτες, ο Κιτίου Κύριλλος Παπαδόπουλος και ο μόλις πριν από ένα έτος ανακηρυχθείς επίσκοπος Κυρηνείας επίσης Κύριλλος Βασιλείου – τα υπόλοιπα μέλη της Ιερά Συνόδου ήταν κληρικοί κατώτερου βαθμού. Την τοποτηρητεία του Θρόνου, τότε ανέλαβε η λεγόμενη «Διοικούσα Σύνοδος» αντί του πρώτου τη τάξει μητροπολίτη Κιτίου Κύριλλο. Ο Κιτίου, τον Μάιο του 1900, αποχώρησε από τη «Διοικούσα Σύνοδο», και έκτοτε σχηματίσθηκαν δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις του χριστεπώνυμου λαού της Κύπρου.
Ο μεν Κιτίου ονομάστηκε Κυριλλάτσος λόγω του ευτραφούς παρουσιαστικού του και ο Κυρηνείας αποκλήθηκε Κυριλλούδι, επειδή ακριβώς ο σωματότυπος του ήταν λεπτεπίλεπτος.
Δύο Κύριλλοι ενδιαφέρονται
Για τη θέση του αρχιεπισκόπου αμέσως έδειξαν ενδιαφέρον οι επίσκοποι Κιτίου Κύριλλος Παπαδόπουλος (1845-1916) και ο επίσκοπος Κυρηνείας Κύριλλος Βασιλείου (1859-1933). Αμέσως ο λαός χωρίστηκε σε δύο στρατόπεδα, στους λεγόμενους «Κιτιακούς» που υποστήριζαν τον πρώτο και οι λεγόμενοι «Κερυναϊκούς» ή «Κυρηναϊκούς» που υποστήριζαν τον δεύτερο. Οι δύο επίσκοποι έλαβαν επίσης προσωνύμια λόγω της σωματικής τους διάπλασης, ο μεν Κιτίου ονομάστηκε Κυριλλάτσος λόγω του ευτραφούς παρουσιαστικού του και ο Κυρηνείας αποκλήθηκε Κυριλλούδι, επειδή ακριβώς ο σωματότυπος του ήταν λεπτεπίλεπτος.
Οι κύριοι υποστηρικτές του Kιτίου Kυρίλλου προέρχονταν από τις τάξεις των επιστημόνων της νέας γενιάς, οι οποίοι είχαν σπουδάσει στα ελληνικά πανεπιστήμια και εκπροσωπούσαν τη λεγόμενη «αδιάλλακτη» μερίδα του πολιτικού κόσμου, ονομασία που τους δόθηκε από τη στάση τους έναντι της βρετανικής διακυβέρνησης και το πώς διεκδικούσαν την Ένωση με την Ελλάδα. Αντίθετα, οι υποστηρικτές του Kυρηνείας προερχόντουσαν από τους παλαιούς συντηρητικούς πολιτευτές της Λευκωσίας, οι οποίοι αποκαλούντο «διαλλακτικοί», λόγω της μετριοπαθούς στάσης τους έναντι των Βρετανών και της αρχής της πολιτικής σύνεσης.
Στον κήπο του εστιατορίου του Κ. Αταλιάνη όταν υποστηρικτές του μητροπολίτη του Κυρηνείας, οι παροντες Λαρνακείς, ένθερμοι υπέρ του Κιτίου, αντέδρασαν.
Η λύση του γόρδιου δεσμού
Οι ταραχές διήρκεσαν για μία δεκαετία και ακόμα και η εμπλοκή του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί πατριαρχίας Ιωακείμ Γ΄ δεν στάθηκε ικανή να κατευνάσει τα πνεύματα. Τελικά, η εκλογή του νέου αρχιεπισκόπου πραγματοποιήθηκε με νομοσχέδιο που ψηφίστηκε από το Νομοθετικό Συμβούλιο, τον Μάιο του 1908, οπότε εστάλησαν από το Πατριαρχείο Aλεξανδρείας οι μητροπολίτες Xαλεπίου Nεκτάριος, Πτολεμαΐδος Mιχαήλ και Aξώμης Xριστοφόρος, οι οποίοι διεξήγαγαν τις εκλογές, απόντων των οπαδών του Kυρηνείας Kυρίλλου. Nέος αρχιεπίσκοπος εξελέγη, όπως αναμενόταν, τον Απρίλιο του 1909, ο από Kιτίου Kύριλλος.
