ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ισραήλ… η επόμενη μέρα – Πολίτες και αναλυτές μιλούν στην «Κ»

Οι Συμπληγάδες του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, οι υποσχέσεις στους ακροδεξιούς εταίρους του, η –προσωρινή– νίκη των διαδηλωτών και η άποψη Ισραηλινών δημοσιογράφων και αναλυτών για τα πιθανά σενάρια

Δημήτρης Αθηνάκης

Η επόμενη μέρα βρίσκει τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου στριμωγμένο ανάμεσα σε δύο Συμπληγάδες – των ακροδεξιών του κυβερνητικών εταίρων και των Ισραηλινών πολιτών που δήλωσαν ότι θα συνεχίσουν να βγαίνουν στους δρόμους έως ότου το νομοσχέδιο –στην παρούσα μορφή του τουλάχιστον– περιέλθει διά παντός στην πολιτική λήθη. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, όμως, είναι γνωστό τοις πάσι ότι είναι πολιτικός μάγος, όπως λέει ο Πάτρικ Κίνγκσλι, ανταποκριτής των New York Times στην Ιερουσαλήμ. Ένας μάγος που μπορεί να ξεφύγει από κάθε δύσκολη θέση, συχνά παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως μετριοπαθή που μπορεί να βρει τη μέση λύση. Είναι όμως έτσι πλέον;

«Νομίζω ότι η απόφαση του πρωθυπουργού για την αναβολή της νομοθεσίας είναι καταρχάς ένα απαραίτητο και κρίσιμο βήμα».

Η χθεσινή ημέρα βρήκε, από τη μια μεριά, τουλάχιστον 600.000 Ισραηλινούς στους δρόμους και τη χώρα σε απεργιακό «πάγο» – μέχρι και οι εργαζόμενοι σε ισραηλινές πρεσβείες ανά τον κόσμο έκαναν στάση εργασίας, με τον γενικό πρόξενο στη Νέα Υόρκη να υποβάλει την παραίτησή του. Δημόσιος και ιδιωτικός τομέας –από νοσοκομεία και σχολεία μέχρι βιομηχανίες τεχνολογίας και τα… McDonald’s– σταμάτησαν ξαφνικά να δουλεύουν, μετά και το κάλεσμα του μέχρι πρότινος «ουδέτερου» Αρνον Μπαρ-Νταβίντ, επικεφαλής της μεγαλύτερης εργατικής ένωσης του Ισραήλ, Histadrut.

Μάλιστα, η συμμετοχή της Histadrut έπαιξε κρίσιμο ρόλο στη χθεσινή απόφαση Νετανιάχου. «Η πίεση της Histadrut, η παράλυση του κράτους χθες, η αντίθεση χιλιάδων πολιτών ήταν σημαντικοί παράγοντες. Βέβαια, ο πρωθυπουργός απλώς κερδίζει χρόνο, προσβλέποντας στην υποχώρηση των διαμαρτυριών», λέει στην «Κ» ο Χαγκάι Ματάρ, δημοσιογράφος και μέλος της Ενωσης Δημοσιογράφων του Ισραήλ.

Από την άλλη, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός είχε να αντιμετωπίσει την Ακροδεξιά, με την οποία συνεργάζεται. Ο υπουργός Εθνικής Ασφαλείας Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, ηγέτης του υπερσυντηρητικού κόμματος Εβραϊκή Δύναμη, απείλησε χθες να διαλύσει τον κυβερνητικό συνασπισμό αν ο πρωθυπουργός υποχωρήσει στην «αναρχία». Ο Σίμτσα Ρόθμαν, πρόεδρος της επιτροπής Δικαιοσύνης της Κνεσέτ, καλούσε τους φιλοκυβερνητικούς οπαδούς σε αντιδιαδήλωση, ο υπουργός Οικονομικών Νιρ Μπακάτ, που ανήκει στο Λικούντ του Νετανιάχου, ζήτησε από τους βουλευτές της συμπολίτευσης να στοιχιστούν πίσω από τον πρωθυπουργό.

