Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Μπορεί το Πάσχα να έφτασε και για τους ορθόδοξους της Ουκρανίας, που αντιπροσωπεύουν τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού, αλλά η Ανάσταση είναι ακόμη μακριά. Καθώς συμπληρώθηκαν δύο μήνες από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, όχι μόνο δεν διαφαίνεται κάποια ελπίδα για γρήγορη κατάπαυση του πυρός, αλλά ενισχύεται η αγωνία ότι τα χειρότερα, τα πολύ χειρότερα, βρίσκονται μπροστά. Από τις αρχές της Μεγάλης Εβδομάδας ξεκίνησε η από καιρό αναμενόμενη ρωσική εκστρατεία για την ολοκληρωτική κατάληψη του Ντονμπάς. Μαζί με αυτήν άρχισε η δεύτερη φάση ενός ολέθριου –πρωτίστως για την Ουκρανία, έπειτα για τη Ρωσία, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη– πολέμου, την έκβαση και τη διάρκεια του οποίου ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει.
Η πρώτη φάση της σύγκρουσης άφησε βαριά τραύματα στους εισβολείς. Στις 24 Φεβρουαρίου ο ρωσικός στρατός εισέβαλε ταυτόχρονα από Βορρά, μέσω Λευκορωσίας, και από Νότο, μέσω Κριμαίας, για να κατακτήσει μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα σημαντική λωρίδα της νότιας Ουκρανίας και να φτάσει μέχρι τα προάστια του Κιέβου και του Χάρκοβο. Το Σχέδιο Α του Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν, πιθανότατα, όχι η κατάκτηση της ουκρανικής πρωτεύουσας, αλλά η άσκηση ασφυκτικής πίεσης με την ελπίδα ενός πραξικοπήματος για την ανατροπή του Βολοντίμιρ Ζελένσκι και την άνευ όρων συνθηκολόγηση των αμυνόμενων. Άλλωστε, ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος έκανε σαφείς τις προσδοκίες του όταν καλούσε, από τις πρώτες ώρες της εισβολής, τον ουκρανικό στρατό να ανατρέψει την κυβέρνηση του Κιέβου.
Εκείνη τη στιγμή, οι προσδοκίες του Πούτιν ενδεχομένως δεν ήταν τόσο παράλογες όσο φαίνεται εκ των υστέρων. Οι Ουκρανοί σύρθηκαν σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις στη Λευκορωσία, χώρα που διευκόλυνε τη ρωσική εισβολή, χωρίς ο εχθρός να έχει αναστείλει τις φονικές επιθέσεις του. Ένα από τα τρία μέλη της αρχικής διαπραγματευτικής ομάδας τους δολοφονήθηκε ως άνθρωπος των Ρώσων. Ο ίδιος ο Ζελένσκι αισθάνθηκε την ανάγκη να εξαπολύσει δημόσια θεούς και δαίμονες εναντίον «προδοτών» που δρούσαν στις γραμμές του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών. Ωστόσο το αρχικό σοκ γρήγορα απορροφήθηκε. Εγκλωβισμένα σε μεγάλες πόλεις με εχθρικούς πληθυσμούς, τα ρωσικά στρατεύματα και τεθωρακισμένα αποδιαρθρώνονταν από τις μικρότερες, αλλά πιο ευέλικτες ουκρανικές δυνάμεις. Η αναγκαστική απόσυρση των επιδρομέων από τις βόρειες πόλεις και η βύθιση του καταδρομικού «Μασκβά», ναυαρχίδας του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας –ένα τεράστιο επιχειρησιακό, συμβολικό και ηθικό πλήγμα για τους Ρώσους– επιβεβαίωσαν τη συνολική αποτυχία του Σχεδίου Α, παρά τα επιμέρους εδαφικά κέρδη.
Η δεύτερη φάση του πολέμου, στην ανατολική Ουκρανία, διαγράφεται πολύ διαφορετική από την πρώτη. Μεγάλο μέρος της θα διεξαχθεί όχι σε πυκνοκατοικημένες, μεγάλες πόλεις, αλλά στα ανοιχτά πεδία της στέπας, που έγιναν κατ’ επανάληψη στην Ιστορία θέατρα φονικότατων συγκρούσεων ανάμεσα σε ίλες ιππικού, αρχικά, και τεθωρακισμένων, στη συνέχεια – από την εποχή του Τζένγκις Χαν μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εδώ οι Ρώσοι, με δεδομένη την υπεροχή τους στον αέρα και στα τεθωρακισμένα, έχουν σημαντικό πλεονέκτημα. Επιπλέον, αυτή τη φορά θα είναι οι Ρώσοι εκείνοι που θα έχουν βραχύτερες γραμμές ανεφοδιασμού, καθώς θα βρίσκονται κοντά στα δυτικά σύνορα της χώρας τους, ενώ οι αμυνόμενοι θα πρέπει να στέλνουν όπλα και εφόδια από το δυτικό τμήμα της Ουκρανίας, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Τέλος, στις κατά κύριο λόγο ρωσόφωνες περιοχές του Ντονμπάς, οι εισβολείς μπορούν να υπολογίζουν στην υποστήριξη ή ουδετερότητα μεγάλου μέρους του ντόπιου πληθυσμού, κάτι που θα δυσκολέψει την ανάπτυξη αντάρτικου των πόλεων εναντίον των Ρώσων.