Για τη λύση του γόρδιου δεσμού παρενέβησαν και άλλοι ιεράρχες του Πατριαρχείου Aλεξανδρείας, οι μητροπολίτες Λεοντοπόλεως Σωφρόνιος και Tριπόλεως Mητροφάνης, όπως ο πατριάρχης Ιεροσολύμων και ο πατριάρχης Αντιοχείας. Τελικά, η λύση δόθηκε από έναν εκ των διεκδικητών του θρόνου, τον Κύριλλο Κυρηνείας, ο οποίος παραιτήθηκε του αρχιεπισκοπικού θρόνου υπέρ του μητροπολίτη Κιτίου, προς τον οποίο στο μεταξύ είχε ταχθεί και η πλειονότητα του πληθυσμού της νήσου. Τ0 1910 ο Κιτίου Κύριλλος ανακηρύχθηκε αρχιεπίσκοπος Κύπρου ως Κύριλλος Β΄. Μετά τον θάνατο αυτού, το 1916, ο Κύριλλος Κυρηνείας τον διαδέχθηκε αρχιεπίσκοπος Κύπρου ως Κύριλλος Γ΄.
Ταραχές και διαδηλώσεις
Στις αρχιεπισκοπικές εκλογές του 1900 γινόντουσαν εκλογές εκλεκτόρων, οι οποίοι αργότερα θα ψήφιζαν το πρόσωπο, που θα εκλεγόταν αρχιεπίσκοπος, μαζί με την Ιερά Σύνοδο... Τα πνεύματα δεν άργησαν να ανάψουν σχετικά με το ποιος είναι ο εκλεκτός του λαού... και έπειτα του Αγίου Πνεύματος. Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου (4 Οκτωβρίου 1900) για τις ενστάσεις επί της ψηφοφορίας των εκλεκτόρων αρκετοί υποστηρικτές του Κυρίλλου Κυρηνείας, όπως σημειώνεται στον Τύπο της εποχής και σε αναφορές του διοικητή της Λάρνακας προς τον αρχιγραμματέα, είχαν συγκεντρωθεί σε χώρο στην Αρχιεπισκοπή (3-4 Οκτωβρίου) με σκοπό την πρόκληση επεισοδίων. Όπως γράφουν τα ρεπορτάζ της εποχής στον Τύπο που υποστήριζε τον Κιτίου αρκετοί χωρικοί από τα κοντινά χωριά συγκεντρώθηκαν σε στάβλο της αρχιεπισκοπής και δημιούργησαν σοβαρά επεισόδια. Είχε διοργανωθεί λαμπαδηφορία το βράδυ πριν από τη σύγκληση της Ιεράς Συνόδου και όπως αναφέρει η εφημερίδα Αλήθεια «οι αντίθετοι κατόρθωσαν να συμμαζεύσουν ως έγγιστα τριακοσίους μαγκουροφόρους, αφού εζήτησαν ακόμη επικουρίαν από το Καϊμακλί, Νέον Χωρίον και άλλα, […]». Η φιλοκιτιακή εφημερίδα Νέον Έθνος γράφει για τη λαμπαδηφορία: «Την 9ην περίπου ώρα της νυκτός φωναί και αλαλαγμοί ηκούσθησαν εν ταις οδοίς και πάντες διηρώτων αλλήλους να μάθωσι τι συμβαίνει. Ητο διαδήλωσις, ήτο λαμπαδηφορία! […] ενώ ενομίζομεν ότι θα εβλέπαμε διαδήλωσιν Λευκωσιατών, και μάλιστα εξ των καλητέρων τάξεων, απροσδοκήτως ευρέθημεν απέναντι χωρικών, επί τούτω προσκληθέντων εκ Νέου Χωρίου και άλλων προαστείων της πρωτευούσης. […]». Η διαδήλωση στη συνέχεια προχώρησε προς τη Διεθνή Λέσχη, όπου ο Ε. Μοδινός, ο τρυφερός ποιητής, όπως τον αναφέρει ο συντάκτης του Νέου Κιτίου, έβγαλε λόγο. Η διαδήλωση αφού έκανε διάφορες στάσεις, έφτασε στην οικία του ιατρού Ν. Δέρβη, ο οποίος έβγαλε λόγο, λέγοντας στο πλήθος, αρχίζοντας ως εξής: «Θάρρος Κύριοι: Η Λευκωσία θα κάμη ό,τι θέλει και δεν πρέπει να κάμη η Λάρναξ ό,τι θέλει» και έκλεισε τον πύρινό του λόγο: «Ζήτω η ένωσις της Κύπρου μετά της Ελλάδος. Ζήτω το Νέον Χωρίον».
