Kathimerini.gr
Το περασμένο καλοκαίρι, ο δρ Μάικλ Μίνα έκλεισε συμφωνία με μια εταιρεία αποθήκευσης ψυκτικών συστημάτων. Με πολλά από τα εστιατόρια-πελάτες της να κλείνουν, η εταιρεία είχε διαθέσιμους καταψύκτες και ο δρ Μίνα, επιδημιολόγος της Σχολής Δημόσιας Υγείας Τ. Χ. Τσαν του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, είχε μισό εκατομμύριο φιαλίδια πλάσματος από ανθρώπινο αίμα που έρχονταν στο εργαστήριό του από όλη τη χώρα, τα οποία χρονολογούνται από τις ξέγνοιαστες ημέρες του Ιανουαρίου 2020.
Τα φιαλίδια βρίσκονται πλέον σε τρεις καταψύκτες έξω από το εργαστήριό του και είναι το επίκεντρο ενός πιλοτικού προγράμματος που ο ίδιος και οι συνεργάτες του αποκαλούν Παγκόσμιο Ανοσολογικό Παρατηρητήριο. Ο δρ Μίνα και οι συνεργάτες του οραματίζονται ένα τεράστιο σύστημα παρακολούθησης, που μπορεί να ελέγχει αίμα από όλο τον κόσμο για την παρουσία αντισωμάτων για εκατοντάδες ιούς ταυτόχρονα. Με αυτόν τον τρόπο, όταν ξεσπάσει η επόμενη πανδημία, οι επιστήμονες θα έχουν, σε πραγματικό χρόνο, λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το πόσοι έχουν μολυνθεί από τον ιό και πώς ανταποκρίθηκε ο οργανισμός τους. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί ακόμη και να προσφέρει κάποια έγκαιρη προειδοποίηση, όπως συμβαίνει με τα συστήματα προειδοποίησης για ανεμοστρόβιλο ή τσουνάμι. Αν και αυτό το σύστημα παρακολούθησης δεν θα είναι σε θέση να ανιχνεύσει άμεσα νέους ιούς ή παραλλαγές, θα μπορούσε να δείξει πότε μεγάλος αριθμός ανθρώπων αρχίζει να αποκτά ανοσία σε συγκεκριμένο είδος ιού.
«Είμαστε όλοι σαν μικρές συσκευές εγγραφής, παρακολουθώντας τους ιούς χωρίς να το συνειδητοποιούμε», τόνισε ο δρ Μίνα. Το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα κρατάει ένα αρχείο παθογόνων που έχει συναντήσει στο παρελθόν, με τη μορφή αντισωμάτων που πολεμούν εναντίον τους και στη συνέχεια παραμένουν για μια ζωή στο σώμα μας. Με τη μελέτη των αντισωμάτων, οι επιστήμονες μπορούν να ανιχνεύσουν τους ιούς της γρίπης που σας ταλαιπώρησαν στο παρελθόν, ποιος ήταν αυτός ο ρινοϊός του κοινού κρυολογήματος που σας προσέβαλε το περασμένο φθινόπωρο, αλλά και αν είχατε έναν αναπνευστικό συγκυτιακό ιό ως παιδί. Ακόμη και αν μια λοίμωξη δεν σας έκανε ποτέ να νιώσετε άρρωστοι, θα μπορούσε να εντοπιστεί από αυτήν τη διαγνωστική αυτή μέθοδο, που ονομάζεται ορολογική εξέταση.
Αυτού του είδους η διάγνωση που βασίζεται στο ανοσοποιητικό σύστημα διαφέρει από ένα τεστ που αναζητεί μια ενεργή ιογενή λοίμωξη. Το ανοσοποιητικό σύστημα αρχίζει να παράγει αντισώματα μία έως δύο εβδομάδες μετά την έναρξη της λοίμωξης, οπότε η ορολογική εξέταση είναι αναδρομική, κοιτάζοντας τι είχατε κολλήσει στο παρελθόν. Επίσης, συγγενικοί ιοί μπορούν να προκαλέσουν παρόμοιες αποκρίσεις, δημιουργώντας αντισώματα που συνδέονται με τα ίδια είδη πρωτεϊνών. Αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται προσεκτικά σχεδιασμένοι έλεγχοι για τη διάκριση μεταξύ διαφορετικών κορωνοϊών.