Μέσα σε όλα αυτά, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ένας από τους πιο αποτελεσματικούς πολιτικούς επικοινωνιολόγους στον κόσμο –όπως λέει ο Πάτρικ Κίνγκσλι– που συχνά δημοσιεύει άμεσα ένα καλοστημένο βίντεο ή μια αιχμηρή δήλωση, μέχρι τις 6 το απόγευμα είχε δημοσιεύσει μόνο ένα λιτό δημόσιο σχόλιο, στο Twitter, καλώντας τους διαδηλωτές «να μην ενεργήσουν βίαια».

«Είναι ο μάγος που πάντα βγάζει έναν λαγό από το καπέλο του», δήλωσε στους ΝΥΤ ο Ανσελ Πφέφερ, βιογράφος του Νετανιάχου, προσθέτοντας: «Πλέον καθίσταται όλο και πιο δύσκολο για εκείνον να βρει λαγούς».

Ο Πάτρικ Κίνγκσλι θεωρεί ότι η κοινωνική κρίση που προέκυψε τις τελευταίες ημέρες θα απορροφήσει τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου και θα τον αποσπάσει από τις μακροπρόθεσμες προτεραιότητες, όπως η ενίσχυση των διπλωματικών δεσμών του Ισραήλ με τον αραβικό κόσμο και η συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την καταπολέμηση της απειλής του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Και για πολλούς, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει ήδη χάσει κάτι: τη φήμη του ως εκείνου που εγγυάται τη σταθερότητα και την ασφάλεια του Ισραήλ.

Εξάλλου, χθεσινή δημοσκόπηση του Kan, της ισραηλινής δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, έδειξε, για πρώτη φορά, ότι περισσότεροι Ισραηλινοί δήλωσαν ότι θα προτιμούσαν να ηγείται ο Μπένι Γκαντζ, βουλευτής της κεντρώας αντιπολίτευσης και πρώην υπουργός Αμυνας.

Οι δύο «υποχρεώσεις» του Νετανιάχου

Με… τους λαγούς σε έλλειψη, όμως, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός υποχρεώθηκε χθες να βρει μια άμεση μέση λύση, αλλά με το βλέμμα στη διατήρηση της εξουσίας και του προσώρας συμπαγούς συνασπισμού του. Αποκάλεσε «εξτρεμιστές» τούς επί 12 εβδομάδες διαδηλωτές, που ήθελαν να οδηγήσουν τη χώρα σε «εμφύλιο πόλεμο», παρουσιάζοντας εαυτόν ως τον σωτήρα από τα χειρότερα. Ήταν η πρώτη κίνηση-απάντηση στον Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, που προειδοποίησε με αναταράξεις στην κυβέρνηση σε περίπτωση πολιτικής αναδίπλωσης.

Η δεύτερη ήταν η υπόσχεση που έδωσε στον κυβερνητικό του εταίρο για τη δημιουργία σώματος Εθνοφυλακής, που εδώ και καιρό ο υπουργός Εθνικής Ασφαλείας ζητεί επιμόνως. Ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ ανέφερε στο Twitter: «Η μεταρρύθμιση θα περάσει. Η Εθνοφυλακή θα συσταθεί. Ο προϋπολογισμός που ζήτησα για το υπουργείο Εθνικής Ασφάλειας θα περάσει στο σύνολό του. Κανείς δεν θα μας φοβίσει. Κανείς δεν θα καταφέρει να αλλάξει την απόφαση του λαού. Επαναλάβετε μετά από μένα: δη-μο-κρα-τί-α!».

