Οι ανώτεροι σύμβουλοι του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, Μπρετ ΜακΓκερκ και Εϊμος Χόχσταϊν, αναμένεται να φτάσουν σήμερα, Τετάρτη, στο Ισραήλ για συνάντηση με τον πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου και άλλους κορυφαίους Ισραηλινούς αξιωματούχους.
Στο επίκεντρο των συζητήσεων θα βρεθεί το ενδεχόμενο κατάπαυσης του πυρός μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ στον Λίβανο.
Σύμφωνα με αναφορές σε αμερικανικά και ισραηλινά Μέσα, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ θα παρουσιάσουν επίσημη πρόταση κατάπαυσης του πυρός, σε μία προσπάθεια να υπάρξει συμφωνία, η οποία θα μπορούσε να οριστικοποιηθεί εντός εβδομάδων.
Ωστόσο, ο Νετανιάχου συγκάλεσε ήδη από χθες, Τρίτη, το βράδυ συνάντηση, με συμμετοχή αξιωματούχων Αμυνας και μελών του υπουργικού συμβουλίου, προκειμένου να «ζυγίσει» ενδεχόμενο κατάπαυσης του πυρός στον Λίβανο αλλά και στη Γάζα.
Τι περιλαμβάνει το σχέδιο – Οι πρώτες αντιδράσεις στο Ισραήλ
Η νέα πρωτοβουλία για εκεχειρία από την κυβέρνηση Μπάιντεν, υπό την ηγεσία του απεσταλμένου των ΗΠΑ, Χόχσταϊν, σηματοδοτεί την ένταση των προσπαθειών της Ουάσιγκτον για διπλωματική λύση, πριν από τις αμερικανικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
Οι διαμεσολαβητές των ΗΠΑ επεξεργάζονται πρόταση για τον τερματισμό των εχθροπραξιών μεταξύ του ισραηλινού στρατού και της Χεζμπολάχ, ξεκινώντας με κατάπαυση του πυρός 60 ημερών, δήλωσαν στο Reuters δύο πηγές με γνώση των συνομιλιών.
Οι πηγές – άτομο που ενημερώθηκε για τις συνομιλίες και ανώτερος διπλωμάτης που εργάζεται για τον Λίβανο – ανέφεραν ότι η δίμηνη περίοδος θα χρησιμοποιηθεί για την οριστικοποίηση της πλήρους εφαρμογής της απόφασης 1701 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, που εγκρίθηκε το 2006 και προβλέπει ότι στον νότιο Λίβανο επιτρέπονται μόνο τα όπλα που ανήκουν στον λιβανέζικο στρατό.
Σύμφωνα με αναφορές στα ισραηλινά Μέσα, Ισραηλινοί αξιωματούχοι επεξεργάζονται σχέδιο συμφωνίας που προβλέπει απόσυρση των δυνάμεων της Χεζμπολάχ στα βόρεια του ποταμού Λιτάνι, ενίσχυση του λιβανέζικου στρατού με διεθνείς δυνάμεις (εν μέρει με βρετανική εκπαίδευση), ενίσχυση της προσωρινής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στον Λίβανο και δημιουργία ενός διεθνούς μηχανισμού επιβολής.
Ανώτεροι αξιωματούχοι του ισραηλινού στρατού, μιλώντας στη Haaretz, έκαναν λόγο για πρόταση «πολύ καλύτερη από το ψήφισμα 1701 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο τερμάτισε τον Δεύτερο Πόλεμο του Λιβάνου».
Σύμφωνα επίσης με τη Haaretz, η ισραηλινή ηγεσία του τομέα της Αμυνας, περιλαμβανομένου του υπουργού, Γιόαβ Γκάλαντ, συμφωνεί ότι, δεδομένων των επιτευγμάτων του Ισραήλ και για να αποφευχθεί η εμπλοκή, το Ισραήλ θα πρέπει να επιδιώξει να τερματίσει τις μάχες και στα δύο μέτωπα (σε Λίβανο και σε Γάζα), ώστε να εξασφαλίσει την απελευθέρωση των ομήρων.
Εκτιμούν, δε, πως ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας και στον Λίβανο έχει σχεδόν «εξαντλήσει» το όριό του, καθώς και ότι το μέγεθος της ζημιάς για τη Χεζμπολάχ και τη Χαμάς, και πρόσφατα επίσης για το Ιράν, δημιουργεί ευκαιρία για διπλωματική διευθέτηση. Μία συμφωνία ωστόσο θα απαιτήσει οδυνηρές παραχωρήσεις και από το Ισραήλ, και εξαρτάται από τη βούληση του Μπέντζαμιν Νετανιάχου.