Ωστόσο, η ορολογία αποκαλύπτει πράγματα που δεν μπορούν να αποκαλύψουν τα συνήθη τεστ ιών, δήλωσε ο Ντέρεκ Κάμινγκς, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Φλόριντα. Με μια μεγάλη βάση δεδομένων από δείγματα και κλινικές δοκιμές, οι επιστήμονες μπορούν να αρχίσουν να βλέπουν τα μοτίβα στον τρόπο με τον οποίο το ανοσοποιητικό σύστημα ανταποκρίνεται σε κάποιον ασυμπτωματικό ασθενή σε σύγκριση με κάποιον που αγωνίζεται να νικήσει τον ιό. Η ορολογία μπορεί επίσης να αποκαλύψει πριν ξεκινήσει ένα ξέσπασμα του εκάστοτε ιού εάν ένας πληθυσμός έχει ισχυρή ανοσία έναντί του ή εάν είναι σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα ανοσίας. Η προσέγγιση αυτή θα μπορούσε επίσης να ανιχνεύσει γεγονότα στο ιικό οικοσύστημα του ιού που διαφορετικά είναι απαρατήρητα, είπε ο δρ Κάμινγκς.
Οι ορολογικές έρευνες είναι συχνά μικρές και δύσκολο να οργανωθούν, καθώς απαιτούν λήψη αίματος από εθελοντές. Για αρκετά χρόνια, όμως, ο δρ Μίνα και οι συνάδελφοί του συζητούν την ιδέα ενός μεγάλου και αυτοματοποιημένου συστήματος παρακολούθησης που θα χρησιμοποιεί υπολείμματα δειγμάτων από εργαστηριακές εξετάσεις ρουτίνας. «Αν το είχαμε δημιουργήσει το 2019, όταν ο κορωνοϊός έπληττε τις ΗΠΑ, θα είχαμε έτοιμη πρόσβαση σε δεδομένα που θα μας επέτρεπαν να τον δούμε να κυκλοφορεί στη Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, χωρίς να κάνουμε κάτι διαφορετικό».
Αν και το παρατηρητήριο δεν θα ήταν σε θέση να εντοπίσει τον νέο κορωνοϊό, θα αποκάλυπτε έναν ασυνήθιστα υψηλό αριθμό μολύνσεων από την οικογένεια στην οποία ανήκει. Θα μπορούσε επίσης να δείξει ότι ο νέος κορωνοϊός αλληλοεπιδρά με το ανοσοποιητικό σύστημα των ασθενών με απροσδόκητους τρόπους, κάτι που θα αποτυπωνόταν σε αιματολογικούς δείκτες. Αυτό, κατά τον δρα Μίνα, θα ήταν μια έγκαιρη προειδοποίηση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει τις αρμόδιες αρχές σε προληπτικά μέτρα, όπως η επιβολή lockdown σε μια πόλη ή περιοχή.
Το ανοσολογικό παρατηρητήριο χρειάζεται συμφωνίες με νοσοκομεία, τράπεζες αίματος και άλλες πηγές δειγμάτων, καθώς και ένα σύστημα απόκτησης συναίνεσης από ασθενείς και δότες. Αντιμετωπίζει επίσης το πρόβλημα της χρηματοδότησης, σημείωσε ο Αλεξ Γκρένινγκερ, ιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον. Οι εταιρείες ασφάλισης υγείας δεν είναι πιθανό να πληρώσουν τον λογαριασμό, καθώς οι ορολογικές εξετάσεις συνήθως δεν χρησιμοποιούνται από τους γιατρούς για τη θεραπεία των ασθενών.
Το κόστος
Ο δρ Μίνα εκτιμά ότι η δημιουργία του συστήματος αυτού θα κοστίσει περίπου 100 εκατομμύρια δολάρια. Τόνισε ότι, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει διαθέσει πάνω από το διπλάσιο ποσό στην εταιρεία διαγνωστικών Ellume για να παράγει αρκετά γρήγορα τεστ κορωνοϊού προκειμένου να καλύψει την αμερικανική ζήτηση για λίγες ημέρες. Η προγνωστική δύναμη της ορολογίας αξίζει την επένδυση, δήλωσε η Τζέσικα Μέτκαλφ, επιδημιολόγος στο Πρίνστον και μέλος της ομάδας του παρατηρητηρίου παθογόνων.
Τα δείγματα πλάσματος στους καταψύκτες του δρος Μίνα, που συλλέχθηκαν από την εταιρεία δωρεάς πλάσματος Octopharma από περιοχές σε όλη τη χώρα πέρυσι, αρχίζουν να υποβάλλονται σε ορολογικές δοκιμές που εστιάζονται στο νέο κορωνοϊό, χρηματοδοτούμενες από μια επιχορήγηση 2 εκατομμυρίων δολαρίων της Open Philanthropy. Η ομάδα ελπίζει να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα για να δείξει πώς ο ιός κινείται στις Ηνωμένες Πολιτείες από εβδομάδα σε εβδομάδα και πώς η ανοσία έχει αυξηθεί και αλλάξει. Ελπίζουν επίσης ότι θα προκαλέσει το ενδιαφέρον για τη χρήση της ορολογίας για να δείξει την κίνηση πολύ περισσότερων ιών.