ΠΗΓΗ: Reuters
Μειώνονται οι ελπίδες για εκτόνωση των εκρηκτικών εντάσεων στη Μέση Ανατολή, καθώς το Ιράν απέρριψε τις συντονισμένες εκκλήσεις των μεγάλων δυτικών δυνάμεων να ακυρώσει τα σχέδια εκτεταμένων αντιποίνων εις βάρος του Ισραήλ για την πρόσφατη δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια στην Τεχεράνη. Παράλληλα, παραμένει αμφίβολο αν θα ξεκινήσει αύριο νέος γύρος διαπραγματεύσεων για την ειρήνευση στη Γάζα, όπως είχε προαναγγελθεί από τους διεθνείς μεσολαβητές, καθώς η Χαμάς θέτει σκληρούς όρους για τη συμμετοχή της.
Αργά το βράδυ της Δευτέρας ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Ιρανό πρόεδρο Μασούντ Πεζεσκιάν. Οπως ανακοίνωσε η Ντάουνινγκ Στριτ, ο Στάρμερ εξέφρασε τη βαθιά ανησυχία του για την κατάσταση στην περιοχή και απηύθυνε έκκληση στο Ιράν να μην επιτεθεί στο Ισραήλ, τονίζοντας ότι ένας ανοιχτός πόλεμος μεταξύ των δύο κρατών δεν θα ωφελούσε κανέναν. Οπως γνωστοποίησε όμως το ιρανικό πρακτορείο ειδήσεων IRNA, ο Πεζεσκιάν απάντησε ότι η τιμωρία του επιτιθέμενου, δηλαδή του Ισραήλ, αποτελεί «αναφαίρετο δικαίωμα κάθε έθνους και μέσο για την αποτροπή μελλοντικών εγκλημάτων και επιθέσεων». Επιπλέον καυτηρίασε τη «σιωπή της Δύσης» για τα «άνευ προηγουμένου απάνθρωπα εγκλήματα» των Ισραηλινών στη Γάζα, υποστηρίζοντας ότι συνιστούν «ανεύθυνη στάση», που ενθαρρύνει την ισραηλινή επιθετικότητα και θέτει σε κίνδυνο την περιφερειακή ασφάλεια.
Πρόκληση του ακροδεξιού υπουργού του Ισραήλ Μπεν-Γκβιρ, καθώς προσευχήθηκε με 2.500 φανατικούς εβραίους στο Αλ Ακσα
Στο ίδιο μήκος κύματος, το ιρανικό υπουργείο Εξωτερικών απέρριψε χθες την κοινή επιστολή των ηγετών της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, της Γερμανίας Ολαφ Σολτς και της Βρετανίας Κιρ Στάρμερ, που ζητούσαν από την Τεχεράνη να αποφύγει απαντητικά πλήγματα κατά του Ισραήλ. «Παρόμοιες εκκλήσεις στερούνται πολιτικής λογικής, βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με το διεθνές δίκαιο και συνιστούν υπερβολικές αξιώσεις», σχολίασε ο εκπρόσωπος Τύπου του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών Νασέρ Κανανί. Πρόσθεσε δε, ότι το Ιράν δεν χρειάζεται την άδεια καμιάς ξένης δύναμης για τον τρόπο με τον οποίο θα απαντήσει στη δολοφονία του Ισμαήλ Χανίγια.
Επικαλούμενο τρεις Ιρανούς αξιωματούχους που μίλησαν με την προϋπόθεση να διατηρηθεί η ανωνυμία τους, το πρακτορείο Reuters αναφέρει ότι μόνο μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα θα μπορούσε να οδηγήσει την Τεχεράνη σε αναστολή των αντιποίνων κατά του Ισραήλ. Μια από αυτές τις πηγές ανέφερε ότι τόσο το Ιράν όσο και η σιιτική οργάνωση του Λιβάνου Χεζμπολάχ θα εξαπολύσουν επιθέσεις αν οι διαπραγματεύσεις για την εκεχειρία στη Γάζα καταρρεύσουν ή αν εκτιμηθεί ότι το Ισραήλ τις χρησιμοποιεί απλώς ως προπέτασμα καπνού για να κερδίσει χρόνο. Από το ρεπορτάζ δεν ήταν σαφές, ωστόσο, για πόσο χρονικό διάστημα είναι διατεθειμένη να περιμένει η ιρανική ηγεσία μέχρις ότου εξαπολύσει πλήγματα εναντίον του Ισραήλ.
