ΑΜΠΕ
Θα επηρεάσει άραγε μελλοντικά η κλιματική αλλαγή τoν τουρισμό στη Μεσόγειο και πόσο; Το ερώτημα τίθεται ολοένα και συχνότερα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τουρισμού (European Travel Commission – ETC) αλλά και οι ειδικοί είναι μάλλον καθησυχαστικοί για το άμεσο μέλλον. Bλέπουν όμως μετατόπιση των τουριστικών ροών προς τη Μεσόγειο πριν και μετά το καλοκαίρι και μερικώς προς τις χώρες του Βορρά.
Το Πανεπιστήμιο της Βέρνης διαπίστωνε ήδη το 2010 ότι στην ανατολική Μεσόγειο οι καύσωνες, η ένταση και η διάρκειά τους είχαν σχεδόν επταπλασιαστεί από το 1960, εντούτοις οι «βορείως των Αλπεων» Ευρωπαίοι συνεχίζουν και φέτος να την κατακλύζουν. Η ελβετική εφημερίδα Neue Züricher Zeitung (NZZ) αναρωτιόταν όμως πρόσφατα: «Θα χάσουν οι διακοπές στη Μεσόγειο τη γοητεία τους σε μερικές δεκαετίες αν οι θερμοκρασίες γίνουν όπως της Ερυθράς Θάλασσας;», εκτιμώντας πως «μακροπρόθεσμα η κλιματική αλλαγή θα αλλάξει τον τουρισμό της Μεσογείου».
Τα… δραματικά δημοσιεύματα της Κεντρικής Ευρώπης
Επίσης, η βιεννέζικη «Der Standard» φιλοξενούσε άρθρο με τίτλο «Να εξακολουθήσουμε να πηγαίνουμε για καλοκαιρινές διακοπές στον Νότο; Τα υπέρ και τα κατά». Αναγνώστης της αποφαινόταν επιγραμματικά ότι «ο Βορράς είναι ο νέος Νότος».
Η Βαυαρική Ραδιοφωνία (ΒR) πιθανολογούσε ότι στο μέλλον «η πλειονότητα των τουριστών θα κάνει διακοπές στη Β. Γερμανία, τη Σκανδιναβία ή τις χώρες της Βαλτικής», ενώ και το γερμανικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο ZDF έθετε το ερώτημα εάν «θα προτιμά κανείς τη Μεσόγειο το 2050» ή οι τουρίστες «θα κατευθυνθούν προς τον Βορρά για να αποφύγουν τους καύσωνες».
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τουρισμού, «προορισμοί όπως η Τσεχία, η Βουλγαρία, η Ιρλανδία και η Δανία απολαμβάνουν αυξανόμενης δημοτικότητας». Ο διευθυντής της, Μιγκέλ Σαντς, δήλωσε μάλιστα στη γερμανική ταξιδιωτική ιστοσελίδα Reisereporter ότι «οι απρόβλεπτες καιρικές συνθήκες θα έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις αποφάσεις των ταξιδιωτών στο μέλλον». Προς το παρόν, πάντως, οι δημοσκοπήσεις της ETC δείχνουν πως Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Κροατία και Ελλάδα εξακολουθούν να είναι οι πιο δημοφιλείς ταξιδιωτικοί προορισμοί για τους Ευρωπαίους του Βορρά.
Διαξιφισμοί Γερμανίας-Ιταλίας
Πιο δραματική ήταν η εκτίμηση του Γερμανού υπουργού Υγείας, Καρλ Λάουτερμπαχ: «Μια εποχή φτάνει στο τέλος της», έγραψε προ ημερών στο Twitter, θέτοντας υπό αμφισβήτηση το μέλλον της Ιταλίας, όπου έκανε διακοπές, ως τουριστικού προορισμού.
Η αντίδραση της Ιταλίδας υπουργού Τουρισμού, Ντανιέλα Σαντανσέ, ήταν άμεση: «Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει ολόκληρο τον πλανήτη, όλοι προσπαθούμε να την αντιμετωπίσουμε και ελπίζουμε ότι οι Γερμανοί θα συνεχίσουν να έρχονται – ο Λάουτερμπαχ επίσης».
Σε έκθεσή του το υπουργείο της προειδοποιεί, πάντως, ότι οι αλλοδαποί τουρίστες θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 15% σε περίπτωση ανόδου της θερμοκρασίας κατά 2°C, κάτι που θα ισοδυναμούσε με απώλεια 15 δισ. ευρώ εσόδων ετησίως. Στην ακραία περίπτωση ανόδου κατά 4°C θα έφτανε μάλιστα τα 52 δισ. ευρώ. Φέτος αναμένεται όμως ρεκόρ στην Ιταλία με 68 εκατ. τουρίστες.
