Αφότου ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αποφάσισε να δώσει τέλος την εκστρατεία του για επανεκλογή, δύο είναι οι δρόμοι για την αντικατάστασή του στην κορυφή του ψηφοδελτίου των Δημοκρατικών. Ο ένας περνά μέσα από μία «εικονική» ψηφοφορία που θα «κλειδώσει» νέο υποψήφιο στις αρχές Αυγούστου και ο άλλος μέσα από ένα «ανοιχτό» συνέδριο, κάτι που έχει να συμβεί από το 1968.
Στη διαδικασία της «εικονικής» ψηφοφορίας, οι αντιπρόσωποι προβλέπεται ότι θα λαμβάνουν ειδοποίηση σχετικά με τα ονόματα των υποψηφίων 24 ώρες πριν από την έναρξή της. Η εν λόγω διαδικασία θα πραγματοποιείται μέσω ψηφιακών ψηφοδελτίων που θα αποστέλλονται στους αντιπροσώπους με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν το κόμμα θα επιμείνει στο σχέδιο της εξ αποστάσεως ψηφοφορίας ή αν θα το καταργήσει και θα στραφεί στην επιλογή της επίσημης ψηφοφορίας σε ανοιχτό συνέδριο.
Ενα συνέδριο θεωρείται ανοιχτό όταν κανένας υποψήφιος δεν έχει σαφή πλειοψηφία, οπότε η διαδικασία θυμίζει μίνι προκριματικές εκλογές, με τους υποψηφίους να καλούνται να πείσουν τους αντιπροσώπους να τους δώσουν την ψήφο τους.
Το ενδεχόμενο χάους είναι μεγάλο. Η ηγεσία του κόμματος πιθανότατα θα επιχειρήσει να κλείσει το ζήτημα του υποψηφίου πριν από την έναρξη του Συνεδρίου των Δημοκρατικών στις 19 Αυγούστου.
Πώς θα μπορούσε λοιπόν να εξελιχθεί η διαδικασία;
Ποιος θα επιλέξει τον υποψήφιο;
Χιλιάδες αντιπρόσωποι που εκπροσωπούν τους ψηφοφόρους αποφασίζουν ποιος θα είναι ο υποψήφιος του κόμματος, είτε πρόκειται για ανοιχτό συνέδριο είτε όχι. Συνήθως επιλέγουν τον νικητή των προκριματικών εκλογών οπότε θεωρείται πως οι ψηφοφόροι συμμετέχουν σχεδόν άμεσα στη διαδικασία.
Ωστόσο, καθώς ο Μπάιντεν έχει πλέον αποχωρήσει από την κούρσα, όλοι οι αντιπρόσωποι είναι ελεύθεροι να επιλέξουν τον υποψήφιο της αρεσκείας τους, χωρίς να δεσμεύονται από λαϊκή εντολή.
Οσον αφορά τους αντιπροσώπους, υπάρχουν δύο τύποι: Κάποιοι δεσμεύονται να υποστηρίξουν τον υποψήφιο που επέλεξαν οι ψηφοφόροι της πολιτείας τους, αν και μία ρήτρα «συνείδησης» στους κανονισμούς του κόμματος τους δίνει μια μικρή δυνατότητα παρέκκλισης. Το κόμμα ορίζει τους δεσμευμένους αντιπροσώπους ανά πολιτεία ή περιοχή.
Σε γενικές γραμμές, σχεδόν κάθε εγγεγραμμένος ψηφοφόρος που θεωρείται πιστός στο κόμμα μπορεί να είναι υποψήφιος αντιπρόσωπος: προσέρχονται εκλογικοί αντιπρόσωποι, εκλεγμένοι τοπικοί αξιωματούχοι, υπεύθυνοι για τη συγκέντρωση χρημάτων, ακόμη και τα παιδιά των υποψηφίων.
Οι αυτόματοι αντιπρόσωποι, από την άλλη, που συχνά αποκαλούνται υπερ-αντιπρόσωποι, είναι τα πιο προβεβλημένα στελέχη του κόμματος. Εχουν αυτόν τον ρόλο λόγω των αξιωμάτων που κατέχουν ή κατείχαν. Η ομάδα περιλαμβάνει πρώην προέδρους και αντιπροέδρους, κυβερνήτες των Δημοκρατικών, μέλη του Κογκρέσου και αξιωματούχους του κόμματος.
Οι αντιπρόσωποι αυτοί δεν δεσμεύονται να υποστηρίξουν κάποιον υποψήφιο, αλλά δεν έχουν και δικαίωμα να υποστηρίξουν κάποιον κατά την πρώτη ψηφοφορία στο συνέδριο.
Θα γίνει ανοιχτό συνέδριο;
Πιθανόν, ναι. Αν όμως το κόμμα προχωρήσει σε «εικονική» ψηφοφορία, κάτι που έχει προγραμματιστεί εδώ και καιρό, θα μπορούσε να κλειδώσει επίσημα τον υποψήφιο πριν από την έναρξη του συνεδρίου.
Ο Μπάιντεν έχει υποστηρίξει την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις, γεγονός που θα μπορούσε να γείρει την πλάστιγγα προς την κατεύθυνση της ενότητας.
Οι σχεδόν 3.900 αντιπρόσωποί του δεν θα είναι υποχρεωμένοι να υποστηρίξουν τη Χάρις, αλλά επιλέχθηκαν για την αφοσίωσή τους στον ίδιο και πιθανόν θα είναι πρόθυμοι να κάνουν ό,τι εκείνος τους ζητήσει, σύμφωνα με την Washington Post.