Στην εφημερίδα Αλήθεια διαβάζουμε για τα γεγονότα της λαμπαδηφορίας ότι ένας γενειοφόρος βγήκε στον εξώστη κάποιας λέσχης και προσφώνησε τους διαδηλωτές, φωνάζοντας συνθήματα υπέρ του Κυρηνείας και από κάτω άλλοι φώναζαν «Ζήτω η Ιερά Σύνοδος! Ζήτω το Νέον Χωρίον». Η εφημερίδα Κύπριος, φιλική προς τον Κυρηνείας, από την πλευρά της δίνει μία μεγαλειώδη εικόνα της διαδήλωσης-λαμπαδηφορίας, σημειώνοντας αυτή διοργανώθηκε εντός μόλις τριών ωρών και κατάφεραν να προσέλθουν διαδηλωτές υπέρ του Κυρηνείας από όλα τα προάστεια της Λευκωσίας, μέχρι το Νέο Χωρίο, «δηλαδή δύωρον και τρίωρον από της Πρωτευούσης απεχόντων».
Σχετικά με τα επεισόδια της Αρχιεπισκοπής από την Αρχιγραμματεία σημειώνεται ότι οι ειδήσεις για τα γεγονότα στην Αρχιεπισκοπή δεν είναι αληθείς και αυτό θα πρέπει να γίνει γνωστό σε όλες τις πόλεις. Ο Τύπος υπέρ του Κυρίλλου Κυρηνείας από την άλλη γράφει ότι ουδεμία επιθετική κίνηση εγένετο εναντίον των υποστηρικτών του Κιτίου ή της συνοδείας του, ο αντίπαλος Τύπος από την άλλη σημείωνε μετ’ επιτάσεως την προκλητικότητα των Κυρηναϊκών. Τα επεισόδια δεν σταμάτησαν στην Αρχιεπισκοπή, αλλά συνεχίστηκαν και στο εστιατόριο/ξενοδοχείου του Κ. Αταλιάνη, στη στοά της Φανερωμένης στην οδό Λήδρας, την επόμενη ημέρα. Όπως διαβάζουμε στον ημερήσιο Τύπο της εποχής και στις αναφορές της Αστυνομίας μερικοί Νιοχωρίτες στις 6 Οκτωβρίου 1900 –ο αριθμός ποικίλει από 25 έως 30– ενώ γευμάτιζαν σε εστιατόριο της οδού Λήδρας ενεπλάκησαν σε αιματηρά γεγονότα, τα οποία οδήγησαν στη σύλληψη μερικών Νιοχωριτών, καθώς και του ιερέα της κοινότητας. Συγκεκριμένα, στον κήπο του εστιατορίου του Κ. Αταλιάνη συνέτρωγαν κάποιοι Νιοχωρίτες, ενώ στην αίθουσα την ίδια στιγμή συζητούσαν κάποιοι Λαρνακείς, υποστηρικτές του μητροπολίτη Κιτίου, και όταν οι πρώτοι έκαναν πρόποση υπέρ του Κυρηνείας, οι Σκαλιώτες αντέδρασαν. Η συμπλοκή ανάμεσα στα μέρη δεν άργησε να έρθει και ο χώρος του εστιατορίου έγινε στίβος μάχης. Σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής υπήρξαν εκατέρωθεν τραυματισμοί, μερικοί εκ των οποίων έτυχαν περίθαλψης στα πέριξ καταστήματα.
«Δόστε τους βρε, δόστε τους!»
Χαρακτηριστικά σημειώνει η εφημερίδα Αλήθεια «υπέρ τους είκοσι Νεοχωρίτας, εν οις και εις λειτουργός του Υψίστου, επετίθεντο κατά πέντε Κιτιακών […] Οι Νεοχωρίται έδωκαν, αλλ’ έφαγον συνάμα ουκ ολίγας!». Η αστυνομία, η οποία έφτασε στο σημείο της συμπλοκής συνέλαβε τους πρωταίτιους, μεταξύ αυτών και τον ιερέα του Νέου Χωρίου. Σύμφωνα με τις έρευνες του Δικαστηρίου, στο οποίο οδηγήθηκαν άπαντες, την αρχή έκαναν οι Λαρνακείς.