Ο Γιόναταν Τούβαλ, ανώτερος πολιτικός αναλυτής στο Mitvim, το Ισραηλινό Ινστιτούτο Περιφερειακών Εξωτερικών Σχέσεων, είπε στην «Κ» ότι η δημιουργία της Εθνοφυλακής «είναι κάτι που ο Μπεν-Γκβιρ έχει απαιτήσει στο παρελθόν, κυρίως για να επιβάλει τον νόμο και την τάξη στο εσωτερικό του Ισραήλ. Δεν είναι πραγματικά σχεδιασμένη για να επιβάλει την τάξη στους εποικισμούς, όπως έχει ακουστεί. Η αίσθηση εδώ είναι ότι είναι απογοητευμένος που η Αστυνομία δεν τον υπακούει και θέλει μια αστυνομική δύναμη που θα υποτάσσεται στις εντολές του. Όσον αφορά τη νομιμότητα του σχηματισμού του Σώματος, πιθανότατα θα αμφισβητηθεί. Η κυβέρνηση πρόκειται να αποφασίσει σχετικά την ερχόμενη εβδομάδα».

Για το ίδιο ζήτημα φαίνεται ότι συμφωνεί και ο Χαγκάι Ματάρ της Ενωσης Δημοσιογράφων της χώρας. «Η Εθνοφυλακή είναι η Αστυνομία που ήθελε ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, διότι το παρόν Σώμα είναι τόσο ισχυρό, που δεν μπορεί να το ελέγξει. Το ερώτημα είναι αν θα καταφέρει να το περάσει από την Κνεσέτ και από το Ανώτατο Δικαστήριο».

Η νίκη των διαδηλωτών και οι αμφιβολίες τους

Τι λένε, όμως, εκείνοι που πέρασαν τις τελευταίες 12 εβδομάδες στους δρόμους;

«Νομίζω ότι η απόφαση του πρωθυπουργού για την αναβολή της νομοθεσίας είναι καταρχάς ένα απαραίτητο και κρίσιμο βήμα. Αποδεικνύει πόσο σημαντική και επιδραστική είναι η διαμαρτυρία μας», λέει στην «Κ» η 34χρονη Ρόνι Ταλμόρ, παιδαγωγός προσχολικής αγωγής και εκπαιδεύτρια παιδαγωγών.

Η Νόα Λεβί, μιλώντας στην «Κ» με κλειστή φωνή από τις διαδηλώσεις, λέει χαρακτηριστικά: «Προσβλέπουμε στις επικείμενες διαπραγματεύσεις, αλλά δεν θα σταματήσουμε να κατεβαίνουμε στους δρόμους, διότι δεν πρόκειται για νίκη των πολιτών αλλά για στρατηγική παύση εκ μέρους της κυβέρνησης. Δεν είναι δηλαδή ότι έχει αποσυρθεί το νομοσχέδιο· είναι ακόμη στο τραπέζι».

Η Ταλ Μπασάν, που συμμετέχει εδώ και εβδομάδες στις διαδηλώσεις, λέει στην «Κ» ότι «ασφαλώς νιώθουμε ανακουφισμένοι – είναι ένας μικρός θρίαμβος, μια νίκη του ισραηλινού λαού, της κοινωνίας των πολιτών. Δείχνει ότι ο λαός μας είναι δημοκρατικός και έχει επιρροή».

Ο 75χρονος Μόσε Ταλμόρ, συνταξιούχος επικεφαλής ισραηλινού αεροδρομίου, μάς μεταφέρει παρόμοια αίσθηση από πλευράς του: «Βέβαια, είναι σαν να “σπάσαμε” λίγο την πολιτική Νετανιάχου. Ο λαός μπορεί να έχει –έστω περιορισμένη– επιρροή, ειδικά όταν αρχίζει να δρα επιθετικά, κλείνοντας δρόμους, διαδηλώνοντας κ.λπ. Εδώ πιστεύω ότι η μεγαλύτερη απειλή είναι οι έφεδροι του στρατού, της πολεμικής αεροπορίας, της Μοσάντ, που άρχισαν να σταματούν να πηγαίνουν για εκπαίδευση ή ακόμα και να υπηρετούν όταν τους καλούν».

Και οι συνομιλητές μας έχουν, εντούτοις, ένα μεγάλο «αλλά» που ακολουθεί τη χθεσινή θριαμβευτική – προσωρινή; – νίκη των Ισραηλινών διαδηλωτών επί της δικαστικής μεταρρύθμισης. Είναι το «αλλά» που έχει να κάνει με την αξιοπιστία του Μπέντζαμιν Νετανιάχου – εξάλλου, είναι ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της χώρας και έχει δοκιμαστεί σε πλείστες όσες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες.