Κορυφαίοι στρατιωτικοί ισχυρίζονται ότι είναι δύσκολο να αξιολογήσουν τις προθέσεις του πρωθυπουργού, του οποίου οι δημόσιες δηλώσεις και οι αντίστοιχες σε συζητήσεις κεκλεισμένων των θυρών βρίθουν αντιφατικών ενδείξεων.
Τι έχει αλλάξει στο Ισραήλ έπειτα από πάνω από έναν χρόνο πολέμου
Τη Δευτέρα, το Channel 12 μετέδωσε ηχογραφημένες δηλώσεις του Νετανιάχου στην κοινοβουλευτική ομάδα του Λικούντ, στην Κνεσέτ (ισραλινό κοινοβούλιο) εκείνη την ημέρα σχετικά με συμφωνία για τους ομήρους. «Κάθε φορά που διαφαίνεται έστω και η παραμικρή ευκαιρία για προώθηση συμφωνίας (στην περίπτωση αυτή, τα ταξίδια των επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας της Μοσάντ και της Σιν Μπετ στην Αίγυπτο και στο Κατάρ και αόριστη αιγυπτιακή πρόταση για την απελευθέρωση ομήρων με αντάλλαγμα σύντομη κατάπαυση του πυρός), ο πρωθυπουργός φροντίζει να την εξαλείψει αμέσως, μέσω διαρροών ή ηχογραφήσεων», όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος της Haaretz, Αμος Χαρέλ.
Αυτή τη φορά, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ανέφερε ότι θα απέρριπτε οποιαδήποτε συμφωνία που δεν επιτρέπει στον ισραηλινό στρατό να επιστρέψει στις μάχες στη Λωρίδα της Γάζας.
Ωστόσο, ο φόβος, καθώς και η πίεση για τις ζωές των ομήρων έχουν αυξηθεί πολύ. Κάθε δέκα ημέρες κατά μέσο όρο, ένας όμηρος πεθαίνει, προειδοποίησε το υπουργικό συμβούλιο αξιωματούχος που εμπλέκεται στο θέμα. Η πιθανότητα επιτυχημένων επιχειρήσεων διάσωσης έχει επίσης μειωθεί σημαντικά, αφού η Χαμάς διέταξε να εκτελούνται αμέσως οι όμηροι όποτε εντοπίζεται κίνηση από ισραηλινές δυνάμεις σε κοντινή απόσταση.
Επιπλέον, η διαπραγματευτική ισχύς των κορυφαίων στρατιωτικών αξιωματούχων στις συζητήσεις και στις συχνές διαφωνίες τους με τον Νετανιάχου έχει ενισχυθεί μετά τις επιτυχίες τους έναντι της Χεζμπολάχ και της Χαμάς και μετά τις αεροπορικές επιδρομές στο Ιράν το Σάββατο, όπως σημειώνει η Haaretz.
Ισραηλινοί και Αμερικανοί αξιωματούχοι εκτιμούν ακόμη ότι η Χεζμπολάχ είναι πλέον πρόθυμη να αποσυνδεθεί από τη Χαμάς στη Γάζα έπειτα από τα χτυπήματα των τελευταίων δύο μηνών και τη δολοφονία του ηγέτη της Χασάν Νασράλα, σύμφωνα με τον αμερικανικό ειδησεογραφικό ιστότοπο Axios.
Αλλωστε, λίγες ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, το Ισραήλ θα μπορούσε να περιμένει προκειμένου να επαναδιαπραγματευτεί με καλύτερους όρους, σε περίπτωση που οι κάλπες αναδείξουν νικητή τον Ντόναλντ Τραμπ.
Σε μία παράλληλη εξέλιξη, πάντως, η ισραηλινή υπηρεσία ασφαλείας Σιν Μπετ ανακοίνωσε σήμερα τον διορισμό νέου υπαρχηγού, ο οποίος επιλέγεται από τον επικεφαλής της υπηρεσίας και εγκρίνεται από τον πρωθυπουργό.
Ο νέος υπαρχηγός, ο οποίος αναφέρεται ως «Σιν», 52 ετών, έχει υπάρξει επικεφαλής των τμημάτων της υπηρεσίας που ασχολούνται με την έρευνα και την αποτροπή τρομοκρατικών επιθέσεων στη βόρεια Δυτική Οχθη και την αντικατασκοπεία. Διοικούσε τον κλάδο επιχειρήσεων τα τελευταία τρία χρόνια.