Στην Ουάσιγκτον, ο εκπρόσωπος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζον Κίρμπι, εκτίμησε ότι «κάτι θα μπορούσε να συμβεί ακόμη και στη διάρκεια αυτής της εβδομάδας από το Ιράν και τους συμμάχους του. Αυτή είναι η εκτίμηση τόσο των ΗΠΑ όσο και του Ισραήλ. Αν εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, προφανώς μπορεί να υπάρξει επίδραση στις συνομιλίες για εκεχειρία που θα θέλαμε να αρχίσουν την Πέμπτη». Την περασμένη εβδομάδα οι ηγέτες της Αιγύπτου, των ΗΠΑ και του Κατάρ είχαν αναγγείλει νέο γύρο διαπραγματεύσεων στο Κάιρο ή την Ντόχα, αρχής γενομένης από την 15η Αυγούστου. Πάντως αργά χθες το αμερικανικό Κογκρέσο ενέκρινε οπλική βοήθεια προς το Ισραήλ ύψους μεγαλύτερου των 20 δισ. δολαρίων. Στο πακέτο περιλαμβάνονται πύραυλοι αέρος-αέρος, μαχητικά αεροσκάφη F-15, βλήματα για τεθωρακισμένα και οχήματα μάχης.
Μέχρι χθες το βράδυ, όμως, η συμμετοχή της Χαμάς στις εν λόγω διαπραγματεύσεις παρέμενε αμφίβολη. Αξιωματούχος της παλαιστινιακής οργάνωσης δήλωσε στο CNN ότι οι πληροφορίες που προεξοφλούσαν τη συμμετοχή της στον νέο κύκλο διαβουλεύσεων είναι εσφαλμένες. Ρεπορτάζ της Wall Street Journal, που επικαλούνταν κύκλους των διαπραγματευτών, ανέφερε ότι ο αρχηγός της Χαμάς, Γιαχία Σινουάρ, απαιτεί από το Ισραήλ να αναστείλει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις στη Γάζα ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή της οργάνωσης στις συνομιλίες. Ωστόσο, η αμερικανική εφημερίδα εκτιμά ότι δεν υπάρχει περίπτωση ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου να δεχθεί παρόμοια αξίωση. «Οι Ιρανοί ουδέποτε υπέτασσαν τη στρατηγική και τις πολιτικές τους στις ανάγκες συμμάχων ή προστατευομένων τους. Η επίθεση (των Ιρανών) είναι πιθανή, σχεδόν αναπόδραστη, αλλά δεν γνωρίζω τι έκταση θα έχει και πότε θα εκδηλωθεί», εκτιμούσε ο Μεΐρ Λιτβάκ, ειδικός για θέματα του Ιράν από το Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ.
Καθώς η άμμος φαίνεται να εξαντλείται στην κλεψύδρα της διεθνούς διπλωματίας, ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αγκυρα ζήτησε από την Τουρκία και τους άλλους συμμάχους των ΗΠΑ να πράξουν το παν προκειμένου να πιεστεί η Τεχεράνη να αποκλιμακώσει τις εντάσεις. «Κάνουν ό,τι μπορούν για να εξασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρξει κλιμάκωση και μοιάζουν περισσότερο αισιόδοξοι από μας ότι όντως μπορεί να μην υπάρξει κλιμάκωση», δήλωσε για τους Τούρκους συνομιλητές του ο Αμερικανός διπλωμάτης.
Καινούργιες φωτιές στα παλαιστινιακά εδάφη άναψε ο ακροδεξιός υπουργός Εθνικής Ασφαλείας του Ισραήλ, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ. Εποικος στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη και γνωστός για τις επανειλημμένες προκλήσεις του, ο Μπεν-Γκβιρ βρέθηκε χθες το πρωί μαζί με άλλους 2.500 φανατικούς Εβραίους στην πλατεία των Τζαμιών στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ, όπου βρίσκεται το τέμενος Αλ Ακσα, ο τρίτος ιερότερος χώρος για τους μουσουλμάνους όλου του κόσμου. Εκεί προσευχήθηκαν, χόρεψαν και ύψωσαν την ισραηλινή σημαία, παραβιάζοντας το status quo, που επιτρέπει στους Εβραίους να επισκέπτονται τον χώρο, αλλά όχι να προσεύχονται ή να προβαίνουν σε άλλες θρησκευτικές ή πολιτικές χειρονομίες. Το γραφείο του Μπέντζαμιν Νετανιάχου επέπληξε τον Μπεν-Γκβιρ, υπενθυμίζοντάς του ότι δεν έχει δικαίωμα να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για ένα ευαίσθητο ζήτημα, για το οποίο αποφασίζουν η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός της. Την κίνηση του Μπεν-Γκβιρ καταδίκασαν η Ε.Ε. με ανάρτηση του επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοσέπ Μπορέλ, οι ΗΠΑ που ανέφεραν ότι η προσευχή με επικεφαλής τον υπουργό ήταν «απαράδεκτη», αλλά και ο ΟΗΕ που τη χαρακτήρισε «ανώφελη πρόκληση».