«Ναι, υπάρχει ένα μεγάλο “αλλά”», λέει η Ρόνι Ταλμόρ. «Θα έπρεπε να είχε γίνει πολύ πριν φτάσουμε στη σημερινή κατάσταση και γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν να πιστέψουμε τα λόγια του Νετανιάχου. Η επιλογή να αποπέμψει τον υπουργό Άμυνας, που ο ίδιος διόρισε, είναι μια αδύναμη και θλιβερή επιλογή. Κατά την άποψή μου, αντανακλά αυτό που πραγματικά κρύβεται πίσω από την απόφαση να καθυστερήσει τη νομοθεσία αυτή τη στιγμή – μια στιγμιαία απόφαση και μια προσπάθεια να φέρει τον λαό ξανά με το μέρος του. Δυσκολεύομαι να τον πιστέψω, νομίζω ότι αποδεικνύει ξανά και ξανά ότι το δικό του καλό έρχεται πάντα πάνω από το καλό των πολιτών».

Η Ταλ Μπασάν δίνει έμφαση, όπως και οι λοιποί συνομιλητές μας, στην έννοια της «αναστολής» της προωθούμενης μεταρρύθμισης, που σε καμία περίπτωση, σύμφωνα με τους ίδιους, δεν σημαίνει την πλήρη απόσυρσή της. Αλλωστε, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, παρότι βιαζόταν να υπερψηφιστεί το θέμα πριν από την παύση εργασιών της Κνεσέτ γι’ αυτή την περίοδο, ανέβαλε τη συζήτηση για την κοινοβουλευτική περίοδο 30 Απριλίου – 30 Ιουλίου.

«Είναι μεγάλο βήμα ότι θα συζητήσει ξανά τη μεταρρύθμιση με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη», λέει η Ταλ Μπασάν. Μάλιστα, οι ηγέτες της αντιπολίτευσης, οι κεντρώοι Μπένι Γκαντζ και Γιαΐρ Λαπίντ και ο κεντροδεξιός Γεδεών Σάαρ, έπειτα από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε μαζί τους ο πρόεδρος της χώρας, Ισαάκ Χέρτζογκ, θα προσέλθουν σε συζητήσεις με την κυβέρνηση για την περί ης ο λόγος μεταρρύθμιση, αλλά έχουν ήδη εκφράσει τις αμφιβολίες τους, κάνοντας λόγο για πιθανή μπλόφα εκ μέρους του Ισραηλινού πρωθυπουργού. Η Μεράβ Μιχαελί των Εργατικών, πάντως, εμφανίστηκε αρνητική, λέγοντας ότι «δεν γίνεται πάντα να συρόμαστε σε συνομιλίες με τον Νετανιάχου».

«Είναι όμως ο Μπίμπι. Ξέρουμε ότι πάντοτε λέει ψέματα. Αυτό που με προβληματίζει είναι πως οι διαμαρτυρίες θα κοπάσουν σταδιακά, ενώ την ίδια στιγμή η κυβέρνηση θα συνεχίσει να σχεδιάζει τη μεταρρύθμιση μετά τις διακοπές του Πάσχα», συμπληρώνει η Ταλ Μπασάν.

«Δυστυχώς δεν πιστεύω ούτε μια λέξη του Νετανιάχου», λέει στη συνομιλία του με την «Κ» ο Μόσε Ταλμόρ. «Μόλις τελείωσε η ομιλία του στην τηλεόραση. Ξεκίνησε χειραγωγώντας την κατάσταση και κατηγορώντας τους διαδηλωτές ότι θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια του Ισραήλ. Ενθάρρυνε τους οπαδούς του να διαδηλώσουν για τα δικαιώματά τους ως πλειοψηφίας», σημειώνει ο ίδιος.