Προειδοποίηση των ΗΠΑ προς το Ισραήλ για συνέπειες
Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, μέχρι στιγμής, δεν έχει σχολιάσει τις αναφορές για την πρόταση εκεχειρίας. Αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες κάλεσαν το Ισραήλ να δώσει εξηγήσεις για το «τρομακτικό» χτύπημα στη βόρεια Γάζα, δήλωσε χθες ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μάθιου Μίλερ, έπειτα από την επίθεση σε κτίριο κατοικιών στο οποίο σκοτώθηκαν τουλάχιστον 93 Παλαιστίνιοι.
Δεκάδες άλλοι τραυματίστηκαν από επίθεση στην πόλη Μπέιτ Λαχίγια, ανακοίνωσε το υπουργείο Υγείας της Γάζας.
Ο Μίλερ ανέφερε ότι δεν μπορούσε να μιλήσει για συγκεκριμένο αριθμό νεκρών, τονίζοντας πως οι ΗΠΑ αναζητούσαν περισσότερες πληροφορίες. Εκανε ακόμη λόγο για ένα «τρομακτικό περιστατικό με τρομακτικό αποτέλεσμα».
Η Ουάσιγκτον επικοινώνησε με Ισραηλινούς αξιωματούχους και κατέστησε σαφές ότι επιδίωκε να μάθει τι ακριβώς συνέβη, καθώς και τις συνθήκες υπό τις οποίες το Ισραήλ είχε ένα αποτέλεσμα που προκάλεσε, σύμφωνα με αναφορές, τον θάνατο δεκάδων παιδιών.
Το περιστατικό αποτέλεσε υπενθύμιση του γιατί οι ΗΠΑ επιδιώκουν κατάπαυση του πυρός, όπως ανέφερε ο Μίλερ, υποστηρίζοντας ότι αυτό θα ήταν προς το συμφέρον του Ισραήλ.
«Είναι εξαιρετικά σημαντικό… το Ισραήλ να στοχεύσει στη μεγαλύτερη στρατηγική επιτυχία και να αναζητήσει τρόπο ώστε να τερματίσει αυτή την εκστρατεία φέρνοντας τους ομήρους ασφαλείς στο σπίτι και όχι απλώς να συνεχίσει μία ατέρμονη, αέναη σύγκρουση», πρόσθεσε.
Επιπλέον, η κυβέρνηση Μπάιντεν, έστειλε πρόσφατα επιστολή στο Ισραήλ καλώντας το να λάβει μέτρα, εντός 30 ημερών, για να βελτιώσει την ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα, διαφορετικά θα βρεθεί αντιμέτωπο με περιορισμούς στη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν δει μέχρι στιγμής αρκετή πρόοδο στα σημεία που αναφέρονται στην επιστολή, προειδοποίησε ο Μίλερ.
Η Ουάσιγκτον είναι «βαθιά προβληματισμένη» και για τη νομοθεσία που ψήφισε το Ισραήλ τη Δευτέρα, η οποία θέτει εκτός νόμου την υπηρεσία αρωγής του ΟΗΕ, UNRWA, τόνισε ακόμη ο Μίλερ, προειδοποιώντας επίσης το Ισραήλ για συνέπειες εάν η εν λόγω νομοθεσία εφαρμοστεί.
Επέκταση του πεδίου των μαχών και νέα εντολή εκκένωσης
Οι τελευταίες προσπάθειες για εκεχειρία έρχονται, τη στιγμή που η επιχείρηση του Ισραήλ στον Λίβανο επεκτείνεται. Ο ισραηλινός στρατός εξέδωσε νωρίτερα σήμερα Τετάρτη εντολή εκκένωσης που αφορούσε την ανατολική πόλη Μπάαλμπεκ, όπου διέμεναν δεκάδες χιλιάδες Λιβανέζοι, συμπεριλαμβανομένων πολλών που είχαν εγκαταλείψει άλλες περιοχές.
Επειτα από τέτοιες ανακοινώσεις, συνήθως ακολουθούν βομβαρδισμοί. Οι κάτοικοι άρχισαν να εγκαταλείπουν την πόλη, ενώ άλλοι έμειναν πίσω, εκτιμώντας ότι δεν υπάρχει ασφαλές καταφύγιο στη χώρα, δήλωσε στο Reuters ο πρώην δήμαρχος Φουάντ Μπαλούκ.
Παράλληλα, για τρίτη συνεχόμενη ημέρα, η Χεζμπολάχ ανέφερε σκληρές μάχες με τις ισραηλινές δυνάμεις στον νότιο Λίβανο.
Με πληροφορίες από Reuters, HAARETZ