Εξω από το παιδιατρικό νοσοκομείο του Κιέβου που επλήγη από τη Ρωσία, μια ανθρώπινη αλυσίδα από εκατοντάδες ανθρώπους σχηματίστηκε αυθόρμητα, για να βοηθήσει τα σωστικά συνεργεία να απομακρύνουν τα χαλάσματα και να εντοπίσουν τυχόν επιζώντες.
Κάτοικοι της συνοικίας, τραυματιοφορείς, στρατιώτες και γιατροί, κάποιοι με αιματοβαμμένες νοσοκομειακές στολές, βρέθηκαν όλοι εκεί μετά την επίθεση που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον δύο ανθρώπους στο νοσοκομείο Οχμαντίτ, ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης.
«Οι εγκαταστάσεις καταστράφηκαν. Σε αυτό το στάδιο είναι μάλλον αδύνατον να εργαστούμε εδώ», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ολεξάντρ, ένας γιατρός.
Τουλάχιστον 36 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε όλη την Ουκρανία από τις ρωσικές επιδρομές κατά τη διάρκεια της ημέρας
Ο Πάβλο Γκολόβι, ένας 37χρονος οικογενειάρχης, έσπευσε στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο γιος του, ο Βιατσεσλάβ, ηλικίας μόλις 3 ετών. Αποσβολωμένος, βρήκε το κτίριο κατεστραμμένο, με καπνό να υψώνεται από τα συντρίμμια. Κατά τύχη, ο γιος και η σύζυγός του δεν έπαθαν το παραμικρό. Σύμφωνα με τις υπηρεσίες πρώτων βοηθειών της Ουκρανίας, τουλάχιστον δυο γιατροί σκοτώθηκαν και άλλοι επτά άνθρωποι τραυματίστηκαν – μεταξύ αυτών είναι και δύο παιδιά.
«Για μένα προείχε να δω τη γυναίκα και το παιδί μου, δεν πρόσεξα τίποτα άλλο», είπε ο Πάβλο.
Αφού ήχησαν οι αντιαεροπορικές σειρήνες, το πρωί, ασθενείς, γιατροί, νοσηλευτές και συνοδοί κατέφυγαν για ασφάλεια στο υπόγειο του κτιρίου. Στη συνέχεια «ακούσαμε έναν τεράστιο κρότο και το ταβάνι του υπογείου κατέρρευσε εν μέρει», αφηγήθηκε η Νατάλια Σβίντλερ, 40 ετών, ο γιος της οποίας, ο Ιλία, επρόκειτο να χειρουργηθεί αυτήν την εβδομάδα. «Ολοι φοβήθηκαν, φυσικά. Ολοι άρχισαν να κλαίνε και να τρέχουν», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με το Κίεβο, το νοσοκομείο χτυπήθηκε από ρωσικό πύραυλο πλεύσης, ωστόσο ο ρωσικός στρατός υποστηρίζει ότι οι ζημιές προκλήθηκαν από την πτώση ενός ουκρανικού αντιαεροπορικού πυραύλου.
«Πάντα νομίζαμε ότι το Οχμαντίτ ήταν προστατευμένο. Ημασταν 100% βέβαιοι ότι (οι Ρώσοι) δεν θα χτυπούσαν εδώ», σχολίασε η 68χρονη Νίνα, που εργάζεται στο νοσοκομείο. «Καλύτερα να με σκότωναν! Εγώ έχω ήδη ζήσει! Γιατί τα παιδιά;» αναρωτήθηκε, με απελπισία.
Μέσα στο κτίριο, σπασμένα τζάμια και κηλίδες αίματος διακρίνονται στο πάτωμα. Ενας διασώστης πετά από το παράθυρο ένα ροζ σακίδιο ενώ άλλοι βγάζουν έξω μεγάλα κομμάτια μπετόν για να ανοίξουν δρόμο.
Στην πρασιά απ’ έξω κείτεται η σορός ενός ενήλικα, καλυμμένη με μια κουβέρτα. Μια νοσηλεύτρια και ένας αστυνομικός προσπαθούν να ταυτοποιήσουν τον νεκρό.
Λίγα λεπτά αργότερα, ακούγεται άλλη μια έκρηξη, ένδειξη ότι η απειλή δεν έχει περάσει.
Διασώστες και κάτοικοι αφήνουν το έργο τους και σπεύδουν στο καταφύγιο. Οι δημοτικές αρχές ανακοίνωσαν ότι επλήγη και δεύτερο νοσοκομείο, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον τέσσερις άνθρωποι.