Το ζήτημα της πλειοψηφίας, πάντως, είναι ένα από τα βασικά επιχειρήματα του κυβερνητικού συνασπισμού στο Ισραήλ. Νετανιάχου και Μπεν-Γκβιρ δηλώνουν επανειλημμένως ότι «ο λαός αποφάσισε» και ότι ουδείς δικαιούται να αλλοιώσει το αποτέλεσμα, που θέλει την πλειοψηφία των εκλογέων να στηρίζει τον παρόντα συνασπισμό.

«Κατά τη γνώμη μου, μπορεί να είναι η αρχή, αλλά έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να κάνουμε αυτόν τον τόπο τόσο δημοκρατικό όσο θα έπρεπε να είναι· υπάρχουν, εξάλλου, ορισμένοι εξτρεμιστές που στοιχίζονται πίσω από τον Μπίμπι και που δεν είναι λιγότερο επικίνδυνοι για τη δημοκρατία από αυτόν», μας λέει η Ρόνι Ταλμόρ.

«Δεν είναι ακόμη νίκη», αναφέρει στην «Κ» διαδηλώτρια που προτίμησε να διατηρήσει την ανωνυμία της. «Είναι ελιγμός του πρωθυπουργού. Απλώς ο Νετανιάχου είδε ότι οι διαδηλωτές είναι πιο ισχυροί απ’ ό,τι περίμενε. Οπως και στο εξωτερικό – πουθενά δεν έγινε δεκτός χωρίς αντιδράσεις, ακόμα και από αρχηγούς κρατών που εξέφρασαν τις ανησυχίες τους», λέει η ίδια, φέρνοντας ως παράδειγμα τη Γερμανία.

Η Ταλ Μπασάν, όμως, έχει μία ιστορία αισιοδοξίας, όπως τη χαρακτηρίζει, που θέλησε να μοιραστεί με την «Κ». «Η 32χρονη κόρη μου, μέχρι σήμερα, ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για οποιοδήποτε πολιτικοινωνικό ζήτημα. Μόλις, όμως, ξέσπασαν οι διαδηλώσεις αυτή τη φορά, “ξύπνησε”. Κατεβαίνει στις διαδηλώσεις, ανεμίζει σημαίες και παραδέχεται ότι ξαφνικά συνειδητοποίησε πόσο αγαπά αυτή τη χώρα, πόσο πολύτιμο και αγαπημένο είναι το Ισραήλ για την ίδια. Και αυτό είναι μεγάλο επίτευγμα».

Η Νόα Λεβί αναδεικνύει ένα ζήτημα που θεωρεί ότι παραβλέφθηκε κυρίως από τη διεθνή σκηνή. «Επικεντρωνόμαστε στη δικαστική μεταρρύθμιση, αλλά έχουμε πολλά άλλα ζητήματα που ως κίνημα διαμαρτυρίας διεκδικούμε. Είναι το ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας, αφότου η χώρα αποφάσισε να μην υπογράψει το κείμενο της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης (σ.σ.: για τη βία κατά των γυναικών)· είναι η εισβολή στα σπίτια μας, από την Αστυνομία, χωρίς ένταλμα. Είναι η απαγόρευση του φαγητού που δεν είναι κοσέρ στα νοσοκομεία. Θέλουν να αλλάξουν την κοινωνία από τα μέσα».

Η επόμενη μέρα

«Πρέπει να πιστέψουμε τον Νετανιάχου;» αναρωτιέται, στη συνομιλία του με την «Κ», ο Γιόναταν Τούβαλ του Ισραηλινού Ινστιτούτου Περιφερειακών Εξωτερικών Σχέσεων. «Φυσικά όχι», είναι η άμεση απάντησή του. «Ποτέ δεν εννοεί αυτό που λέει και ποτέ δεν λέει αυτό που εννοεί. Το μόνο πράγμα για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι ότι η Κνεσέτ θα σταματήσει τη νομοθετική επίθεση κατά της Δικαιοσύνης που επρόκειτο να ολοκληρωθεί αυτή την εβδομάδα, πριν από τις εαρινές διακοπές».