Οι ενεργώς αναμειχθέντες, επτά στο σύνολο, από τους είκοσι συλληφθέντες, στον καβγά τιμωρήθηκαν υπό του Δικαστηρίου με επταήμερη φυλάκιση, και οι υπόλοιποι σε πρόστιμο οκτώ σελινίων, και ένας σε πρόστιμο δύο σελινίων. Ο δε ιερέας, ο οποίος δικάστηκε την επομένη τιμωρήθηκε με φυλάκιση. Σύμφωνα με την εφημερίδα Ευαγόρας, ο ιερέας χτύπησε με κοντάρι κάποιον και του έσπασε το χέρι και όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα της εφημερίδας Αλήθεια «Ο Άγιος του Θεού εμάχετο σαν δαίμονας ως ο Σαμψών επετέθη κατά των Φιλισταίων με την σιαγόνα του όνου, και ούτος επετέθη με το κοντάρι του φούρνου, διά του οποίου επλήγωσε δύο ελαφρώς και έθραυσε τον βραχίονα ενός τρίτου».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα ο ιερέας φώναζε: «Δόστε τους βρε, δόστε τους!». Τον θερμόαιμο ιερέα δεν ήταν η πρώτη φορά που τον συλλάμβαναν και όπως χαρακτηριστικά γράφει η Αλήθεια, «Ο Άγιος του Θεού, ο οποίος δεν είναι η πρώτη φορά που έφαγε το ψωμί της φυλακής ως τα πρόσφορα των εγχωρίων του, παρεπέμφη εις το Ποινικόν Δικαστήριον διότι, κατά τας δοθείσας μαρτυρίας, η Αιδεσιμότης του ήτο ο πρωταίτιος της συμπλοκής ταύτης». Να σημειώσουμε ότι ο Κυρηνείας Κύριλλος στις 27 Μαρτίου 1903 προσεκλήθη στο Νέο Χωρίο από τους κατοίκους, όπου έγινε δεκτός με εγκαρδιωτάτη υποδοχή και εκεί ιερούργησε και χειροτόνησε ιερέα για το χωριό. Αυτό πιθανώς να οφείλεται σε αντικατάσταση του καταδικασθέντα ιερέα, στα γεγονότα του εστιατορίου, τον Οκτώβριο του 1900. Για τα επεισόδια ενημερώθηκε και ο μεγάλος αρμοστής, και από την αναφορά της αστυνομίας μαθαίνουμε ότι πέραν των τριάντα Νιοχωριτών ενεπλάκησαν στο εστιατόριο. Σε άλλο τηλεγράφημα ο αρχηγός της Αστυνομίας πληροφορεί τον αρμοστή ότι όλοι οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν αυθημερόν ενώπιον του Δικαστηρίου (Κρατικό Αρχείο Κύπρου, SA1: 2923/1900).
Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ο αρχηγός της Αστυνομίας A.E. Kershaw σε επόμενο τηλεγράφημά του αναφέρει στον αρχιγραμματέα ότι διατυπώθηκαν υπερβολές σχετικά με τα όσα συνέβησαν στο εστιατόριο, κάτι που είχε σημειωθεί και στο προηγούμενο τηλεγράφημα της 17ης Οκτωβρίου 1900 με τη φράση «Telegram much exaggerated no armed peasants coffee house». Στο τηλεγράφημα αυτό αναφέρεται ότι οι εμπλεκόμενοι Νιοχωρίτες ήταν δέκα, και ακόμη πέντε Λαρνακείς και ισάριθμοι Λευκωσιάτες. Όπως τηλεγραφεί ο Kershaw δεν γνωρίζει για ένοπλους χωρικούς (Κρατικό Αρχείο Κύπρου, SA1: 2923/1900). Αυτή τη γνώμη έχουν και οι αρχές του τόπου, αφού σημειώνεται σε σχετικές εκθέσεις της αστυνομίας και του επάρχου ότι οποιαδήποτε προβλήματα παρουσιάστηκαν αυτά αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία. Η εμπλοκή των Βρετανών στα τεκταινόμενα σε πρώτη φάση αποσκοπούσε απλώς στη διατήρηση της τάξης, ενώ σε κατοπινό χρόνο η εμπλοκή ήταν και πολιτική.