«Η άνοδος της θερμοκρασίας θα επηρεάσει μεσοπρόθεσμα»
Κατά τον καθηγητή Χάραλντ Τσάις, διευθυντή του Ινστιτούτου Τουριστικής Ερευνας στο γερμανικό Πανεπιστήμιο Χαρτς: «Η άνοδος της θερμοκρασίας θα επηρεάσει μεσοπρόθεσμα. Οσο πιο συχνοί είναι οι καύσωνες τόσο περισσότεροι θα αναζητούν εναλλακτικές λύσεις. Οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν στη Βόρεια και τη Βαλτική Θάλασσα, καθιστώντας τη Μεσόγειο λιγότερο ελκυστική το καλοκαίρι και περισσότερο την άνοιξη και το φθινόπωρο. Θα περάσουν όμως σίγουρα μερικά χρόνια ακόμη προτού οι μεγάλες μάζες σταματήσουν να την επιλέγουν», όπως είπε στην εφημερίδα Die Welt.
Ο Κάρλο Σπετ, ειδικός της ηλεκτρονικής ταξιδιωτικής πύλης Urlaubspiraten, με εκατομμύρια επισκέπτες, προτρέπει ήδη τους τουρίστες να κατευθυνθούν «στα βουνά», αφού οι αλπικοί προορισμοί έχουν μέση διαφορά θερμοκρασίας 6°C σε σχέση με κλασικούς μεσογειακούς προορισμούς. Επίσης, τους προτρέπει να ταξιδέψουν «στην Πολωνία ή τις βαλτικές χώρες, οι οποίες έχουν και σημαντικά χαμηλότερες τιμές (θερμοκρασίας)».
Τι λέει έρευνα για τη… βόρεια μετακίνηση των ταξιδιωτών
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Reisereporter, η οποία επικαλείται στοιχεία της πλατφόρμας εξοχικών κατοικιών FeWo-direkt, τον Ιούλιο αυξήθηκε –συγκριτικά με τον Ιούνιο– το ενδιαφέρον για την Πολωνία (+70%), την Τσεχία (+90%), τη Ν. Νορβηγία (+35%) και για περιοχές της Σουηδίας (+20%), ενώ καταγράφηκε ειδικά για τη Småland ο ίδιος αριθμός αναζητήσεων με την ισπανική Τενερίφη και μεγαλύτερος από το δημοφιλές ιταλικό Ρίμινι!
Αυξήθηκε επίσης για τη Ρίγα της Λετονίας (+25%), το Ταλίν της Εσθονίας (+25%), το Εδιμβούργο της Σκωτίας (+20%), αλλά και για τη Β. Ισπανία κατά 15-20%. «Ωστόσο, συνολικά ο αριθμός των αναζητήσεων για τη Μεσόγειο παρέμεινε σταθερά υψηλός. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη μείωσης του ενδιαφέροντος». Αυτό επιβεβαιώνει και η Γερμανική Ταξιδιωτική Ενωση (DRV) με την ενθαρρυντική για την περιοχή μας διαπίστωση ότι «οι τουριστικοί πράκτορες δεν έχουν αναφέρει ακυρώσεις λόγω ζέστης. Το ενδιαφέρον για την ανατολική Μεσόγειο είναι αρκετά μεγαλύτερο από εκείνο της δυτικής».
«Οι τουρίστες επιστρέφουν πολύ γρήγορα»
Ανάλογη είναι και η εκτίμηση του Τόρστεν Κίρστγκες, καθηγητή Τουριστικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου του Βίλχελμσχάφεν: «Οι καύσωνες δεν θα επηρεάσουν. Η εμπειρία από φυσικές καταστροφές του παρελθόντος δείχνει ότι οι τουρίστες επιστρέφουν πολύ γρήγορα και οι οικογένειες με παιδιά μπορούν να ταξιδέψουν μόνο το καλοκαίρι. Ο ήλιος θα είναι πάντα ο καθοριστικός παράγοντας, ειδικά τώρα που ο καιρός σε μας είναι άστατος και βροχερός. Ο καιρός δεν θα είναι ποτέ σίγουρα καλός ούτε στη Γερμανία ούτε στη Σκανδιναβία, παρά μόνο στον Νότο», τόνισε σε συνέντευξή του στο γερμανικό οικονομικό περιοδικό WirtschaftsWoche.
Εξάλλου, «η εμπειρία δείχνει ότι οι 40°C είναι η εξαίρεση σχεδόν παντού – και φέτος. Γενικώς η ζέστη δεν λειτουργεί αποτρεπτικά. Χώρες όπως η Ελλάδα είναι πολύ δημοφιλείς εδώ και δεκαετίες, παρότι κάνει πάντα πολλή ζέστη». Από την άνοδο της θερμοκρασίας θα ωφεληθούν «πιθανόν οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης, αλλά μόνο αν όντως κάνει ζέστη εκεί». Ομως, «ακόμα και αν πηγαίνουν στον Νότο λιγότεροι την περίοδο αιχμής, θα πηγαίνουν πριν ή μετά, όταν έχει λιγότερο ζέστη – και σίγουρα καλύτερο καιρό από μας», σημείωσε ο Τόρστεν Κίρστγκες, καθηγητής Τουριστικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου του Βίλχελμσχάφεν.