Ήδη, η κατάληψη της Μαριούπολης, της πρώτης μεγάλης πόλης που έπεσε (αλλά με τι τρομερό τίμημα) στα χέρια των Ρώσων, ήταν μια επιτυχία στρατηγικής σημασίας. Όχι μόνο γιατί ολοκληρώνει τη δημιουργία εκτεταμένης εδαφικής ζώνης που συνδέει την Κριμαία με τη Ρωσική Ομοσπονδία, αλλά και γιατί επιτρέπει την απελευθέρωση σημαντικών ρωσικών δυνάμεων προς ενίσχυση των άλλων κρίσιμων μετώπων. Τις επόμενες ημέρες, οι Ρώσοι θα κινηθούν ταυτόχρονα από Βορρά και Νότο, προσπαθώντας να σφίξουν την τανάλια πάνω στον μεγαλύτερο όγκο και στις πιο επίλεκτες δυνάμεις του ουκρανικού στρατού, που έχουν οχυρωθεί στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Αν τα καταφέρουν, είναι πολύ πιθανό να μη σταματήσουν εκεί, αλλά να επιχειρήσουν να αλώσουν την Οδησσό, το Χάρκοβο, δεύτερη σε μέγεθος πόλη της χώρας, ή ακόμη και το Νντνίπρο, βασικό κέντρο (όπως και το Ντονέτσκ) της ουκρανικής βιομηχανίας.
Πολύ θα ήθελε ο Βλαντιμίρ Πούτιν να έχει ολοκληρωθεί μεγάλο μέρος αυτού του Σχεδίου Β μέχρι τις 9 Μαΐου, ώστε να μπορέσει να γιορτάσει την επέτειο της αντιφασιστικής νίκης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πανηγυρίζοντας για την υποτιθέμενη «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας. Με δεδομένη τη σθεναρή ουκρανική αντίσταση, όμως, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι προσδοκίες του θα εκπληρωθούν. Σε έναν ξέφρενο αγώνα δρόμου, οι Αμερικανοί σπεύδουν να εφοδιάσουν τους Ουκρανούς με τα οπλικά συστήματα που χρειάζονται για την καθοριστική μάχη του Ντονμπάς (πυροβόλα howitzer, drones-καμικάζι, άρματα μάχης Τ-72, συστήματα αεράμυνας, ακόμη και αεροπλάνα). Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Aντονι Μπλίνκεν πρόσφατα δήλωσε ότι βλέπει τον πόλεμο να παρατείνεται μέχρι τα τέλη του 2022 και είναι βέβαιο ότι η κυβέρνησή του θα κάνει ό,τι μπορεί ώστε αυτή η πρόβλεψη να δικαιωθεί.
Οι κίνδυνοι
Καθώς ο πόλεμος εισέρχεται στην αποφασιστική φάση του, οι κίνδυνοι ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης μεγεθύνονται. Ήδη η Ρωσία προειδοποίησε τις ΗΠΑ για τις «απρόβλεπτες επιπτώσεις» που εγκυμονεί η παράδοση βαρέων όπλων στην Ουκρανία. Αυτό θα μπορούσε να μεταφραστεί σε εντατικούς βομβαρδισμούς εναντίον των αεροπλάνων που μεταφέρουν τα εν λόγω όπλα και των αποθηκών όπου φυλάσσονται, πολύ κοντά στα σύνορα Ουκρανίας – Πολωνίας. Ο κίνδυνος ατυχήματος, που θα μπορούσε να φέρει σε άμεση σύγκρουση τη Ρωσία με το ΝΑΤΟ, είναι προφανής. Στο μεταξύ, αναμένονται εντός των ημερών οι τελικές αποφάσεις Σουηδίας και Φινλανδίας για το ενδεχόμενο ένταξης στο ΝΑΤΟ. Η Ρωσία προειδοποιεί ότι σε αυτή την περίπτωση θα λάβει αντίμετρα. Ήδη έχει ανοίξει θέμα εγκατάστασης πυρηνικών πυραύλων στον ρωσικό θύλακο του Καλίνινγκραντ, στη Βαλτική – σε απόσταση μόλις 500 χλμ. από το Βερολίνο. Οι μακροπρόθεσμες ανατροπές που φέρνει αυτός ο πόλεμος στην ευρωπαϊκή ασφάλεια και στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη μόλις έχουν αρχίσει να διαγράφονται. Το μόνο βέβαιο είναι ότι, ακόμη κι αν στεφθεί με επιτυχία η ρωσική εκστρατεία στη νότια και ανατολική Ουκρανία (ένα τεράστιο «αν»), δεν θα υπάρξει βιώσιμη ειρήνευση. Πρέπει να αναμένεται ότι οι Ουκρανοί δεν θα αναγνωρίσουν τα τετελεσμένα και θα χρησιμοποιήσουν ενδεχόμενη κατάπαυση του πυρός ως ανάπαυλα για να επουλώσουν πληγές, να συγκεντρώσουν δυνάμεις και, με τη στήριξη της Δύσης, να επανέλθουν στις αλυτρωτικές διεκδικήσεις τους. Η κατάσταση στη Χεβρώνα, που αλώθηκε από τις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής, είναι ενδεικτική. Η πολιτική ανυπακοή στον στρατό κατοχής έχει πάρει ευρύτατες διαστάσεις, με τους καθηγητές να διδάσκουν μαθήματα πατριωτισμού στις τάξεις και τους εισαγγελείς να ανοίγουν φακέλους για όσους συνεργάζονται με τους Ρώσους.