Η «εικονική» ψηφοφορία δεν αποτελεί τυπικό μέρος της διαδικασίας. Σε μεγάλο βαθμό επινοήθηκε για να επιβεβαιωθεί η υποψηφιότητα του Μπάιντεν πριν από προθεσμίες για διαδικασίες σχετικές με τις υποψηφιότητες, που λήγουν πριν από το συνέδριο των Δημοκρατικών.
Ακόμη όμως και αν ακυρωθεί, το κόμμα θα μπορούσε να καταλήξει σε συμφωνία με τη Χάρις (ή, πολύ λιγότερο πιθανό, με άλλον υποψήφιο) πριν από το συνέδριο. Σε αυτή την περίπτωση, το συνέδριο θα μπορούσε τεχνικά να θεωρηθεί ανοιχτό, αλλά οι διαδικασίες του θα μπορούσαν να λάβουν δραματική τροπή, αναφέρει η Washington Post.
Η ηγεσία των Δημοκρατικών θα έχει κίνητρο να διευθετήσει το ζήτημα ταχύτατα, ώστε ο νέος υποψήφιος να ξεκινήσει εκστρατεία το συντομότερο δυνατό, όπως δήλωσε η Εϊμι Κ. Ντέισι, εκτελεστική διευθύντρια του Ινστιτούτου Πολιτικής Sine και πρώην διευθύνουσα σύμβουλος της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών.
«Μόλις ολοκληρώθηκε ένα συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων όπου ήταν πολύ σαφές ποιοι είναι οι υποψήφιοι του κόμματος», εξήγησε η Ντέισι. «… Πλέον, θα μπορούσαν να έχουν ξεκάθαρο χρονικό προβάδισμα, καθώς περίπου 31 ημέρες πριν από το συνέδριο των Δημοκρατικών, όλοι οι υποψήφιοί τους έχουν τη δυνατότητα να ξεκινήσουν την προεκλογική εκστρατεία τους», πρόσθεσε η ίδια.
Αν δεν υπάρξει συναίνεση πριν φτάσουν οι αντιπρόσωποι στο Σικάγο, οι Δημοκρατικοί θα διεξαγάγουν το πρώτο ανοιχτό συνέδριό τους από το 1968. Εκείνο, επίσης στο Σικάγο, είχε πάει τόσο στραβά ώστε το κόμμα στη συνέχεια αναγκάστηκε να αναθεωρήσει τον τρόπο με τον οποίο επιλέγει τους υποψηφίους του.
Πώς θα ήταν ένα ανοιχτό συνέδριο;
Μόνο για να μπει το όνομά του στην ονομαστική ψηφοφορία, κάθε υποψήφιος θα χρειαστεί τις υπογραφές τουλάχιστον 300 αντιπροσώπων, ενώ επιτρέπονται έως 50 υποψηφιότητες ανά πολιτεία.
Πιθανότατα θα γίνει πολύ σύντομα γνωστό το αν κάποιος σχεδιάζει να αμφισβητήσει την υποψηφιότητα της Χάρις, καθώς το χρονικό περιθώριο για να συγκεντρώσει ο ίδιος ευρύτερη υποστήριξη και να θέσει υποψηφιότητα είναι ελάχιστο.
Εάν υπάρξουν διεκδικητές, οι παρασκηνιακές συνεννοήσεις και συμφωνίες θα κλιμακωθούν με ραγδαίους ρυθμούς.
Σημειώνεται ότι η κατάσταση ξέφυγε σε προηγούμενα ανοιχτά συνέδρια, καθώς οι υποψήφιοι διεκδικούσαν με νύχια και με δόντια ακόμα και μία μόνο ψήφο.
Οπως αναφέρει το Politico σχετικά με ανοιχτό συνέδριο των Ρεπουμπλικανών το 1976, ο συμμετέχων Τομ Κορολόγος, πρώην πρέσβης στο Βέλγιο, θυμάται ότι σύνεδρος του Τζέραλντ Φορντ έπεσε και τραυμάτισε σοβαρά το πόδι της.
Σύμφωνα με τον Κορολόγος, αντί να τη μεταφέρουν εσπευσμένα σε νοσοκομείο, άλλοι σύνεδροι επιχείρησαν να καλύψουν το γεγονός, επειδή φοβήθηκαν ότι ο πιθανός αντικαταστάτης της θα έδινε την ψήφο του στον Ρόναλντ Ρίγκαν. Ο Φορντ τελικά κέρδισε τη μάχη για το χρίσμα, αλλά έχασε την προεδρία από τον Δημοκρατικό Τζίμι Κάρτερ, ο οποίος έχασε με τη σειρά του αργότερα από τον Ρίγκαν το 1980.
Ανοιχτό συνέδριο έχει να πραγματοποιηθεί στις ΗΠΑ από το 1952. Το 1924, οι Δημοκρατικοί χρειάστηκαν 103 γύρους ψηφοφορίας για να καταλήξουν τελικά στη συμβιβαστική υποψηφιότητα του Τζον Ντέιβις, ενώ οι δύο υποψήφιοι με τις περισσότερες ψήφους είχαν αναγκαστεί να αποσυρθούν.
Ο τότε εν ενεργεία πρόεδρος Κάλβιν Κούλιτζ νίκησε τον Ντέιβις στις εθνικές εκλογές με συντριπτική διαφορά.
Πηγή: WP, Politico