Από εδώ και πέρα, μένει να φανεί τι θα συμβεί με τις συνομιλίες συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης για τη μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη. Φαντάζει δύσκολο να προβλεφθεί η κατάληξη της διαβούλευσης και αν θα υπάρξει πλαίσιο αποδεκτό από όλες τις πλευρές. Το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα συμβεί αν δεν τα καταφέρουν.

«Ο Νετανιάχου έχει ορκιστεί να συνεχίσει τη νομοθετική διαδικασία –είτε έτσι είτε αλλιώς– στην επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο, η οποία θα διαρκέσει από τις 30 Απριλίου έως τις 30 Ιουλίου. Αυτοί θα είναι κρίσιμοι μήνες και, ελλείψει ενός ευρέως συναινετικού πλαισίου για τη μεταρρύθμιση, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος η κυβέρνηση Νετανιάχου να προσπαθήσει να περάσει κάτι που θα ισοδυναμεί με καθεστωτικό πραξικόπημα», λέει ο Γιόναταν Τούβαλ.

Η… ξεχασμένη Παλαιστίνη

Ο δημοσιογράφος Χαγκάι Ματάρ έδωσε, σε επικοινωνία του με την «Κ», τη δική του πρόβλεψη, υπενθυμίζοντας το ζήτημα της Παλαιστίνης. Χθες, μάλιστα, η Ράζα Αμντουλραχίμ των ΝΥΤ ανέφερε ότι οι Παλαιστίνιοι πολίτες της χώρας θεωρούν ότι έχουν μείνει σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο, εξαιτίας των βλεμμάτων που έχουν στραφεί στις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης. Αυτό φαίνεται να οφείλεται, λέει η νεοϋορκέζικη εφημερίδα, σε μεγάλο βαθμό στην ευρέως διαδεδομένη αίσθηση μεταξύ των Παλαιστινίων ότι οι διαδηλώσεις αγνόησαν σημαντικά γι’ αυτούς ζητήματα, όπως τον τερματισμό της κατοχής της Δυτικής Οχθης. Αισθάνονται επίσης ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει ιστορικό αποφάσεων κατά των συμφερόντων τους.

«Υπάρχουν τρεις βασικές επιλογές», μας λέει ο δημοσιογράφος Χαγκάι Ματάρ. «Πρώτον, η κυβέρνηση πετυχαίνει τα σχέδιά της οδηγώντας το Ισραήλ στην ίδια χορεία με την Τουρκία και την Ουγγαρία. Αυτό πιθανότατα θα οδηγήσει σε αυξανόμενες εσωτερικές συγκρούσεις και εξωτερική πίεση. Δεύτερον, το κίνημα διαμαρτυρίας πετυχαίνει να σταματήσει τις περισσότερες ή όλες τις μεταρρυθμίσεις, με την κυβέρνηση ταυτόχρονα να υιοθετεί ένα νέο, ισότιμο όραμα για Ισραήλ και Παλαιστίνη, το οποίο περιλαμβάνει τον τερματισμό της κατοχής και την προώθηση της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας για όλους τους κατοίκους αυτής της γης».

Οι διαδηλωτές, παρά ταύτα, μοιάζουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν τις διαμαρτυρίες, παρά την αναστολή των μαζικών απεργιών. Οι Ισραηλινοί πολίτες με τους οποίους συνομίλησε η «Κ» φαίνεται πως θα εξακολουθήσουν να κατεβαίνουν στους δρόμους. «Η διαμαρτυρία θα συνεχιστεί μέχρι να βεβαιωθούμε ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να κυλήσει αυτή η χώρα στην ανελευθερία» και «σίγουρα θα είμαι στους δρόμους» είναι η ομόφωνη επωδός τους.

Ειδικά τώρα, που, όπως μας λέει ο Μόσε Ταλμόρ, «και οι εξτρεμιστές έχουν κατέβει στους δρόμους υπέρ της παρούσας κυβέρνησης».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X